Ομιλία στο Σχέδιο Νόμου του Υπουργείου Οικονομικών «Επείγουσες ρυθμίσεις για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων» (τροποποίηση νόμου για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά κλπ.)

«Κύριοι συνάδελφοι, κατ’ αρχάς, από το ύφος του αγαπητού συναδέλφου εισηγητή της Πλειοψηφίας αντιλαμβάνομαι ότι η Κυβέρνηση ζορίζεται.
Εγώ θα επαναλάβω και σήμερα αυτά τα οποία είπα και χθες στην Επιτροπή, ότι εδώ το ζήτημα δεν είναι να επικρατήσουμε σε λεκτικές αψιμαχίες, αλλά να αναλύσουμε ένα πρόβλημα που καίει τον μέσο Έλληνα και να δούμε τη βέλτιστη λύση μέσα στα πραγματικά πλαίσια που έχουμε.

Για να το κάνουμε αυτό, όμως, υπάρχει μια απαραίτητη και βασική προϋπόθεση, να λέμε την αλήθεια. Και αυτό το οποίο παρουσιάζεται από την κυβερνητική πλευρά, με τον τρόπο που παρουσιάζεται, περί δήθεν προστασίας της κατοικίας είτε των πάντων ή εν πάση περιπτώσει των φτωχών δεν είναι η αλήθεια. Η αλήθεια είναι ότι η προστασία περιορίζεται δραματικά.

Υπήρχαν δύο πυλώνες προστασίας: Κατ’ αρχάς η αυτοδίκαιη προστασία, η οποία προβλεπόταν σε διαδοχικούς νόμους. Ο Κωστής Χατζηδάκης είχε εισηγηθεί τους νόμους αυτούς, των οποίων η λήξη μεν ορθώς λέτε ότι περατώθηκε στις 31 Δεκεμβρίου, με τη διαφορά, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ότι από εκεί και πέρα υπήρχε moratorium με τις τράπεζες, πρώτον, και, δεύτερον, ότι επανειλημμένα και προεκλογικά, αλλά και μετεκλογικά είχατε υποσχεθεί ψήφιση καινούριων νόμων για την παράταση αυτού του καθεστώτος. Δεν το πράξατε.

Δεύτερον, λοιπόν, κρατάτε μόνο την προστασία που έχει κανείς εάν πάει στο δικαστήριο. Και αυτήν όμως την κρατάτε –είναι ο γνωστός νόμος Κατσέλη- με μειωμένες προϋποθέσεις, με δυσκολότερους όρους.

Και εννοώ δυσκολότερους ακόμα και από τον νόμο Χατζηδάκη.
Ενώ, δηλαδή, πριν υπήρχε εισόδημα 35.000 ευρώ τώρα πάτε στις 27.450 ευρώ. Ενώ πριν υπήρχαν 200.000 ευρώ, τώρα πάτε στις 180.000 ευρώ αξία της κατοικίας. Ενώ πριν υπήρχε 270.000 ευρώ συνολικό περιουσιακό στοιχείο, τώρα πάτε σε κάτι πολύ χειρότερο: στο συνεργάσιμο οφειλέτη, στον χαρακτηρισμό του συνεργάσιμου οφειλέτη και μάλιστα αναδρομικά, το οποίο κανείς περίπου δεν εκπληρώνει. Εκεί, λοιπόν, που προστατευόταν ένας μεγάλος αριθμός, αυτήν τη στιγμή προστατεύεται ένας μικρός αριθμός. Θέλετε να το πείτε στην κοινωνία; Καλώς. Δεν θέλετε να το πείτε; Λυπάμαι, δεν λέτε την αλήθεια.

Συζητήσαμε αρκετά χθες το άρθρο 15, ήδη άρθρο 14, και με τους δύο Υπουργούς και με τους νομικούς τους συνεργάτες. Τους δείξαμε την κατά τη γνώμη μας νομοτεχνική ατέλεια του άρθρου και, με τις προθέσεις που διακηρύσσει η Κυβέρνηση, ελπίζω ότι θα το βελτιώσουν.

