Τοποθέτηση στην Επιτροπή Αναθεώρησης του Συντάγματος σχετικά με την αναγκαιότητα διατύπωσης διατάξεων στο Νέο Σύνταγμα για τις ιδιαιτερότητες των νησιωτικών περιοχών

Ο Βουλευτής Νίκος Δένδιας, ως ειδικός εισηγητής της Νέας Δημοκρατίας τοποθετήθηκε, κατά την συζήτηση της Αναθεώρησης του Συντάγματος στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής την Τετάρτη 29 Νοεμβρίου 2006 και αναφέρθηκε ιδιαίτερα σε θέματα ανάπτυξης των νησιωτικών περιοχών της χώρας, σε θέματα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης καθώς και της Δημόσιας Διοίκησης και ιδιαίτερα την άρση της μονιμότητας στο Δημόσιο για τους νεοπροσλαμβανόμενους υπαλλήλους.

 

Το πλήρες κείμενο της τοποθέτησης του Νίκου Δένδια έχει ως ακολούθως:

«Να ξεκινήσουμε με το άρθρο 101. Οφείλω να πω ότι είμαι ευτυχής που μου δίνεται η ευκαιρία, στο πλαίσιο των εργασιών αυτής της Επιτροπής να πω δυο κουβέντες για την μετατροπή της ερμηνευτικής δήλωσης σε κανονική διάταξη.

Κατ’ αρχήν να μου επιτρέψετε να αντικρούσω το επιχείρημα ότι κάτι τέτοιο είναι άχρηστο και θα εξηγήσω γιατί. Υφίσταται πολλές φορές πρόβλημα εκ της γενικής διάταξης περί της ισότητας των Ελλήνων πολιτών. Εξηγούμαι με συγκεκριμένο παράδειγμα:Εγώ εκπροσωπώ το Νομό Κέρκυρας. 

Ο Νομός Κέρκυρας αντιμετωπίζει πρόβλημα υποστελέχωσης των δημοσίων υπηρεσιών. Γιατί το αντιμετωπίζει; Γιατί πολλοί δημόσιοι υπάλληλοι που μετατίθενται στο συγκεκριμένο νομό- και είμαι σίγουρος πως αυτό συμβαίνει σε όλους τους νησιωτικούς νομούς- υποβάλλουν αίτηση μετάθεσης. 

Αποτέλεσμα είναι όλες οι δημόσιες υπηρεσίες- πυροσβεστική, αστυνομία, λιμενικό- να έχουν τεράστιο έλλειμμα υπαλληλικού προσωπικού.Ως πιθανή λύση προτείναμε στους προκηρυσσόμενους διαγωνισμούς να υπάρχει μια διάταξη η οποία να μοριοδοτεί την εντοπιότητα, όταν η πρόσληψη αφορά υπηρεσία στον συγκεκριμένο τόπο. 

Η απάντηση που πάντοτε εδόθη είναι ότι κάτι τέτοιο έχει κριθεί ή θα κριθεί αντισυνταγματικό.Θεωρώ, λοιπόν ότι η συγκεκριμένη διάταξη μέσα στο σώμα του Συντάγματος και όχι υπό την μορφή της ερμηνευτικής δήλωσης θα βοηθήσει να επιλύσουμε συγκεκριμένα πρακτικά προβλήματα, όπως αυτό που έθεσα. Όμως και πέραν αυτού, αν αφήσουμε το πρακτικό ζήτημα στην άκρη, υπάρχει και το ευρύτερο ζήτημα.Η Ελλάδα ως χώρα έχει μια μοναδικότητα: Η Ελλάδα δεν είναι μία Ελλάδα. 

Η Ελλάδα είναι δύο Ελλάδες. Η νησιωτική Ελλάδα με κανένα τρόπο δεν είναι το ίδιο με την ηπειρωτική Ελλάδα. Αντιμετωπίζει άλλα προβλήματα, άλλες απειλές, άλλο κόστος ζωής. Υπ’ αυτήν την έννοια λοιπόν η ένταξη στο Σύνταγμα συγκεκριμένης διάταξης που ούτως ή άλλως υπάρχει στην ευρωπαϊκή Συνθήκη την οποία όλοι ψηφίσαμε σε αυτή την Αίθουσα- τουλάχιστον οι προερχόμενοι από τον πολιτικό χώρο που εγώ εκφράζω- αποτελεί αναγνώριση μιας υπαρκτής πραγματικότητας. 

