Ομιλία κατά τη συζήτηση της νέας δανειακής σύμβασης με το EFSF

Πρωτολογία:

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αντιμετωπίζουμε ένα κρισιμότατο ερώτημα και η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι θέμα συνείδησης για όλους τους συναδέλφους. Γι’ αυτό θέλω ευθείς εξαρχής να δηλώσω ότι σέβομαι όλες τις απόψεις.

 

Εμείς όμως στη Νέα Δημοκρατία πριν καταλήξουμε στο τι πράττουμε, κάναμε και κάνουμε τη δική μας ανάλυση για το τι πήγε στραβά μέχρι τώρα.

Κατ’ αρχήν, ξεκινάμε από το 1981, από τη διακηρυγμένη πολιτική των ελλειμμάτων, από τη μεγέθυνση του δημόσιου τομέα επί σειρά ετών, από την πολιτική των διορισμών. Περνάω όλα αυτά τα χρόνια για να φτάσω στο2009, στην προεκλογική εκστρατεία του 2009, όταν η Νέα Δημοκρατία τότε δια του τότε Πρωθυπουργού του Κώστα Καραμανλή απευθύνθηκε στην ελληνική κοινωνία και της είπε ξεκάθαρα ότι πρέπει να ληφθούν άμεσα μέτρα. Μέτρα τα οποία βέβαια σήμερα φαντάζουν ηπιότατα. Το πάγωμα των μισθών σας θυμίζω. Και βρέθηκε απέναντι σε ένα ΠΑΣΟΚ, το οποίο είπε το αμίμητο δια του κ. Παπανδρέου «λεφτά υπάρχουν». Το ΠΑΣΟΚ τότε πρότεινε την επανακρατικοποίηση του Ο.Τ.Ε, την επανακρατικοποίηση της Ολυμπιακής, την απομάκρυνση των Κινέζων από το Λιμάνι του Πειραιά. Και η ελληνική κοινωνία επέλεξε το ΠΑΣΟΚ με δέκα μονάδες διαφοράς.

Φτάνουμε στο Δεκέμβρη του 2009 όταν από αυτό το Βήμα ο νέος Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, ο Αντώνης Σαμαράς, ως μη όφειλε και ως μη είχε την οποιαδήποτε υποχρέωση, εκλιπαρούσε τον τότε Πρωθυπουργό Γιώργο Παπανδρέου να πάρει μέτρα. Θυμάστε επί λέξη τη φράση του «ξεκολλήστε και πάρτε μέτρα». Και πάλι αγνοηθήκαμε.

Φτάνουμε στον Απρίλη του 2010, στο πρώτο μνημόνιο. Ήταν ένα μνημόνιο που είχαμε προειδοποιήσει ότι είχε σαφέστατη υφεσιακή λογική. Και είχαμε πάλι προβλέψει τα προβλήματα που θα δημιουργηθούν. Και όχι μόνο δεν εισακουστήκαμε, αλλά δεν έγινε τίποτε και από εκείνο το τμήμα του μνημονίου που θα μπορούσε να αποδώσει. Δεν έγινε καμία αποκρατικοποίηση, καμία συγχώνευση, καμία κατάργηση φορέων.

Λέω χαρακτηριστικά ότι επί δυόμισι χρόνια το ΠΑΣΟΚ δεν μπόρεσε ούτε να κλείσει το περιοδικό ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗ. Και τώρα αναρωτιέται δια του κ. Βενιζέλου και του Κοινοβουλευτικού Εκπροσώπου κ. Πρωτόπαπα τι πήγε στραβά αυτά τα χρόνια. Το μόνο που έκανε είναι οριζόντιες περικοπές μισθών και συντάξεων.

Θα μιλήσω λίγο και για την Αριστερά. Η Αριστερά μετά το1974, όσο και εάν δεν είναι πολιτικά κυρίαρχη, ιδεολογικά ήταν στην Ελλάδα κυρίαρχη. Η Αριστερά επηρέασε πάρα πολύ με τον τρόπο ανάλυσης και τον τρόπο σκέψης της τις πράξεις όλων των φορέων άσκησης εξουσίας. Κατάφερε και πέρασε την ιδεολογία του κρατισμού, των κρατικοποιήσεων, της επ’ άπειρον αύξησης του δημόσιου τομέα.