Έχω όμως να σας πω και κάτι άλλο, το οποίο εν πάση περιπτώσει είναι καλό να το δούμε ειλικρινά. Λέτε εδώ ότι όποιος δεν έχει να πληρώσει, θα κάνει αίτηση, θα έρθει το ελληνικό Δημόσιο, εφόσον έχει τις προϋποθέσεις, οι οποίες είναι χειρότερες από τις προηγούμενες, δηλαδή η αντικειμενική αξία από τις 180.000 πάει στις 120.000, να καταβάλει τις δόσεις. Και μάλιστα στα τρία χρόνια, εάν δεν μπορεί, θα έρθει το ελληνικό Δημόσιο να καταβάλει και το υπόλοιπο. Και για όλο αυτό βάζετε στην μπάντα έναν κουμπαρά 100 εκατομμυρίων, πονηρά βέβαια, χωρίς να ορίζεται εάν το δημόσιο έχει αναγωγή κατά του οφειλέτη, δηλαδή εάν παραιτείται του δικαιώματός του να ζητήσει πίσω τα λεφτά που κατέβαλε στον οφειλέτη.

Σας ρωτώ όμως: Σε ποιους αναφέρεται αυτό το ευεργετικό μέτρο; Κυρίες και κύριοι, την απάντηση τη δίνει η πρώτη γραμμή, για την οποία ουδέν ανεφέρθη, αγαπητέ κύριε εισηγητά της Πλειοψηφίας. Ξέρετε ποιους καλύπτει αυτό το μέτρο; Καλύπτει μόνον τους ενυπόθηκους.
Δεν μου λέτε, πόσοι είμαστε δικηγόροι εδώ; Πόσα δάνεια είναι ενυπόθηκα; Εγώ ξέρω ότι όλα τα δάνεια είναι με προσημειώσεις. Ούτε ένα δάνειο δεν είναι ενυπόθηκο. 

Αυτή εδώ η ρύθμιση, όπως την έχετε, δεν καλύπτει ούτε το 0,001% των οφειλετών. Και όμως επί τρεις ημέρες στα κανάλια λέτε ότι όλοι οι αναξιοπαθούντες της χώρας θα έχουν τη δυνατότητα να προσφύγουν.
Η αλήθεια πού είναι; Γιατί δεν λέτε απλώς την αλήθεια: «Δεν μπορούμε» ή «Αυτό μπορούμε»; Αναφέρομαι στην κοινή σας εμπειρία. Το ξέρετε όλοι. Ενυπόθηκα δάνεια δεν υπάρχουν. Υπάρχουν μόνο δάνεια με προσημειώσεις, διότι η υποθήκη είναι πάρα πολύ ακριβή. Κοστίζει 4,5% της αξίας του δανείου.

Πέραν αυτού, κυρίες και κύριοι, είπα και πριν ότι εδώ υπεισέρχεται για πρώτη φορά εκ πλαγίου πτωχευτικό των ιδιωτών. Αυτό το πτωχευτικό των ιδιωτών δεν υπεισέρχεται ως αυτοτελές θετικό μέτρο, αλλά ως πλάγια διάταξη με ορισμό εκκαθαριστή για την ατομική περιουσία του οφειλέτη, χωρίς μάλιστα να προβλέπεται ότι ο οφειλέτης αυτός, εφόσον ό,τι έχει το βγάλουμε στο σφυρί, από εκεί και πέρα, όπως ισχύει στην εμπορική πτώχευση, θα τελειώνει με τις υποχρεώσεις του, να μπορεί να ξαναρχίσει τη ζωή του.

Αυτό μπορείτε να φροντίσετε τουλάχιστον να μπει; Μπορείτε να φροντίσετε να κάνετε μία σοβαρή δουλειά, αν έχετε σκοπό να την κάνετε;
Δεν έγινε καμμία αναφορά, ενώ περίμενα να γίνει, στην προφανή «φωτογραφική» διάταξη που υπάρχει στον νόμο και την οποία σας ανέγνωσα χθες. Την επαναλαμβάνω με την ελπίδα ότι η Κυβέρνηση, εν πάση περιπτώσει, θα έχει τη στοιχειώδη ευαισθησία να απαντήσει σε πόσες περιπτώσεις αφορά αυτό. Αναφέρομαι στη διοίκηση των πιστωτικών ιδρυμάτων.

Στο άρθρο 5 στην παράγραφο 28 ββ΄ αναφέρεται ως προσόν του οποιουδήποτε ασκεί καθήκοντα διοίκησης πιστωτικού ιδρύματος να μην του έχουν ανατεθεί κατά τα τελευταία τέσσερα χρόνια πολιτικά καθήκοντα. Εγώ γνωρίζω μόνο μία περίπτωση παρούσα που υπάρχει αυτό.
Είναι ή δεν είναι «φωτογραφική», κυρίες και κύριοι, η διάταξη; Στο δίκαιο τετραετής προθεσμία δεν υπάρχει. Υπάρχει ενιαύσια, πενταετής, δεκαετής, δεκαπενταετής, εικοσαετής και απαράγραπτο.

