Η Κυβέρνηση οδηγεί την ελληνική οικονομία σε πιστωτική ασφυξία, τη στιγμή που η ΕΚΤ ‘πλημμυρίζει’ την Ευρωζώνη με 1,1 τρις ευρώ

Προς:

κ. Υπουργό Οικονομικών

Σύμφωνα με τις χθεσινές ανακοινώσεις του προέδρου της, κ. Μ. Ντράγκι, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) ξεκινά από την προσεχή Δευτέρα 9 Μαρτίου το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, στο πλαίσιο του οποίου θα προβεί σε αγορές κρατικών ομολόγων και άλλων τίτλων ύψους 60 δισ. ευρώ τον μήνα και συνολικού ύψους, τουλάχιστον μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2016, 1,1 τρισ. ευρώ, παρέχοντας υψηλή ρευστότητα και αναζωογονώντας την πραγματική οικονομία και την ανάπτυξη στην Ευρωζώνη.

Εγκλωβισμένη σε κοντόφθαλμους τακτικισμούς τύπου ‘δημιουργικής ασάφειας’ και αδυνατώντας να συνεννοηθεί με τους θεσμικούς συνομιλητές της, η Κυβέρνηση στερεί από τη χώρα μας τόσο τη συμμετοχή της στο πρόγραμμα αυτό, όσο και την αποδοχή των ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ ως ενεχύρων για την παροχή ρευστότητας, αφήνοντας ως μόνη επιλογή παροχής ρευστότητας ‘με το σταγονόμετρο’ τον ELA. Επιλογή ιδιαίτερα ακριβή, αφού παρέχεται με επιτόκιο αυξημένο κατά 150 μονάδες βάσης σε σχέση με τη βασική χρηματοδότηση της ΕΚΤ: το επιτόκιο με το οποίο επιβαρύνονται οι τράπεζες για τη ρευστότητα που αντλούν μέσω ELA διαμορφώνεται στο 1,55% έναντι 0,05% με το οποίο η ΕΚΤ χορηγεί ρευστότητα.

Ενώ δηλαδή στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης το χρήμα γίνεται πιο φθηνό, στη δική μας χώρα, παρά την εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση στην οποία ευρίσκεται, γίνεται πιο ακριβό, αφού ο ακριβότερος δανεισμός των τραπεζών μέσω του ELA μετακυλίεται στην πραγματική οικονομία, επιβαρύνει τα επιτόκια δανεισμού νοικοκυριών και επιχειρήσεων και υπονομεύει την ανταγωνιστικότητα των τελευταίων, ‘εξαϋλώνοντας’ τα αποτελέσματα των προσπαθειών που είχαν γίνει για την τόνωσή της.

Κατόπιν τούτων,

ερωτάται ο κ. Υπουργός,

α) Αντιλαμβάνεται η Κυβέρνηση τις διαστάσεις της πιστωτικής ασφυξίας την οποία προκαλεί στην οικονομία της χώρας, τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, η τακτική της ‘δημιουργικής ασάφειας’ και η αδυναμία της να συνεννοηθεί με τους θεσμικούς συνομιλητές της;

β) Με ποιο τρόπο σκοπεύει να αντιμετωπίσει το οξύ πρόβλημα ρευστότητας της πραγματικής οικονομίας;

Ο ερωτών βουλευτής

Νίκος Δένδιας

Μετάβαση στο περιεχόμενο