Άκουσα και τη σεβαστή ως προς το αξίωμα κ. Αλέκα Παπαρήγα να ξαναγράφει την ιστορία του 1944-1949 με έναν λίγο ιδιόρρυθμο τρόπο.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, επί σαράντα χρόνια δεν έχω ακούσει μία φορά από την Αριστερά να αρνείται μία κλαδική διεκδίκηση, να αρνείται ένα αίτημα, να αρνείται μία αύξηση. Ειπώθηκε ότι χρειαζόμαστε ένα καινούργιο σχέδιο Μάρσαλ. Και αναρωτιέμαι: Εάν ερχόταν ένα καινούργιο σχέδιο Μάρσαλ, η Αριστερά σε αυτή την Αίθουσα θα το ψήφιζε;

Εν πάση περιπτώσει, είμαστε εδώ που είμαστε. Η συγκεκριμένη σύμβαση έχει πολλά προβλήματα. Έχει όμως και θετικά. Ένα κομμάτι από αυτά τα θετικά επιτεύχθηκαν με τη σκληρή επαναδιαπραγμάτευση που επιχείρησε ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας ο Αντώνης Σαμαράς και λέχθηκαν από τον κ. Βενιζέλο μερικά εδώ και προς τιμήν του λέχθηκαν και από τον κ. Πρωτόπαπα. Διότι, κακά τα ψέματατ ο κούρεμα του χρέους είναι ένα επίτευγμα, το οποίο μας δίνει μία δυνατότητα4,5 δισεκατομμυρίων το χρόνο για να μπορέσουμε να ασκήσουμε μία πολιτική. Το σταμάτημα της φοροεπιδρομής, το οποίο διατυπώνεται για πρώτη φορά μέσα στο μνημόνιο, είναι επίσης ένα επίτευγμα. Υπάρχουν θέματα διαρθρωτικών αλλαγών που ούτως ή άλλως χρειάζεται η ελληνική κοινωνία. Το θέμα των επικουρικών συντάξεων είναι επίσης ένα επίτευγμα. Το θέμα γενικά της επαναδιαπραγμάτευσης είναι μία απόδειξη ότι εάν είχαμε όλοι μαζί διαπραγματευτεί και το πρώτο μνημόνιο, τα πράγματα ίσως να ήταν πολύ καλύτερα για τη χώρα.

Το σημερινό δίλημμα: είναι σωτηρία η ψήφιση αυτής της σύμβασης;

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, να είμαστε ειλικρινείς. Με κανένα τρόπο δεν μπορεί κανείς να διαβεβαιώσει ότι είναι σωτηρία. Ίσως είναι ένα παράθυρο και μία ευκαιρία.

Και ειλικρινά με το χέρι στην καρδιά θέλω να παρακαλέσω τους συναδέλφους, με κάθε σεβασμό στην άποψή τους, που συντάσσονται υπέρ του «ΟΧΙ» να μας κάνουν το σενάριο της επόμενης ημέρας, να μας περιγράψουν τη Δευτέρα του «ΟΧΙ», να μας περιγράψουν την Τρίτη του «ΟΧΙ», να μας περιγράψουν την Τετάρτη του «ΟΧΙ».

Πώς θα είναι κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η Ελλάδα στις 16Φεβρουαρίου εάν εδώ απόψε ψηφίσουμε «ΟΧΙ»;

Είστε βέβαιοι ότι οι μισθοί θα συνεχίσουν να καταβάλλονται; Είστε βέβαιοι ότι η βενζίνη θα υπάρχει στα πρατήρια; Είστε βέβαιοι ότι οι τράπεζες θα λειτουργούν στις 16 Φεβρουαρίου; Είστε βέβαιοι ότι οι Έλληνες πολίτες θα μπορούν να σηκώνουν τα λεφτά τους από τις τράπεζες στις 16 Φεβρουαρίου;

Είστε βέβαιοι ότι θα υπάρχουν στα ράφια των σούπερ μάρκετς προϊόντα στις 16 Φεβρουαρίου; Είστε βέβαιοι ότι θα υπάρχουν φάρμακα στα νοσοκομεία στις 16 Φεβρουαρίου; Είστε βέβαιοι ότι στις 16 Φεβρουαρίου η Ελλάδα θα είναι η Ελλάδα που ξέρουμε σήμερα, ή θα είναι μία άλλη Ελλάδα που θα θυμίζει ην Ελλάδα του ’44 και του 45; Για ποια Ελλάδα θα έχουμε ψηφίσει σήμερα εδώ εάν ψηφίσουμε «όχι»;