Όταν ξαφνικά εδώ βάζετε τέσσερα χρόνια, αναφέρεστε σε ένα άτομο, ναι ή όχι; Πείτε μου όχι, δεν αφορά ένα άτομο, αφορά κατηγορία, και υποδείξατέ μου την κατηγορία. Όμως, η διάταξη μυρίζει.
Αναφέρομαι και πάλι στις εκατό δόσεις και στην προσφυγή στον έφορο, για την οποία κατακεραύνωσε χθες τη Νέα Δημοκρατία ο αγαπητός Υπουργός, ο κ. Αλεξιάδης. Κατ’ αρχάς, να μου επιτρέψει να του πω ότι έχουμε περάσει το ύφος το οποίο χρησιμοποίησε χθες. Το καταγγελτικό ύφος, με σηκωμένο το δάχτυλο και την επίκληση της δικής μας εντιμότητος και της δικής μας ηθικής έναντι των άλλων είναι της δεκαετίας του 1980. Τώρα πλέον, με τις συνολικές ευθύνες όλων μας, συζητάμε για να βρούμε το καλύτερο.
Φαντάζομαι ότι με παραπέμψατε στον ν. 4174/2013. Σας απαντώ ως εξής: Πρώτον, αν υποθέσουμε ότι ο νόμος αυτός ήταν λανθασμένος, όπως εσείς το κάνετε για να το στρέψετε εναντίον μας, τότε κακώς τον επικαλείστε. Διότι, αν εξελέγητε για να επαναλάβετε σφάλματα, τότε δεν έπρεπε να εκλεγείτε.

Δεύτερον, αν θεωρείτε ότι είναι σωστός, τότε στο άρθρο 43 του νόμου αυτού, μπορούσατε απευθείας να παραπέμψετε και δεν χρειαζόταν διαφορετική διάταξη δική σας.
Τρίτον, ο νόμος στον οποίο αναφέρεστε –αν μιλάμε για τον ίδιο νόμο- έχει προϋποθέσεις στο Γ, παράγραφος γγ΄, ββ΄, αα΄. Έχει τρεις διαφορετικές προϋποθέσεις, οι οποίες εδώ δεν επαναλαμβάνονται.
Τέταρτον, πρόκειται για lex generalis, για γενικό νόμο, ενώ εδώ μιλάμε για τις εκατό δόσεις που είναι lex specialis, ειδικός νόμος, και για τον οποίο υπήρχε ειδική αντικειμενική ρύθμιση.

Πέμπτον, δεν υπάρχει καμμία αμφισβήτηση πουθενά στο δίκαιο καμιάς προηγμένης χώρας που να βάζει τον ανθρώπινο παράγοντα και να θεωρεί ότι αυτό είναι στοιχείο βελτίωσης και περισσότερης διαφάνειας. Γιατί, λοιπόν, το κάνετε;
Δεν είμαι καθόλου διατεθειμένος να αμφισβητήσω τα κίνητρά σας, όπως κάνετε εσείς. Εγώ θεωρώ ότι όλοι προσπαθούν για το καλό. Προσπαθώντας, όμως, για το καλό, γιατί δεν κάνετε το προφανές, να αντικειμενικοποιήσετε τις διαδικασίες και να βγάλετε το ανθρώπινο στοιχείο, που θέλετε να λέγεται έφορος, να λέγεται προϊστάμενος πολεοδομίας; Όπως θέλετε πείτε τον. Το ανθρώπινο στοιχείο πάντοτε εμπεριέχει τον κίνδυνο, στην καλή περίπτωση του σφάλματος, στην κακή περίπτωση της διαφθοράς. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να το συνεχίσουμε αυτό.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, εδώ υπάρχει μία πραγματικότητα. Η πραγματικότητα είναι ότι η Κυβέρνηση δραματικά περιορίζει την προστασία. Επίσης, δεν έχει την καλοσύνη να έρθει ευθέως και να μας πει την αλήθεια, να μας πει ποιες είναι οι πραγματικές της δυνατότητες και μέσα σε αυτές τις πραγματικές δυνατότητες να βρούμε τη βέλτιστη λύση για να ανακουφίσουμε μία κοινωνία η οποία σ’ έναν μεγάλο βαθμό δεν είναι εκ πεποιθήσεως κοινωνία μπαταχτσήδων, αλλά είναι εξ ανάγκης κοινωνία που δεν μπορεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της, μέσα σε μία ύφεση που απορρόφησε το 30% περίπου του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος της χώρας.
Λέμε στην ελληνική κοινωνία ότι όλα πάνε καλά, ότι με αυτή τη ρύθμιση δεν υπάρχει κανένα θέμα, ότι η λαϊκή κατοικία προστατεύεται. Ειλικρινά σας μιλάω. 

