Δηλώσεις μετά τη συνάντηση με τον Πρόεδρο της ΓΣΕΕ, κ. Γιάννη Παναγόπουλο

Ν. ΔΕΝΔΙΑΣ: Καλώς ήρθατε. Κατ’ αρχήν θα ήθελα με μεγάλη χαρά να καλωσορίσω στο Υπουργείο Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας τον Πρόεδρο της ΓΣΕΕ τον κ. Γιάννη Παναγόπουλο. Είχαμε μια μακρά συνάντηση με τον κ. Παναγόπουλο, τον Γενικό Γραμματέα, τον κ. Κιουτσούκη, τον κ. Θωμά, τον εκτελεστικό Αντιπρόεδρο του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ μαζί με τους επιστημονικούς τους συνεργάτες.

 

Το αντικείμενο της συζήτησης ήταν η συνεννόηση του Υπουργείου με την ΓΣΕΕ όσον αφορά την καλύτερη αξιοποίηση του τμήματος του προγράμματος ΕΠΑΝΕΚ (Επανεκκίνηση) που αφορά την εκπαίδευση του προσωπικού των επιχειρήσεων.
Η Ελλάδα για να μπει σε μια καινούργια φάση και σε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο είναι προφανές ότι χρειάζεται μεγάλων δυνατοτήτων ανθρώπινο δυναμικό. Και οι Έλληνες πολίτες οι οποίοι αυτή τη στιγμή εργάζονται σε μια σειρά ελληνικών επιχειρήσεων έχουν τη δυνατότητα μέσα από το ΕΠΑΝΕΚ να εκπαιδευτούν σε νέες δεξιότητες, να αποκτήσουν νέες δυνατότητες.

Αυτό διασφαλίζει και τις θέσεις εργασίας αλλά και προάγει το παραγωγικό δυναμικό της χώρας και οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην παραγωγή καλύτερων προϊόντων και καλύτερων υπηρεσιών.

Όμως για μας είναι πολύ σημαντικό να έχουμε μια κοινή αντίληψη με τη Γενική Συνομοσπονδία πάνω σε αυτό το θέμα, μια κοινή αντιμετώπιση ώστε να μπορέσουμε να πετύχουμε τη μέγιστη αξιοποίηση του σημαντικού αυτού ποσού των χρημάτων. Διότι μιλάμε για εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ.

Από εκεί και πέρα θα ήθελα να πω και κάτι το οποίο για εμένα είναι εξαιρετικά σημαντικό. Έθεσα στον κ. Πρόεδρο της ΓΣΕΕ σειρά προβλημάτων τα οποία απασχολούν γενικά το Υπουργείο. Μεταξύ αυτών δε το πρόβλημα της επιδότησης των επιτοκίων των ενήμερων δανείων, μέσα από τα κονδύλια του ΕΣΠΑ. και θα ήθελα να σας πω ότι με μεγάλη χαρά συμφωνήσαμε με τον Πρόεδρο και η ΓΣΕΕ μέσω των δυνατοτήτων που διαθέτει στα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να προσθέσει τη φωνή της και τη δυνατότητα που διαθέτει, στη διεκδίκηση αυτού του αιτήματος.

Αυτό είναι κάτι το εξαιρετικά σημαντικό, σας το έχω πει επανειλημμένα στο παρελθόν, αφορά περίπου 65.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις και θα μας δώσει τη δυνατότητα οι επιχειρήσεις αυτές να καταστούν ανταγωνιστικές όχι μόνο να μην κλείσουν και να διατηρήσουν την απασχόληση την οποία έχουν, αλλά επίσης να βοηθήσουν την ελληνική οικονομία να μπει στην καινούργια της φάση.

Με την άδεια του Προέδρου επίσης θα ήθελα να σας πω και δυο λόγια για την προηγούμενη συνάντηση που είχα με την Ένωση των Ελληνικών Συνεταιριστικών Τραπεζών. Η παρουσία του Προέδρου της ΓΕΣΕΒΕ και της Ένωσης Ελληνικού Εμπορίου ήταν μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα συνάντηση στο πλαίσιο της διακηρυγμένης θέσης του Υπουργείου για τη δημιουργία μιας αναπτυξιακής Τράπεζας.