Αποτελεί αναγνώριση του γεγονότος ότι ένα κομμάτι της χώρας αυτής αντιμετωπίζει εντελώς διαφορετικές συνθήκες από την υπόλοιπη χώρα.Θα μου επιτρέψετε να πω ότι η πρόταση της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης να γίνει αναφορά και στις ορεινές περιοχές στην πραγματικότητα αυτή είναι- θα μου επιτρέψει ο συνάδελφος κ. Βαρβιτσιώτης να δανειστώ τη δική του έκφραση- συνταγματικός λαϊκισμός. Διότι υπ’ αυτή την έννοια, να βάλουμε και τις ορεινές περιοχές, ας βάλουμε και τις πεδινές περιοχές και τις δεξιές, και τις αριστερές, και τις πάνω και τις κάτω.

Οι ορεινές περιοχές δεν έχουν in natura διαφορά από την υπόλοιπη Ελλάδα.

 Έχουν την προσβασιμότητα. Αντίθετα, οι νησιωτικές περιοχές είναι συνολικά κάτι διαφορετικό και, κατά συνέπεια, θεωρώ ότι είναι απολύτως χρήσιμο και για πρακτικούς λόγους και για λόγους συνολικής πολιτικής να έχουμε στο Σύνταγμα τη συγκεκριμένη διάταξη που προτείνει ορθότατα η Νέα Δημοκρατία.Πάμε στο άρθρο 102 του Συντάγματος που αφορά το θέμα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. 

Εδώ θα βρω τον εαυτό μου αλληλέγγυο με τις ορθότατες, κατά την ταπεινή μου κρίση, παρατηρήσεις που διατύπωσε ο συνάδελφος κ. Κοσμίδης πριν. Υφίσταται πρόβλημα στην Τοπική Αυτοδιοίκηση στην Ελλάδα. Υπάρχει μια γενική άποψη- το έχω ξαναπεί σε αυτήν την Αίθουσα- περί καλής τοπικής αυτοδιοίκησης και κακού κεντρικού κράτους. 

Μια Τοπική Αυτοδιοίκηση που είναι φιλική, που είναι κοντά στον πολίτη, που νοιάζεται για τα άμεσα προβλήματα του πολίτη και ένα κεντρικό κράτος που είναι διεφθαρμένο και αδιάφορο.Δεν είναι αυτή η αλήθεια. Καθόλου δεν είναι αυτή η αλήθεια! Ο συμπαθής συνάδελφος κ. Τζίμας πριν είπε: «Κοιτάτε να δείτε. 

Για ποιο πράγμα μιλάμε; Έτσι και αλλιώς η Τοπική Αυτοδιοίκηση χειρίζεται το 4,5% των συνολικά διατιθέμενων ποσών σε αυτή τη χώρα. Το υπόλοιπο 95% έχει το πρόβλημα. Τώρα στο 4,5% θα κολλήσουμε;»Δεν είναι έτσι. 

Το 4,5% δεν είναι το τεσσεράμισι επί τοις εκατό. Εάν λάβουμε υπόψη το ογδόντα πέντε επί τοις εκατό περίπου είναι απολύτως ανελαστικό και διατίθεται σε θέματα για τα οποία δεν υπάρχει καμία δυνατότητα παρέμβασης, μιλάμε για το 4,5% το οποίο αποτελεί το 30% του 15%, δηλαδή το 1/3 των χρημάτων που, εν πάσει περιπτώσει, έχουμε ελευθερία διαθέσεως. 

Με αυτήν την λογική είναι ένα τεράστιο ποσό.Εν πάση περιπτώσει, οφείλω να πω ότι υπάρχει το άρθρο 98 του Συντάγματος, περί του ελέγχου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, αλλά από την καθημερινή και συνεχή εμπειρία δεν επαρκεί για τον έλεγχο των γενομένων στην τοπική αυτοδιοίκηση. 

