Χαιρετισμός στην ολομέλεια της «Ετήσιας Πρεσβευτικής Συνάντησης του Ρουμανικού Υπουργείου Εξωτερικών», στο πάνελ με θέμα «Σύγχρονες Προκλήσεις Ασφαλείας»

Θα ήθελα να σας ευχαριστήσω για την τιμή που μου κάνατε να απευθύνω χαιρετισμό στην φετινή Ετήσια Πρεσβευτική Συνάντηση επί τη ευκαιρία της Ημέρας Διπλωματίας.

Οφείλω επίσης να σας ευχαριστήσω για την βοήθεια που μας παρείχε η Ρουμανία κατά την διάρκεια των δασικών πυρκαγιών στην Ελλάδα το καλοκαίρι. Το εκτιμούμε βαθύτατα, όχι μόνον η κυβέρνηση Μητσοτάκη, αλλά επίσης ο ελληνικός λαός.

Πριν προχωρήσω θα ήθελα να συγχαρώ έναν από τους διακεκριμένους συναδέλφους σας, τον George Ciamba, Πρέσβη της Ρουμανίας στην Ελλάδα και φίλο μου. Κατά την διάρκεια της θητείας του, ο George συνέβαλε σημαντικά στην εμβάθυνση των διμερών δεσμών μας.

Με χαρά πληροφορήθηκα ότι το προηγούμενο έτος γιορτάσαμε τα 140 χρόνια των διπλωματικών μας σχέσεων. Δεν υπάρχουν πολλές χώρες στον κόσμο που να διατηρούν τόσο μακροχρόνιες και εξαίρετες σχέσεις.

Το επόμενο έτος θα εορτάσετε την 160ή επέτειο από την ίδρυση του Ρουμανικού Υπουργείου Εξωτερικών. Αποτελεί ενδιαφέρουσα σύμπτωση το γεγονός ότι ο πρώτος Ρουμάνος Υπουργός Εξωτερικών, ο Απόστολος Αρσάκης, είχε ελληνική καταγωγή. Και είμαι βέβαιος πως αν ο Bogdan με αντικαθιστούσε ως Έλληνας Υπουργός Εξωτερικών, δεν θα διέπρεπε απλά στην τήρηση των αρχών του Διεθνούς Δικαίου, αλλά επίσης, επιτρέψτε μου να πω, αρκετοί Έλληνες διπλωμάτες θα ήταν πολύ ευτυχέστεροι.

Την Ελλάδα και τη Ρουμανία συνδέουν ιστορικοί δεσμοί.

Πολεμήσαμε για την ανεξαρτησία μας τον 19ο αιώνα. Πολεμήσαμε ο ένας δίπλα στον άλλο κατά τους βαλκανικούς πολέμους. Η Συνθήκη με την οποία τερματίστηκε ο δεύτερος βαλκανικός πόλεμος, μια συνθήκη-ορόσημο για την Ελλάδα, υπεγράφη από έναν από τους πλέον χαρισματικούς μας Πρωθυπουργούς, τον Ελευθέριο Βενιζέλο, εδώ στο Βουκουρέστι, την πρωτεύουσα της Ρουμανίας.

Πολεμήσαμε ο ένας δίπλα στον άλλο κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Και πιο πρόσφατα, η Ελλάδα υπήρξε σθεναρός υποστηρικτής της ένταξης της Ρουμανίας στην Ε.Ε και στο ΝΑΤΟ. Είμαστε Σύμμαχοι και Εταίροι σχεδόν δύο δεκαετίες. Και η Ελλάδα συμβάλλει ενεργά στην ασφάλεια της Μαύρης Θάλασσας συμμετέχοντας στη Συμμαχική Ναυτική Δύναμη του ΝΑΤΟ.

Όπως ανέφερα νωρίτερα σήμερα, η Ελλάδα θα εξακολουθήσει να στηρίζει την προσπάθεια της Ρουμανίας να ενταχθεί στην ευρωζώνη, τη ζώνη Schengen και τον Ο.Ο.Σ.Α.

Σήμερα, θα ήθελα να επικεντρωθώ στις προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε και στο πώς μπορούμε να τις αντιμετωπίσουμε καλύτερα, συνεργαζόμενοι.

Θα ήθελα να εστιάσω σε τρεις κατηγορίες προκλήσεων.

Η πρώτη είναι αυτό που θα αποκαλούσα πρόκληση αξιών και αρχών.

Και οι δύο χώρες μας υποστηρίζουν σθεναρά μια διεθνή τάξη βασισμένη σε κανόνες, με πλήρη σεβασμό στο διεθνές δίκαιο. Τόσο η Ελλάδα, όσο και η Ρουμανία αποδίδουν ιδιαίτερη σημασία στο σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας, περιλαμβανομένης της ελευθερίας της ναυσιπλοΐας. Τις αρχές αυτές συμμερίζονται οι Ευρωπαίοι εταίροι μας, οι περισσότεροι Σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ, καθώς και πολλές χώρες της ευρύτερης περιοχής.