Όπως σας έχω πει κατ’ αρχήν προχωράμε σε άμεσο χρόνο στη δημιουργία του Ινστιτούτου για την Ανάπτυξη (IfG), με την πρόθεση σε τουλάχιστον μια εβδομάδα από σήμερα που συζητάμε, να μπορέσει να μετακινηθεί ρευστότητα προς τις ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Έχουμε πει όμως ότι σε δεύτερη φάση μελετάμε τη δημιουργία μιας ελληνικής αναπτυξιακής Τράπεζας η οποία θα μπορέσει να θεραπεύσει τα κενά της αγοράς. Εκεί που το υπάρχον συστημικό τραπεζικό σύστημα δεν έχει καταφέρει να εκπληρώσει την υποχρέωσή του, να είναι αποτελεσματικό στη μεταφορά ρευστότητας στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Στο πλαίσιο αυτό της δημιουργίας μιας αναπτυξιακής Τράπεζας οι συνεταιριστικές Τράπεζες της χώρας μας δήλωσαν την προθυμία τους να συμμετάσχουν στο εγχείρημα. Είναι κάτι το οποίο θα το συζητήσουμε, τους ζήτησα στοιχεία. Τους είπα κατ’ αρχήν ότι η Κυβέρνηση δεν είναι αρνητική, εξαρτάται από τη δημιουργία ενός βιώσιμου σοβαρού μοντέλου, αλλά εν πάση περιπτώσει κι αυτό είναι η έναρξη ενός ιδιαίτερα ενδιαφέροντος διαλόγου προς τον οποίο προσβλέπω.
Κύριε Πρόεδρε σας ευχαριστώ θερμά για την παρουσία σας εδώ.

Γ. ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ: Και εγώ να σας ευχαριστήσω κ. Υπουργέ για την πρόσκληση και να πω στους εκπρόσωπους των Μέσων ότι η ΓΣΕΕ και το Ινστιτούτο Εργασίας είχε εμπλακεί σε προγενέστερο χρόνο και στα ζητήματα του σχεδιασμού της νέας προγραμματικής πρότασης της ελληνικής πλευράς, στους τομείς βεβαίως που έχουμε τεχνογνωσία, έχουμε γνώσεις. Kαι αυτά είναι στα ζητήματα που αφορούν στην απασχόληση, όχι μόνο στη δημιουργία απασχόλησης αλλά και στη συγκράτηση απασχόλησης η οποία διακινδυνεύεται εξαιτίας της κρίσης και της παραγωγικής υποχώρησης των επιχειρήσεων.

Θέσαμε ζητήματα, το πώς με τον καλύτερο τρόπο και τον πιο διάφανο και παραγωγικό θα μπορέσουμε ν’ αξιοποιήσουμε το πρόγραμμα αυτό, το ΕΠΑΝΕΚ, στον Υπουργό. Μπορώ να σας πω ότι για μας μια πολύ βασική ιδέα που εξασφαλίζει θεσμική παρουσία και όχι κάποια αγοραία διαδικασία, είναι οι συμπράξεις σαν αυτή που έχουμε ανακοινώσει ότι δημιουργούμε με τους εργοδοτικούς φορείς και οι οποίοι προβλέπονται και μπορεί με την κατάλληλη βοήθεια από την πολιτεία να έχουμε πολύ μεγάλα οφέλη.

Οι τομείς είναι αυτοί που αναφέρθηκε για την αξιοποίηση ή αν θέλετε την παροχή στο υπάρχον εργατικό δυναμικό και νέων γνώσεων που το βοηθά να διατηρήσει την εργασία του, γιατί όπως σας είπα είναι και η διατήρηση της εργασίας σημαντικό στις μέρες μας, αλλά υπάρχουν κι άλλοι άξονες που αφορούν την ενδυνάμωση της θεσμικής ικανότητας των κοινωνικών φορέων και επίσης την πιστοποίηση των επαγγελματικών προσόντων που μας ενδιαφέρει. Γιατί όπως γνωρίζετε το σύστημα πιστοποίησης επαγγελματικών προσόντων, κάτι το οποίο θα έπρεπε να έχει γίνει στη χώρα μας – όχι ως μνημονιακή υποχρέωση γιατί δεν υπάρχει τέτοια, αλλά ως υποχρέωση μιας σύγχρονης οικονομίας – δυστυχώς βρίσκεται σε πρωτόλεια μορφή.