Μου δείχνετε μερικές βίλες των 130.000 ευρώ, των 140.000 ευρώ που θα μείνουν απροστάτευτες, να δούμε σε ποιους ανήκουν; Έχετε δει πολλές βίλες με αντικειμενική αξία κάτω από 200.000 ευρώ, να τις δω κι εγώ και να πάμε να τις αγοράσουμε όλοι μαζί;
Τι είναι αυτά που λέτε; Για ποιον τα λέτε αυτά τα πράγματα; Ποιος νομίζετε ότι σας πιστεύει και σας ακούει; Πώς νομίζετε ότι μπορείτε να συνεχίσετε ένα λεξιλόγιο που χρησιμοποιούσατε αδαπάνως όταν δεν ήσασταν Κυβέρνηση, αλλά που δεν αντέχει τώρα στο μεγάλο κριτήριο της πραγματικότητας που υπάρχει μπροστά σας;

Κυρίες και κύριοι, επίσης, δεν είχατε την πρόβλεψη να βάλετε μεταβατικές διατάξεις σε αυτόν τον νόμο. Υπάρχει μια σωρεία αιτήσεων στον «νόμο Κατσέλη»: εκατόν εξήντα πέντε ως εκατόν εβδομήντα χιλιάδες αιτήσεις. Τι θα γίνει με αυτές τις αιτήσεις; Δεν υπάρχει καν μεταβατική διάταξη. Οι άνθρωποι αυτοί είναι όλοι «στον αέρα» υπό το καθεστώς αυτού του νόμου.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τελειώνω με το εξής. Λυπάμαι που θα πω ότι η γενική πολιτική της χώρας ασκείται υπό το καθεστώς μείζονος ερασιτεχνισμού. Αυτό φαίνεται στα μικρά, φαίνεται σε αυτά που συζητάμε σήμερα εδώ, φαίνεται και στα μεγάλα.
Δεν θα επεκταθώ στο ταξίδι του κυρίου Πρωθυπουργού στην Άγκυρα εχθές, σε χρόνο που δεν έδει και με ατζέντα που δεν υποβοηθούσε την ελληνική διεθνή θέση και παρουσία. Είναι κάτι το οποίο θα συζητήσουμε όταν έχουμε την πλήρη ενημέρωση, αλλά τα αρχικά δείγματα είναι εξόχως απογοητευτικά.

Θέλω απλώς να διατυπώσω και πάλι αίτημα- παράκληση ή απαίτηση, αν θέλετε- προς τους παριστάμενους Υπουργούς να εκμεταλλευτούμε τις ελάχιστες αυτές ώρες για να προσπαθήσουμε το χείριστο αυτό νομοθέτημα να το κάνουμε κατά το δυνατόν καλύτερο, μέσα στα πλαίσια της πραγματικότητας.

Για να γίνει όμως αυτό, πρέπει ευθέως να πείτε και στην Εθνική Αντιπροσωπεία και δι’ αυτής στην ελληνική κοινωνία την αλήθεια, ότι περιορίζετε δραματικά την προστασία, για να δούμε κι εμείς τι μπορούμε να κάνουμε για να βοηθήσουμε σε αυτό. Εάν συνεχίσετε με το λεξιλόγιο της αντιπολίτευσης, απλώς δεν μπορεί να προχωρήσει οτιδήποτε.

ΝΙΚΟΛΑΟΣ-ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΕΝΔΙΑΣ: Κύριε Υπουργέ, κατ’ αρχάς, δεν πρόκειται να καταναλώσω τον χρόνο των συναδέλφων σε διαξιφισμούς. Δεν χρειάζονται καθόλου.