Υπάρχει ωστόσο μια σημαντική μειοψηφία χωρών, δυστυχώς και εντός της Συμμαχίας μας, που όχι μόνο δεν σέβονται αυτούς τους κανόνες, αλλά τους υπονομεύουν δραστήρια. Τους υπονομεύουν χρησιμοποιώντας στρατιωτικές δυνάμεις στο εξωτερικό, κατέχοντας ξένα εδάφη, επιστρατεύοντας αντιπροσώπους, ακόμη και μισθοφόρους.

Αυτό που είναι ακόμα πιο ανησυχητικό είναι ότι παρατηρούμε μια άνοδο του αυταρχισμού στην γειτονιά μας. Χώρες που είχαν δημιουργήσει τουλάχιστον λειτουργικούς δημοκρατικούς θεσμούς, οπισθοδρομούν, πολλές φορές σε αντίθεση με την βούληση και τα συμφέροντα των λαών και των κοινωνιών τους.

Ακόμη χειρότερα, οι χώρες αυτές φαίνεται να αναπτύσσουν μεταξύ τους στενότερους δεσμούς και συνέργειες, που υπερβαίνουν τα καθιερωμένα πλαίσια, όπως το ΝΑΤΟ.

Αν δεν ανασχεθούν, οι δυνάμεις αυτές ενδέχεται να κυριαρχήσουν στο σκηνικό.

Αποτελεί επομένως καθήκον των χωρών εκείνων που τηρούν τις θεμελιώδεις αξίες, όπως η Ελλάδα και η Ρουμανία, από κοινού με άλλες χώρες που εμφορούνται από τις ίδιες αντιλήψεις, να υψώσουν φραγμούς στην επέκταση της αστάθειας.

Η δεύτερη μεγάλη πρόκληση που συνδέεται, φυσικά, με την πρώτη, είναι ο κίνδυνος ενός «κενού σταθερότητας και ευημερίας» στην άμεση γειτονιά μας. Αναφέρομαι συγκεκριμένα στις χώρες εκείνες που έχουν αφεθεί στη «ζώνη του λυκόφωτος», που είναι κοντά στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά όχι ακόμα μέρος της.

Η πλέον προφανής περίπτωση είναι αυτή των Δυτικών Βαλκανίων. Καταβάλλουν ουσιαστικές προσπάθειες για να γίνουν μέλη της ευρωπαϊκής μας οικογένειας. Και χρειάζονται όντως την υποστήριξή μας, χρειάζονται μια πολύ καθαρή προοπτική.

Αποτελεί καθήκον μας, καθήκον όσων ήδη αποτελούν τμήμα της Ε.Ε, όπως η Ρουμανία και η Ελλάδα, να τους βοηθήσουν. Είναι προς το συμφέρον τους. Επιτρέψτε όμως να πω ότι είναι και προς το δικό μας συμφέρον, το ευρωπαϊκό συμφέρον. Και αυτό για τον πολύ απλό λόγο πως αν η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν σπεύσει να καλύψει το αναδυόμενο κενό τότε άλλοι, που δεν συμμερίζονται την ιδεολογία και τις αρχές μας, θα αποπειραθούν να το καλύψουν.

Η ίδια ακριβώς αρχή ισχύει και για τους ανατολικούς εταίρους μας. Σε λίγες ώρες θα επισκεφθώ τη Μολδαβία. Πρόκειται για την πρώτη επίσκεψη Έλληνα Υπουργού Εξωτερικών εδώ και χρόνια, μπορεί και δεκαετίες.

Θα έχω μαζί μου ένα πολύ απλό μήνυμα: στηρίζουμε τις ευρωπαϊκές φιλοδοξίες της Μολδαβίας. Από την πλευρά της, η Μολδαβία θα πρέπει να εφαρμόσει τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που θα την φέρουν πιο κοντά στην Ευρώπη. Θα επαναλάβω επίσης την ισχυρή δέσμευση της Ελλάδας στην Ανατολική Εταιρική Σχέση.

Η Ελλάδα και η Ρουμανία έχουν αναλάβει σειρά πρωτοβουλιών στο πλαίσιο πολλών διεθνών οργανισμών. Τον περασμένο Μάιο για παράδειγμα, διοργανώσαμε από κοινού συνάντηση των Υπουργών Εξωτερικών της Ε.Ε με αντικείμενο τα Δυτικά Βαλκάνια, με τη συμμετοχή των ομολόγων μας της Αλβανίας και της Βόρειας Μακεδονίας.

