Συνέντευξη στον Ν. Ευαγγελάτο και στον Ρ/Σ Παραπολιτικά FM 90,1

Ο Βουλευτής Β’ Αθηνών της Ν.Δ. Νίκος Δένδιας παραχώρησε σήμερα το πρωί συνέντευξη στη ραδιοφωνική εκπομπή «Παραφιλολογίες» του Νίκου Ευαγγελάτου που μεταδίδεται από τον «Παραπολιτικά FM 90,1».

 

Ακολουθούν τα κύρια σημεία της συνέντευξης:

Για την ακύρωση της συνάντησης του ΥΠΕΘΑ με τον Αμερικανό ομόλογό του:

«Αυτό το οποίο συνέβη με εξέπληξε. Δεν είναι συνηθισμένο υπουργός Αμύνης να μην δέχεται υπουργό άλλης χώρας – μέλους του ΝΑΤΟ. (…) Αυτά τα πράγματα είναι ασυνήθη και με κανένα τρόπο δεν πρέπει να γίνει δεκτή η δικαιολογία περί βεβαρημένου προγράμματος.

Δεν θέλω να είμαι κακός, όμως εδώ υπάρχει ένα θέμα για την ελληνική πλευρά. Κάτι μας λέγεται και μάλιστα από μια χώρα, η οποία στην παρούσα συγκυρία ήταν απολύτως διατεθειμένη -κι αυτό φάνηκε από δηλώσεις, από επισκέψεις- να μας βοηθήσει στη διαπραγμάτευση με τους Ευρωπαίους εταίρους.

Κατά συνέπεια, η άρνηση σε αυτή τη συγκυρία από τους Αμερικανούς να δεχθούν τον κ. Καμμένο πρέπει να προκαλέσει την ιδιαίτερη προσοχή του Πρωθυπουργού και της Κυβέρνησης.

Στα θέματα εξωτερικής πολιτικής δεν θέλω να σηκώνω τόνους, αλλά αυτό είναι μείζον ζήτημα και δεν είναι αστείο. Όταν ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας δεν μπορεί να δει τον Υπουργό Αμύνης των ΗΠΑ, είναι θέμα».

Σχετικά με την πρωτοβουλία Ντράγκι για τις ελληνικές τράπεζες:

«Δεν ξέρω τι θα κάνει ο κ. Ντράγκι σήμερα. Οι φήμες που ακούω είναι ότι θα προσπαθήσει μια βρει μια ενδιάμεση λύση ώστε να μην καταστραφούν οι ελληνικές τράπεζες αλλά να φανεί ότι ακολουθεί και το υφιστάμενο κανονιστικό πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Όμως τι είναι κρίμα; Κρίμα είναι διότι σε αυτή τη συγκυρία η ποσοτική χαλάρωση που εκδηλώνεται με τη μαζική και συνεχώς αυξανόμενη αγορά ομολόγων από την ΕΚΤ, δεν βοηθά την Ελλάδα. Είναι σαν ο Θεός να βρέχει κι εμείς να έχουμε επιλέξει να κρατούμε ομπρέλα. Αυτό οφείλεται στο γεγονός πως δεν υπάρχει ένα συγκεκριμένο πλαίσιο συμφωνίας. Όσο δεν υπάρχει συμφωνία δεν προβαίνει σε αγορά ομολόγων, πέραν ενός ελάχιστου σημείου εκτός συμφωνίας.

Έχουμε καταφέρει λοιπόν με τη ‘γενναία’, ‘υπερήφανη’ και λοιπά ‘διαπραγμάτευση’ των τεσσάρων μηνών να είμαστε εκτός κάθε ευρωπαϊκού θεσμού κυριολεκτικά που βοηθά την ευρωπαϊκή αγορά να ξεφύγει από την ύφεση. Αποτέλεσμα αυτών είναι να γυρνά η Ελληνική Οικονομία στην ύφεση κι εμείς παριστάνουμε πως διαπραγματευόμαστε ‘υπερήφανα’. Πρέπει αυτή η ιστορία να τελειώσει».