Επί της ουσίας όσων είπατε, αν είναι επανάληψη του ν.4174/2013, παραπέμψτε ευθέως σε αυτόν. Σας παρατηρώ όμως το εξής. Δίνετε τεράστια διακριτική δυνατότητα εδώ, και πράγματι αναφέρεστε σε μέρος της απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων.
Γνωρίζετε, όμως, εσείς -είμαι βέβαιος- ότι με τόσο γενικά κριτήρια η εξοντωτική πράξη του νόμου στον Γενικό Γραμματέα θα κριθεί άκυρη, διότι η απόφαση του Γραμματέα είναι απολύτως ελεύθερη από το κείμενο αυτό και δεν θα σταθεί στη δικαιοσύνη. Σε φορολογικά θέματα είναι δεσμία η αρμοδιότητά του και πρέπει εδώ να προσδιορίσετε τη γενική περιγραφή της απόφασης που θα εκδώσει και εδώ δεν το κάνετε καθόλου. Κατά συνέπεια και αυτό που λέτε πάλι σε αδιέξοδο θα οδηγήσει.
Κύριε Πρόεδρε, μας διανεμήθηκαν νομοτεχνικές βελτιώσεις και θα πρέπει να ζητήσω κάποιες διευκρινίσεις από τον κ. Σταθάκη για να μπορέσουμε να διαμορφώσουμε άποψη, διότι δεν είναι όλες ευκρινείς.

Κύριε Σταθάκη, αν θέλετε το φέρνετε μπροστά σας, γιατί φαντάζομαι και για εσάς δεν θα είναι εύκολο. Η περίπτωση 1 είναι εντάξει, η περίπτωση 2 είναι εντάξει, όχι με την έννοια ότι συμφωνούμε, με την έννοια ότι αποκαθιστά τη λογική επάρκεια του κειμένου, γιατί πριν δεν υπήρχε.

Στην περίπτωση 3, εκεί που λέτε «αναδιατυπώνεται ως εξής», λέτε «βάσει του Κώδικα Δεοντολογίας των τραπεζών, όπου αυτός εφαρμόζεται». Τελειώνει η φράση εκεί στο κείμενο; Γιατί εδώ συνεχίζει το κείμενο και αν το συνεχίζουμε, αλλάζει το νόημα με τη φράση «κατά τον χρόνο της αρχικής καθυστέρησης του δανείου». Θα σας πρότεινα ρητά να αναφέρεται, εάν ερμηνεύω σωστά αυτό που θέλετε, ότι αυτό διαγράφεται.

Επίσης, να σας πω κάτι ερμηνεύοντας πάλι την άποψή σας για το 5. Όπως το έχετε, σε συνδυασμό με το 2 είναι πράγματι βελτίωση και αντιμετωπίζει σε έναν βαθμό την αντίφαση που έλεγα χθες στον κ. Τσακαλώτο και υπήρξε λίγο δύσκολο να μπορέσουμε να συνεννοηθούμε. Όμως, σας λέω ότι θα το καθιστάτε επίσης δυσχερές για τον οφειλέτη.
Δεν σας μιλώ πολιτικά τώρα, σας μιλώ μόνο τεχνικά. Όπως είναι, είναι δυσχερές για τον οφειλέτη, διότι το δικαστήριο θα το ερμηνεύσει το προϊόν της πιθανής εκκαθάρισης ως παράμετρο για να εγκρίνει όλο το σχέδιο. Έτσι όπως έχει γίνει, δεν μπορεί να το βγάλει στο σφυρί, αλλά θα του βάλει εξαιρετικά ψηλά το κριτήριο. Το λέω λειτουργώντας ως άτυπος νομικός σας σύμβουλος, το ξαναλέω, και όχι πολιτικά. Το κοιτάτε.

Επίσης, όσον αφορά την Τράπεζα της Ελλάδος στην παράγραφο 7, θα σας έλεγα το εξής: στο β΄ εδάφιο όσον αφορά την απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος, που θα πρέπει να ορίσει τη διαδικασία και κριτήρια που λαμβάνονται υπ’ όψιν για τον περιορισμό της μέγιστης ικανότητας αποπληρωμής, για να είναι δεσμευτική για τους πιστωτές που δεν είναι πιστωτικά ιδρύματα, θα σας πρότεινα να υπάρξει είτε Υπουργική Απόφαση είτε Προεδρικό Διάταγμα. Διότι η πράξη του Διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος δεν δεσμεύει κατ’ ανάγκη τον ιδιώτη πιστωτή και έτσι θα αστοχήσει η διάταξη, παρότι το προσπαθείτε.

Επιφυλλάσσομαι επίσης για δύο διορθώσεις, τις οποίες δεν μπόρεσα να βρω, για να τοποθετηθώ.

Ευχαριστώ, κύριε Υπουργέ».

Μετάβαση στο περιεχόμενο