Δεν πρέπει να επαναπαυόμαστε όμως. Πρέπει να εξακολουθήσουμε την κοινή μας δέσμευση.

Και αυτό με φέρνει στην τρίτη μεγάλη πρόκληση που αντιμετωπίζουμε. Λίγες εβδομάδες πριν, Ρουμάνοι πυροσβέστες παρείχαν ουσιαστική βοήθεια στην Ελλάδα για την κατάσβεση των δασικών πυρκαγιών.

Οι πυρκαγιές καθαυτές δεν συνιστούσαν, τουλάχιστον κατά το παρελθόν, πρόβλημα ασφάλειας. Όμως σήμερα συνιστούν. Και αποτελούν σύμπτωμα ευρύτερων, υπερεθνικών προκλήσεων που καμία χώρα δεν μπορεί να αντιμετωπίσει μόνη της.

Υπάρχουν πολλά που εμπίπτουν σε αυτή την κατηγορία: η κλιματική αλλαγή, οι πανδημίες, οι μαζικές μεταναστευτικές κινήσεις. Εκ πρώτης όψεως μοιάζουν να αποτελούν διακριτές μεταξύ τους προκλήσεις. Μετά από μια επισταμένη ματιά όμως, φαίνεται ότι έχουν έναν σημαντικό κοινό παρονομαστή. Επιδεινώνονται από τις επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης.

Η παγκοσμιοποίηση, ή αν προτιμάτε η παγκοσμιότητα, δεν είναι από μόνη της κάτι κακό. Πιστεύουμε ότι είναι μάλλον το αντίθετο. Σημαίνει όμως ότι μια πρόκληση σε ένα μέρος του κόσμου επηρεάζει ταχύτατα άλλα μέρη.

Καμία χώρα σήμερα, είτε μεγάλη είτε μικρή, δεν μπορεί αν υψώσει φραγμούς για να αποτρέψει τη μετανάστευση, ή τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, ή μια πανδημία. Μπορεί η ανάληψη δράσης να μετριάσει τις επιπτώσεις, δεν μπορεί όμως να αποτρέψει τα φαινόμενα.

Η απάντηση σε αυτές τις προκλήσεις είναι, φαντάζομαι, αρκετά απλή: αλληλεγγύη. Όσοι από εμάς είναι σε καλύτερη κατάσταση, οφείλουν να βοηθήσουν αυτούς που βρίσκονται σε ανάγκη.

Χθες ήμουν στην Τύνιδα για να παραδώσω 100.000 εμβόλια στον λαό της Τυνησίας. Και την προηγούμενη μέρα υποδέχθηκα στην Αθήνα την Υπουργό Εξωτερικών της Λιβύης, στην οποία δωρίσαμε 200.000 εμβόλια. Και ο κατάλογος συνεχίζεται.

Όπως δήλωσα στη συνέντευξη τύπου νωρίτερα, το Αφγανιστάν βρίσκεται τόσο μακριά, ωστόσο και τόσο κοντά.

Αν δεν λάβουμε διορθωτικά μέτρα, τότε οι επιπτώσεις των μαζικών μεταναστευτικών μετακινήσεων και η άνοδος των εξτρεμιστικών δυνάμεων θα θέσουν υπό αμφισβήτηση την ευημερία των κοινωνιών μας. Αν δεν συνεργαστούμε, αν δεν επιδείξουμε αλληλεγγύη, ιδιαίτερα εμείς οι εταίροι στην Ε.Ε, κανείς δεν θα μείνει απρόσβλητος.

Κυρίες και κύριοι,

Αυτή ήταν μια ρεαλιστική αποτίμηση για το τι μας επιφυλάσσει το μέλλον. Δεν παρουσίασα ρόδινη την κατάσταση, επειδή η εικόνα δεν είναι ρόδινη. Δεν πρέπει όμως να χάνουμε την ελπίδα μας επειδή οι προκλήσεις είναι τεράστιες. Αντίθετα, πρέπει να ενώσουμε τις δυνάμεις μας για να υπερβούμε τις προκλήσεις του παρόντος και τις προκλήσεις του μέλλοντος.

Μόνο αν συνεργαστούμε θα γίνουμε πιο ανθεκτικοί.

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο βρίσκομαι σήμερα στο Βουκουρέστι. Όχι για να διευθετήσω ανύπαρκτες διαφορές μεταξύ των δύο χωρών μας, αλλά να συμβάλλω στην ένωση των δυνάμεών μας και να διαπιστώσω τρόπους για να βοηθήσουμε ο ένας τον άλλον, να βοηθήσουμε τις χώρες στην περιοχή μας και να βοηθήσουμε άλλες χώρες στον κόσμο.

Ευχαριστώ θερμά για την τιμή που είχα να σας απευθύνω χαιρετισμό.

Μετάβαση στο περιεχόμενο