Αν μου επιτρέπετε, θα επικαλεστώ την ετήσια έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη. Πού αφορούν οι περισσότερες παραβάσεις; 

Σε ποιο πλαίσιο γίνονται; Στο πλαίσιο του κεντρικού κράτους ή στο πλαίσιο της τοπικής αυτοδιοίκησης; Φοβούμαι ότι στην τοπική αυτοδιοίκηση έχουμε ένα τεράστιο πρόβλημα. Και υπάρχει ένα τεράστιο ζητούμενο διαφάνειας, το οποίο, επίσης, φοβούμαι ότι οι ίδιοι οι άρχοντες της τοπικής αυτοδιοίκησης δεν το αντιλαμβάνονται ως γενικό πολιτικό αίτημα και δεν το αντιμετωπίζουν.

Οφείλω, λοιπόν, να πω και την δική μου άποψη για την πρόταση της Νέας Δημοκρατίας της οποίας την βάση αντιλαμβάνομαι. Χρειάστηκε να το αντιμετωπίσω αυτό ως πρακτικό πρόβλημα στο νομό μου και να φροντίσω για την έκδοση Προεδρικού Διατάγματος.

 Όμως, και σε αυτό το πλαίσιο φοβούμαι ότι δεν είναι ορθό να δοθεί περισσότερη εξουσία στην τοπική αυτοδιοίκηση με το παρόν πλαίσιο λειτουργίας της. Βεβαίως, σε μια ιδεατή κατάσταση θα μπορέσουμε να το βελτιώσουμε.Βεβαίως όμως, πάλι υπό ποια έννοια; Δεν είμαστε ομοσπονδιακό κράτος και δεν επιθυμούμε να γίνουμε ομοσπονδιακό κράτος.

Είμαστε μία πολιτεία. Στο πλαίσιο αυτό, επίσης, θα πρέπει να αντιμετωπιστεί και η εξουσία φορολόγησης από την τοπική αυτοδιοίκηση την οποία προτείνει το ΠΑΣΟΚ. Φοβούμαι ότι δεν είναι δυνατόν να γίνει.Πάμε στο άρθρο 103. Το άρθρο 103 είναι ένα άρθρο πάρα πολύ κοντά στην καρδιά μου, υπό την έννοια ότι έχω δημοσίως τοποθετηθεί υπέρ της άρσης της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων στο σύνολό τους. 

Βεβαίως των νεοπροσλαμβανομένων, αλλά στο σύνολό τους. Αντιλαμβάνομαι ότι ίσως για έναν πολύ στενό πυρήνα θα έπρεπε να υπάρχει μονιμότητα, αλλά κανόνας να είναι η μη μονιμότητα. Εξαίρεση να είναι η μονιμότητα. Πλήρης αναστροφή.Ο σεβαστός Πρόεδρος κ. Κουβέλης μιλώντας πριν είπε: «Τι λέτε; Εμπόδισε το Σύνταγμα να λειτουργήσει σωστά η δημόσια διοίκηση; Το Σύνταγμα φταίει που δεν λειτούργησε σωστά η δημόσια διοίκηση;» 

Αυτό το ερώτημα είναι λάθος διατυπωμένο και ως λάθος διατυπωμένο οδηγεί σε μια λάθος απάντηση. Πρέπει να αντιστραφεί: Το Σύνταγμα επέτρεψε ή όχι να λειτουργήσει άθλια η δημόσια διοίκηση; Το επέτρεψε, γιατί η δημόσια διοίκηση λειτουργεί άθλια. Αυτή είναι η πραγματικότητα. 

Είναι το βαρίδι στο πόδι της ελληνικής οικονομίας. Είναι το βαρίδι στο πόδι της ελληνικής κοινωνίας. Είναι ένας χώρος στον οποίο έχει πλέον ανθίσει η διαφθορά, έχει ανθίσει η αναποτελεσματικότητα. Είναι ένας χώρος ο οποίος παρέχει στους Έλληνες πολίτες χείριστες υπηρεσίες.

Βεβαίως, είναι γνωστό και συμφωνούμε όλοι, γιατί η πλειοψηφία των δημοσίων υπαλλήλων δεν συμμετέχει σε αυτό το άθλιο γίγνεσθαι. Όμως το ερώτημα δεν είναι τι κάνει η αριθμητική πλειοψηφία, αλλά ποιο είναι το προεξάρχον ποιοτικό χαρακτηριστικό της δημόσιας διοίκησης στην Ελλάδα σήμερα. 