Οφείλω να σας πω και κάτι για τους συναδέλφους της Νέας Δημοκρατίας που σηκώνουν το σταυρό του μαρτυρίου: Εμείς δεν είχαμε καμία υποχρέωση να συντρέξουμε διότι δεν έχουμε καμία ευθύνη γι’ αυτό που έχει συμβεί στη χώρα. Θα μπορούσε ο Αντώνης Σαμαράς, δικαιωμένος από την επιβεβαίωση ως προς τα όσα είπε στο πρώτο μνημόνιο, να επιμείνει σ’ ένα «όχι», να επιρρίψει τις ευθύνες στο ΠΑΣΟΚ και να περιμένει συντελειακά την καταστροφή της χώρας για να κερδίσει την πρωθυπουργία και την κυβέρνηση σαν ώριμο φρούτο, αλλά αυτή θα ήταν υπεύθυνη εθνική πολιτική;

Η Νέα Δημοκρατία κάνει αυτό που πρέπει να κάνει, αυτό που έχει υποχρέωση κάθε Έλληνας να κάνει. Όπως χαρακτηριστικά είπε ο Πρόεδρός της, το κάνει όχι μόνο για τους Έλληνες του σήμερα, αλλά το κάνει και για τους Έλληνες του αύριο, για την πατρίδα, για το έθνος, για τους αγέννητους.

Δευτερολόγια:

Καταρχήν θα ήθελα να προσθέσω και τη θέση της Νέας Δημοκρατίας στο τεράστιο πρόβλημα δημόσιας ασφάλειας, το οποίο υφίσταται αυτή τη στιγμή στο κέντρο της πρωτεύουσας της χώρας και όχι μόνο σε αυτήν.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αυτά τα οποία συμβαίνουν, δεν συμβαίνουν αιφνιδίως. Είναι αποτέλεσμα μακράς πορείας και μακράς τακτικής. Η τελευταία κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας το καλοκαίρι του 2009, λίγο πριν από τις εκλογές, είχε περάσει από τη Βουλή των Ελλήνων, με σφοδρή αντίδραση τότε, ένα ολόκληρο πλέγμα μέτρων που αφορούσε τις κάμερες, που αφορούσε το DNA, που αφορούσε τη λαθρομετανάστευση, που αφορούσε τις κουκούλες.

Λοιδορηθήκαμε τότε από τη μετέπειτα Κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και οφείλω να πω ότι το ζήτημα των καμερών δεν το ψήφισε ούτε το ΛΑ.Ο.Σ. Όχι μόνο αυτό αλλά οι διατάξεις αυτές αποδυναμώθηκαν μέσα από τη συνεχή εναντίον τους εκτόξευση κατηγοριών από το ΠΑ.ΣΟ.Κ. όσο ήταν στην κυβέρνηση. Η Κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου είναι απολύτως υπεύθυνη για το χάος δημόσιας ασφάλειας που αντιμετωπίζει η χώρα σήμερα. Και βεβαίως, υπάρχουν τεράστιες πολιτικές ευθύνες στον Υπουργό τον κ. Παπουτσή, ο οποίος ήτο και Υπουργός της προηγούμενης κυβέρνησης και παραμένει και Υπουργός αυτής της Κυβέρνησης, της Κυβέρνησης Παπαδήμου.

Έρχομαι τώρα στα θέματα που συζητάμε σήμερα. Έχουμε όλοι την εντύπωση εδώ ότι ο διάλογος στη Βουλή των Ελλήνων είναι ένας νοήμων διάλογος. Υπάρχει ερώτημα και υπάρχει απάντηση. Ρωτηθήκαμε εμείς από τους μη ψηφίζοντες το συγκεκριμένο νομοθέτημα, τι θα συμβεί, αυτό το νομοθέτημα θα σώσει τη χώρα;

Με ειλικρίνεια ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, με ειλικρίνεια οι αγορητές μας απάντησαν, όχι δεν είμαστε βέβαιοι ότι αυτό θα σώσει τη χώρα. Είναι ένα παράθυρο ευκαιρίας, είναι μια δυνατότητα, είναι μια αναβολή, είναι κάποια βήματα πίσω από τον γκρεμό που θα δώσουν την ευκαιρία στη χώρα να μπορέσει, εφόσον εκμεταλλευθεί ορθά το χρόνο και εφόσον συνολικά οι παραγωγικές της δυνάμεις συνταχθούν προς αυτή την κατεύθυνση, να αποφύγει τα χειρότερα και να οδηγηθεί προς ένα καλύτερο μέλλον.