Νομίζουμε ότι πρέπει ν’ αξιοποιήσουμε και τα κονδύλια της νέας προγραμματικής περιόδου για να μπορούμε και σ’ αυτό τον άξονα που είναι πάρα πολύ σημαντικός. Και βεβαίως, αυτό που σας ανέφερε ο Υπουργός, εμείς όχι απλά θα βοηθήσουμε όπου μπορούμε, θα το κάνουμε μια υπόθεση κατανόησης, γιατί όπως σωστά μου υπογράμμισε ο κ. Υπουργός μέσα είναι διαφορετικό και από άποψη ανταγωνιστικού disadvantage που υπάρχει, μια ελληνική μικρή επιχείρηση σε μια χώρα κρίσης να δανείζεται με 12% και 14% όταν οι ανταγωνίστριες μικρές επιχειρήσεις δανείζονται με 3%, 4% ή 5%.

Βεβαίως θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν και κονδύλια τέτοια και η γραφειοκρατία της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να πεισθεί ότι πρέπει αυτό να το επιτρέψει.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:Σήμερα το πρωί ο κ. Κορκίδης είπε ότι τάσσεται υπέρ της ελεύθερης διαπραγμάτευσης … όχι όμως της νομοθετικής παρέμβασης..

Γ. ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ:Τώρα τι ν’ απαντήσω εγώ.. Κοιτάξτε, το αίτημά μας είναι οι ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις οι οποίες δυστυχώς με το δεύτερο μνημόνιο και την 6η πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου στην ουσία έχουν ανασταλεί και ο κατώτερος μισθός δε θα είναι και αντικείμενο διαπραγμάτευσης μετά το 2016, ούτως ή άλλως τώρα δεν είναι, έχει παγώσει.

Τώρα σ’ αυτό υπάρχουν δυο διαφορετικές λογικές. Κάποιοι λένε με νομοθετική παρέμβαση, κάποιοι λένε με ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις. Εγώ θα έλεγα ότι η νομοθετική παρέμβαση απαιτείται για την επαναφορά δίνοντας επίσης κι ένα πολιτικό μήνυμα αλλά από κει και πέρα πρέπει ελεύθερα ν’ αφεθούν οι εργοδότες και οι εργαζόμενοι να συνάπτουν τις συλλογικές συμβάσεις.

Γιατί κι αυτός είναι ένας υπαρκτός κίνδυνος, το σοκ που προκάλεσε στην αγορά και το είδατε, της παραγωγικής αλλά και καταναλωτικής καθίζησης με την υποχώρηση του κατώτερου μισθού με νόμο, ενδεχομένως και με νόμο να προκαλέσει άλλο σοκ που δεν ξέρω αν η αγορά εργασίας μπορεί να το αντέχει.

Θα έπρεπε όμως να γίνει ως πολιτικό μήνυμα και ας καθίσουμε ταυτόχρονα και στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Είναι ένα πολύπλοκο ζήτημα, γι’ αυτό με βλέπετε, θα μπορούσα κανονικά σε 30 δευτερόλεπτα να σας το πω, γιατί πολύ φοβούμαι ότι κάποιοι δεν ξέρουν και την πραγματικότητα στην αγορά εργασίας. Και αν βρισκόταν κάποιος κι έλεγε να κάνουμε 1.000 ευρώ τον κατώτερο μισθό, θα το πλήρωνε η αγορά; Και σήμερα που είναι 510 για τους νέους μέχρι 24 ετών και 586, από κει και παραπάνω ξέρετε ότι έχουμε διαρκείς καταγγελίες και τις κάνουν, ότι δεν τα πληρώνουν ούτε αυτά οι εργοδότες;

Άρα δεν είναι ένας νομικός βολονταρισμός η λύση, η λύση είναι να μπορέσουμε να βρούμε το πραγματικό επίπεδο ισορροπίας που θα δίνει και ανάσα στους εργαζομένους και θα διατίθενται πόροι προς την κατανάλωση αλλά βεβαίως να μπορεί και η αγορά να τους πληρώνει χωρίς να καταστρέψουμε την παραγωγική διαδικασία .