Όσον αφορά σε δηλώσεις του Στ. Λεουτσάκου ότι δεν θα πληρωθεί το ΔΝΤ:

«Πολύ ενδιαφέρουσα άποψη! Προαναγγέλλει δηλαδή ότι θα πτωχεύσουμε! Η άποψη ‘δεν θα πληρώσω’ σημαίνει πτώχευση εντός του ευρώ κατ’ αρχήν κι έχει ο Θεός μετά… Δεν ξέρω να υπάρχει άλλη απάντηση σ’ αυτό… (…)

Αν η Ελλάδα δεν καταβάλει περί τα 7 δισ. ευρώ, δεν θα θεωρηθεί πιστωτικό γεγονός; Όχι μόνο κάτι τέτοιο δεν είναι αισιόδοξο, αλλά μάλλον ως αφελές ακούγεται. Από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ, βέβαια, μας έχουν συνηθίσει σε τοποθετήσεις που απέχουν από την πραγματικότητα ή δημιουργούν μια φανταστική πραγματικότητα μέσα στην οποία διακινούνται. Θυμάστε τα περί κινημάτων λαών της Ευρώπης που θα διαδήλωναν υπέρ της Ελλάδας. Τώρα ελλοχεύει κίνδυνος με όλα αυτά να γίνουν και διαδηλώσεις εναντίον της Ελλάδας στην Ευρώπη!

Όλα αυτά μαρτυρούν απίστευτη προχειρότητα.

Αν τώρα είναι έτοιμοι να οδηγήσουν τη χώρα σε πτώχευση, είναι εξαιρετικά δυσάρεστο και ιδίως για εμάς που έχουμε προσπαθήσει με όποιο τρόπο μπορούμε, να στηρίξουμε μια εκλογίκευση του ΣΥΡΙΖΑ. (…)

Όπως εξελίσσεται η κατάσταση πάντως, θα πρέπει να συμφωνήσουμε όλοι ότι δεν θα μπούμε στο φθινόπωρο με τον ίδιο τρόπο».

Αναφορικά με την δημοσκοπική καθήλωση της Ν.Δ. ενώ συμβαίνουν αυτά:

«Σε πολλά πράγματα απ’ όσα λέει η Ν.Δ. έχει δίκιο. Το επισημαίνω έχοντας δεδηλωμένη την πεποίθηση ότι η παράταξη δεν μπορεί να πορεύεται προς την κοινωνία μόνο με αίτημα δικαίωσης για το χθες. Αλλά πρέπει ωστόσο να πούμε ότι η Ν.Δ. σε πάρα πολλά πράγματα έχει δίκιο.

Δεν συμφωνώ με το ύφος των περισσότερων ανακοινώσεων, ούτε με τις απαιτήσεις περί ‘συγγνώμης’, αλλά η Νέα Δημοκρατία έχει δίκιο σε πάρα πολλά πράγματα επί της ουσίας. (…)

Αυτό που περιμένει η κοινωνία είναι αυτοκριτική για να δούμε τι κάναμε λάθος κι όχι μόνο τι κάναμε σωστά. Το λάθος δεν είναι μόνο επικοινωνιακό. Κάναμε πολλά και ουσιαστικά λάθη, όπως και πολλά σωστά.

Σε δεύτερο επίπεδο, πρέπει να εκφράσουμε τη νέα μας πρόταση εφ’ όσον έχουμε ενσωματώσει σαν κεκτημένο την απόρριψη της προηγούμενης πρότασής μας από την ελληνική κοινωνία που είναι και ο ύπατος κριτής. (…)

Η Ν.Δ. πρέπει να επαναδιατυπώσει την πρότασή της επί τη βάσει της ιδεολογικής διακήρυξής της, του Κωνσταντίνου Καραμανλή, η οποία παραμένει επίκαιρη ύστερα από σχεδόν πενήντα χρόνια, όσο κι αν φαίνεται περίεργο. Πρέπει να ξαναπούμε ξεκάθαρα στην κοινωνία, στο πλαίσιο του πλήρους εύρους και πλάτους της ιδεολογικής διακήρυξής μας, τι θέλουμε να κάνουμε στην Ελλάδα, εκφράζοντας ένα πλειοψηφικό ρεύμα πλέον, την ευμάρεια του οποίου πρέπει να υπερασπίσουμε.

Αν δεν το κάνουμε η κοινωνία θα αδιαφορεί συνεχώς περισσότερο για εμάς. Έχουμε χάσει 11 μονάδες από την εκλογική επίδοσή μας, που ήταν εξαιρετικά χαμηλή ούτως ή άλλως».

Πώς θα μπορούσε να προγραμματιστεί μια τέτοια πορεία:

«Δεν μπορώ να το προγραμματίσω διότι δεν ανήκω στην ‘ηγετική ομάδα’ της Νέας Δημοκρατίας. Αυτό που μπορώ να πω είναι πως αν δεν το κάνουμε, απλώς θα εξαφανιστούμε. Δεν θα συντριβούμε, διότι ήδη έχουμε συντριβεί.

Η επαναδιατύπωση πρότασης είναι αναγκαίος όρος πολιτικής επιβίωσής μας!

Εάν θεωρούμε πως με ανακοινώσεις, όπως αυτές που εκδίδουμε, μπορούμε να επιβιώσουμε πολιτικά και να περιμένουμε ν’ αλλάξουν τα πράγματα επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ θα πέσει σε ανυποληψία κάνουμε μεγάλο λάθος.