Ανάλογη ερώτηση, όμως, απευθύναμε και εμείς προς αυτούς που δεν ψηφίζουν το νομοθέτημα. Τους ρωτήσαμε, τι θα γίνει στην Ελλάδα την επόμενη μέρα; Τι πρόκειται να συμβεί στη χώρα τη Δευτέρα, την Τρίτη, την Τετάρτη, εάν αυτό το νομοθέτημα δεν ψηφιστεί;

Ουδείς των αγορητών –άκουσα και τους δύο Αρχηγούς με απόλυτο σεβασμό και την κυρία Παπαρήγα και τον κύριο Τσίπρα, δυστυχώς ο κύριος Κουβέλης δεν είχε τη δυνατότητα να μιλήσει, αλλιώς θα είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον και η δική του άποψη, αλλά με κάθε σεβασμό σε αυτόν οφείλω να πω ότι έχω ακούσει τιςα πόψεις του σε πρωινή τηλεοπτική εκπομπή εδώ και λίγες μέρες- ουδείς εκ των Αρχηγών των κομμάτων που λένε όχι στην ψήφιση αυτού του νομοθετήματος παρέσχε μια απάντηση. Θα μου επιτρέψετε να πω ότι παρέλκει να σχολιάσω τα όσα είπε ο Πρόεδρος του ΛΑ.Ο.Σ. ο κύριος Καρατζαφέρης. Αναφέρομαι στους τρεις άλλους Αρχηγούς, οι οποίοι είχαν μια συνεπή άρνηση απέναντι στο συγκεκριμένο θέμα.

Ερωτώ, λοιπόν, πάλι: Ποια είναι η άποψή τους για το τι πρόκειται να συμβεί; Έχουν την υποχρέωση να δώσουν μια απάντηση στον ελληνικό λαό. Αλλιώς η θέση τους πραγματικά μοιάζει με μπλόφα.

Φαντάζονται ίσως, υποθέτουν ίσως ότι οι Ευρωπαίοι εταίροι μας δεν πρόκειται να μας οδηγήσουν στην χρεωκοπία. Και αν φαντάζονται λάθος; Και αν η μπλόφα δεν πιάσει; Έχουν την παραμικρή βεβαιότητα γι’ αυτό; Έχουν την παραμικρή ένδειξη γι’ αυτό; Είναι δυνατόν να παίζεται στα ζάρια το μέλλον μιας χώρας;

Όσον αφορά τα θέματα των άρθρων, έτσι όπως εισάγεται το συγκεκριμένο νομοθέτημα, είναι βέβαιο ότι δεν μπορούν να προταθούν αλλαγές, αλλιώς κι εγώ από την πλευρά μου θα είχα να προτείνω αρκετές, τουλάχιστον στο νομοτεχνικό κομμάτι. Όμως, πρέπει να είμαστε ξεκάθαροι και αυτό το λέμε.

Εμείς στη Νέα Δημοκρατία το ψηφίζουμε υπό το κράτος της απόλυτης ανάγκης. Δεν συνυπογράφουμε βεβαίως τα υφεσιακά μέτρα, τα οποία πάντοτε αρνούμαστε και τα αρνούμαστε όχι γιατί θέλουμε να είμαστε καλοί στον κόσμο, όχι επειδή είμαστε λαϊκιστές, όχι επειδή θέλουμε να είμαστε αρεστοί, αλλά επειδή πιστεύουμε ότι τα μέτρα αυτά δεν θα αποδώσουν. Δημιουργούν μεγαλύτερη ύφεση.

Καταφέραμε με τη σκληρή προσπάθεια του Προέδρου μας, μέσα από σκληρή διαπραγμάτευση, που μακάρι να είχε γίνει και στο πρώτο μνημόνιο, να διασώσουμε κάποια από αυτά. Υπήρξαν άλλα που δεν τα καταφέραμε. Μεταξύ αυτών οφείλω να πω ότι είναι τελείως λάθος και το θέμα της κατάργησης των εξήντα δόσεων.

Νομίζω ότι πραγματικά αυτό δείχνει πως η τρόικα και οι Ευρωπαίοι εταίροι μας δεν έχουν καταλάβει τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία. Αυτό είναι ένα λάθος και παρακαλώ κι εγώ από την πλευρά μου τον κ. Παπαδήμο, τον Πρωθυπουργό να κάνει ό,τι μπορεί ώστε αυτό να παραμείνει ως έχει. Είναι σφάλμα αυτό να αλλάξει. Η επαναφορά των είκοσι τεσσάρων ή των δώδεκα δόσεων δεν δίνει στις επιχειρήσεις την παραμικρή δυνατότητα να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους.

Καταλήγω.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, εμείς στη Νέα Δημοκρατία σήμερα επιλέξαμε να γίνουμε πρόσκαιρα δυσάρεστοι σε αρκετούς, αλλά μακροπρόθεσμα ωφέλιμοι σε πολλούς. Η Κοινοβουλευτική Ομάδα της Νέας Δημοκρατίας είναι περήφανη γι’ αυτό και θα πράξει το καθήκον της.

Μετάβαση στο περιεχόμενο