Γι’ αυτό βλέπετε ότι είμαι πολύ επιφυλακτικός να κάνω μια διατύπωση που θα βοηθούσε τις κάμερες. Δεν είναι εύκολο.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:Κύριε Υπουργέ, δημοσιοποιήθηκε χτες ότι υπάρχει μια νέα Υπηρεσία που δίνει τη δυνατότητα στις επιχειρήσεις για προσβάσεις στα αρχεία, στη λεγόμενη «μαύρη λίστα». Επ’ αυτού υπήρξε μια αντίδραση προς ολίγου από τη ΓΣΕΒΕΕ και ο προβληματισμός νωρίτερα από την ΕΣΕΕ. Ποια είναι η θέση του Υπουργείου Ανάπτυξης; Είναι νομικά σωστό η διακίνηση αυτών των στοιχείων επί χρήμασι, βοηθά στην αξιολόγηση των επιχειρήσεων;

ΥΠΟΥΡΓΟΣ:Κατ’ αρχήν να σας απαντήσω ευθέως, το είδα και εγώ σήμερα στον ημερήσιο Τύπο και έχω ζητήσει ενημέρωση για να γνωρίζουμε κατ’ αρχήν τι υπάρχει κι από κει και πέρα έχουμε να διαμορφώσουμε και μια θέση ως Υπουργείο. Άρα αυτό ως προς το συγκεκριμένο ερώτημα.

Μου επιτρέπετε όμως σε συνέχεια αυτού που λέτε να σας πω κάτι άλλο που αφορά την προσωπική μου άποψη: Πρέπει να συμφωνήσουμε στο εξής: Σε εποχές ιδίως της κρίσης, αλλά και πέραν των εποχών κρίσεων, ο επιχειρηματίας οφείλει να έχει και δεύτερο ευκαιρία. Δε μιλώ για τον απατεώνα επιχειρηματία, μιλώ για το ορθώς επιχειρείν. Το όλο σύστημα του ισχύοντος δικαίου στην Ελλάδα μέχρι έναν ορισμένο χρόνο αλλά και της ισχύουσας αντίληψης, εφ’ όσον απέτυχες μια φορά, οριστικά σε εκβάλλει από την επιχειρηματικότητα.

Αυτό δεν είναι η ορθή προσέγγιση στο θέμα. Το ερώτημα λοιπόν δεν είναι πάντα η τήρηση στοιχείων και ποιων στοιχείων, αλλά το πώς γίνεται η εκμετάλλευση αυτών των στοιχείων και πώς μπορούμε ν’ αντιληφθούμε σαφέστατα και ως κοινωνία και ως χώρα και ως επιχειρηματικός κόσμος και ως τραπεζικό σύστημα ότι η Ελλάδα χρειάζεται κατ’ ελάχιστον, 100.000 νέες επιχειρήσεις για ν’ απορροφήσει την ανεργία και ότι ο επιχειρηματίας είναι ανθρώπινο κεφάλαιο όπως και ο εργαζόμενος βεβαίως, το οποίο εξαιτίας μιας αποτυχίας δε μπορούμε να το πετάμε στα σκουπίδια και να το καθιστούμε άκυρο για όλο τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής του.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:Κύριε Υπουργέ, αληθεύει ότι θα καταργηθεί ο νόμος Κατσέλη;

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:Συγνώμη, στο ίδιο ερώτημα: Εάν ο ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ… .

ΥΠΟΥΡΓΟΣ: Επιτρέψτε μου, εγώ πρέπει κατ’ αρχήν να δω τι ακριβώς συμβαίνει. Το να τοποθετηθώ επί ερωτήματος χωρίς να έχω πλήρη υπηρεσιακή απάντηση στο τι ακριβώς συμβαίνει θα ήταν και έωλο αλλά και πρόχειρο απ’ την πλευρά μου, το καταλαβαίνετε απολύτως.