Πείτε μου: Είναι δυνατόν να πει κανείς ότι το προεξάρχον χαρακτηριστικό είναι η ποιότητα των υπηρεσιών προς τον πολίτη; Είναι δυνατόν να πει ότι είναι η διαφάνεια;

Είναι δυνατόν να πει ότι είναι η έλλειψη διαφθοράς; Βεβαίως, όχι. Δεν είναι αυτά τα κύρια χαρακτηριστικά.Έχουμε μια εγγενή αντίφαση. Έχουμε εξαιρετικό ανθρώπινο δυναμικό και ένα άθλιο σύστημα. Λοιπόν, πρέπει να αλλάξει, και δεν υπάρχει άλλος τρόπος σημειολογικά. Η παρούσα πολιτική γενεά να δείξει την απόλυτη διάθεση και ρήξη της με το παρελθόν από την άρση της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων.Είχα την τιμή να το πω και ενώπιον του Πρωθυπουργού της χώρας σε αυτήν την ίδια Αίθουσα.

Όταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος το 1911 νομοθετούσε συνταγματικά υπέρ της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων, κάλυπτε μια πραγματική ανάγκη μέσα σε ένα μοντέλο που αντιλαμβανόταν τότε το κράτος σαν μια μηχανή που έπρεπε να λειτουργεί πραγματικά με μόνιμα στοιχεία, σε μόνιμη λειτουργία, με συγκεκριμένες θέσεις.

Το μοντέλο αυτή την στιγμή έχει αλλάξει συνολικά. Το μοντέλο δημόσιας διοίκησης είναι μοντέλο ζωντανού οργανισμού με ευελιξία και προσαρμοστικότητα. 

Δεν υπάρχουν μόνιμες οργανικές θέσεις, για να μπορούμε να νομοθετήσουμε και να τις διατηρήσουμε, διότι δεν υπάρχουν μόνιμες και σαφείς ανάγκες. Όταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος έλεγε από το Βήμα της Βουλής στην Πλατεία Κλαυθμώνος πιο πάνω επί της οδού Σταδίου ότι αυτή η ρύθμιση δεν είναι υπέρ των δημοσίων υπαλλήλων, αλλά υπέρ του λαού και του έθνους, με αυτή τη λογική «υπέρ του λαού και του έθνους» πρέπει τώρα να άρουμε τη μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων.

Ο Ελληνικός λαός σε όποιο βαθμό του έχουμε δώσει την ευκαιρία να εκφραστεί δημοσκοπικά- διότι δεν τον ρωτήσαμε ευθέως- έχει εκφραστεί υπέρ της άρσης της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων.Ειλικρινά σας λέω- το πιστεύω ακράδαντα- ότι και οι ίδιοι οι δημόσιοι υπάλληλοι αν ερωτώντο υπέρ της άρσης θα ψήφιζαν. 

Διότι η άρση της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων δεν σημαίνει ένα καθεστώς ατιμωρησίας, όπου κάθε πολιτικό κόμμα θα προσλαμβάνει και θα διώκει. Θα υπάρχει το ΑΣΕΠ. Θα υπάρχουν θεσμικές εγγυήσεις πολύ πιο αυξημένες από τις υπάρχουσες τώρα. 

Όμως θα υπάρχει και αποτελεσματικότητα και καταλογισμός και σεβασμός στον πολίτη. Ένα διαφορετικό κράτος που όλοι- νομίζω- θέλουμε και επαγγελλόμαστε.Καταλήγω, κύριε Πρόεδρε, με το άρθρο 104. Νομίζω ότι στο πλαίσιο όσων είπα πριν η συμφωνία μου με την πρόταση της Νέας Δημοκρατίας όπως διατυπώνεται στο άρθρο 104 του Συντάγματος είναι αυτονόητη. 

Για μένα το άρθρο 104 αποτελεί αδήριτη λογική ανάγκη και, κατά συνέπεια, θεωρώ ότι θα είναι πάρα πολύ καλό να περιληφθεί στο Σύνταγμα.»

Μετάβαση στο περιεχόμενο