Η ζωή θα δημιουργήσει κάτι καινούργιο και διαφορετικό από εμάς. Τότε θα πάμε στον κάλαθο των αχρήστων παθαίνοντας όσα συνέβησαν στο ΠΑΣΟΚ και σε κάθε κόμμα όταν παρέρχεται η ιστορική συγκυρία που επέτρεψε την ύπαρξή τους. Είναι ολοφάνερο. Θέλουμε να το καταλάβουμε; Καλώς. Αν δεν θέλουμε να το καταλάβουμε, θα είναι πολύ κακό για εμάς. (…)

Πρέπει η Ν.Δ. να διεξάγει πλειοψηφικά έναν αγώνα επιβίωσης. Αν δεν το κάνει, θα είναι πολύ κακό για όλους μας.

Δεν υπάρχει άλλος τρόπος από μία ανοικτή συνεδριακή συζήτηση διότι θα έχει και το στοιχείο της απόφασης στο τέλος. Με τις διαδικασίες που γίνονται τώρα, που θα έχετε παρατηρήσει πόσο τις έχει απαξιώσει η ελληνική κοινωνία, δεν ασχολείται κανείς. Αν θέλουμε εν κρυπτώ και παραβύστω να μαζευόμαστε 100 – 150 άτομα και να λέμε πράγματα μεταξύ μας που αφορούν εμάς και χωρίς να αποφασίζουμε στο τέλος, θα είναι ο πολιτικός μας επίλογος».

Αν υπάρχει ζήτημα αμφισβήτησης της ηγεσίας:

«Κάθε πρόταση έχει κι ένα πρόσωπο που την εκφράζει, αλλά χωρίς πρόταση το πρόσωπο δεν έχει κάποια σημασία.

Τον άριστο, τον πλέον ταλαντούχο, τον λαμπρότερο πολιτικό να βρίσκαμε και να είχαμε, χωρίς σαφή διακήρυξη επί της οποίας θα ζητείται η ψήφος της ελληνικής κοινωνίας πάλι θα μιλούσαμε για ένα πρόσωπο και τίποτα παραπάνω απ’ αυτό. Έχουν παρέλθει αυτοί οι καιροί.

Τα κράτη δεν ψάχνουν σωτήρες.

Το παράδειγμα του κ. Κάμερον στη Μ. Βρετανία μας το έδειξε. Δεν χρειάζεται μια εξαιρετικά χαρισματική προσωπικότητα. Ο κ. Κάμερον δεν ήταν αυτό. Είναι ένας πολύ σοβαρός άνθρωπος, με μια πολύ ικανή ομάδα, που κατάφερε και πέτυχε ένα πολύ καλό αποτέλεσμα, συντρίβοντας τους αντιπάλους του».

Για τα περί εσωστρέφειας:

«Εσωστρέφεια είναι όταν δεν ξεκινούν οι διαδικασίες. Όταν προγραμματίζονται δεν είναι ποτέ εσωστρέφεια, αλλά εξωστρέφεια. Προφανώς κάθε διαδικασία δίνει δικαίωμα λόγου σε πολλούς ανθρώπους και είναι άνοιγμα προς τη βάση μας και την κοινωνία.

Εσωστρέφεια είναι να καθόμαστε δέκα άνθρωποι, κλεισμένοι σε ένα δωμάτιο και να ακούμε μόνο τον εαυτό μας».

Σχετικώς με την καθυστέρηση της συμφωνίας:

«Ο ΣΥΡΙΖΑ εγκληματεί εις βάρος της χώρας όσο δεν καταλήγει σε συμφωνία και βεβαίως η Κ.Ο. της Ν.Δ. πρέπει να αποφασίσει τη στάση της επί της συμφωνίας.

Πρέπει να ψηφίσει επί της συμφωνίας. Είναι πολύ κομβικό ζήτημα για την ύπαρξη της Πατρίδας αυτή η συμφωνία. (…)

Την τελική απόφαση μπορεί βεβαίως να τη λάβει ο Αρχηγός εφ’ όσον θα έχει προηγηθεί η ψηφοφορία στην Κ.Ο. την οποία σέβεται πάντα.

Το σχολιάζω μετά την ανακοίνωση του ατύπου συμβουλευτικού οργάνου (που συνεδρίασε) υπό τον Πρόεδρο. Τα πράγματα πρέπει να έχουν και το ανάλογο θεσμικό βάρος. Αυτό το όργανο έχει το θεσμικό βάρος που ομολογεί ο τίτλος του, είναι άτυπο συμβούλιο του προέδρου».

Μετάβαση στο περιεχόμενο