Απλώς εκμεταλλεύτηκα την ευκαιρία να διατυπώσω μια γενικότερη θέση την οποία θέλω να την περάσω στην ελληνική κοινωνία γι’ αυτό το λέω μ’ αυτή την ευκαιρία.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: (Ερώτηση εκτός μικροφώνου)

ΥΠΟΥΡΓΟΣ: Όσον αφορά το ποσό, 680 δεν είναι κ. Πρόεδρε; Κατ’ αρχήν το ποσό είναι 680 εκατομμύρια ευρώ..

Γ. ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ: Συγνώμη, αυτά αφορούν τη ΓΣΕΕ ..

ΥΠΟΥΡΓΟΣ: Εν πάση περιπτώσει το συνολικό αυτό ποσό είναι 680 εκατομμύρια, το οποίο καταλαβαίνετε ότι μιλάμε για ένα εξαιρετικά σημαντικό κονδύλι. Είναι πάρα πολλά χρήματα και πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί, γι’ αυτό συζητάμε με τη ΓΣΕΕ, για το πώς αυτά τα χρήματα θα επενδυθούν στο ανθρώπινο κεφάλαιο της πατρίδας μας.

Ως προς το θέμα που συζητάτε (αν υπάρχουν σκέψεις για κατάργηση του νόμου Κατσέλη για το 2016), κάθε φορά που έχω τη χαρά να σας συναντώ με ρωτάτε: «Θα καταργηθεί η τάδε διάταξη του τάδε νόμου, θα σταματήσει η τάδε υποπαράγραφος του τάδε;». Τώρα φτάνουμε στο «Θα καταργηθεί ο νόμος Κατσέλη;». Η προσέγγιση του Υπουργείου, της κυβέρνησης νομίζω στα θέματα αυτά δεν είναι θέματα κατάργησης ή μη κατάργησης νόμων, διατάξεων που φέρνουν ονόματα κτλ.

Το θέμα είναι ένα δημιουργήσουμε ένα συνολικό νομοθετικό πλαίσιο το οποίο πρώτον, θ’ αντιμετωπίζει τα συμπτώματα της κρίσης και δεύτερον θ’ αντιμετωπίζει θετικά το επιχειρείν, τη στιγμή που η Ελλάδα βγαίνει από την κρίση. Το νομοθέτημα αυτό που μεταξύ μας για λόγους ευκολίας το λέμε «κόκκινα δάνεια» και στην πραγματικότητα είναι νομοθέτημα αναδιάρθρωσης των επιχειρήσεων, είναι ένα τέτοιο νομοθέτημα. Ένα άλλο νομοθέτημα και το ξέρετε είναι το νέο πτωχευτικό Δίκαιο των επιχειρήσεων και ένα άλλο νομοθέτημα είναι το νέο πτωχευτικό Δίκαιο των ιδιωτών.

Το πρώτο είναι νομοθέτημα που αφορά την κρίση και τα επόμενα δύο είναι νομοθετήματα που αφορούν την ανάπτυξη, δηλαδή τη βοήθεια στο επιχειρείν. Συνδυάζονται και τα νομοθετήματα που έχουν να κάνουν με τη διευκόλυνση της αδειοδότησης, την ελαχιστοποίηση των διαδικασιών για τη δημιουργία νέων φορέων επιχειρείν και μπαίνουν στο συνολικό πλαίσιο στην οριστική προσέγγιση για την ανάπτυξη που έχει η Κυβέρνηση για τη χώρα και έχει και το Υπουργείο και έχω και εγώ προσωπικά.

Σε αυτό το πλαίσιο εάν υπάρξουν νησίδες οι οποίες μένουν ακάλυπτες, θα καθίσουμε και θα το συζητήσουμε. Όμως δεν έχουμε καμία λογική κατάργησης ή επικύρωσης αν θέλετε νομοθετημάτων που δημιουργήθηκαν μέσα από την κρίση. Έχουμε μια ολιστική αντιμετώπιση στο φαινόμενο. Από εκεί και πέρα είναι αυτονόητο ότι ο Έλληνας πολίτης που υπήρξε θύμα της κρίσης χωρίς υπευθυνότητά του πρέπει να προστατευτεί και σε αυτό το πλαίσιο το αντιμετωπίζουμε και θα το αντιμετωπίσουμε.

Μετάβαση στο περιεχόμενο