Ομιλία επί του Σχεδίου Νόμου του Υπουργού Επικρατείας «Ρυθμίσεις Θεμάτων Δημόσιου Ραδιοτηλεοπτικού Φορέα, Ελληνική Ραδιοφωνία Τηλεόραση Ανώνυμη Εταιρεία και τροποποίηση του άρθρου 48 του Ν. 2190/1920»

«Καταρχήν, όσον αφορά το νομοθέτημα, θα μπορούσε κάνεις να πει πολλά. Δεν θέλω να τα επαναλάβω, γιατί τα περισσότερα έχουν ήδη λεχθεί από τους επιμελείς εισηγητές της μειοψηφίας.

Αξίζει, όμως, να υπογραμμίσει κανείς το καινοφανές της αναβίωσης εργασιακών σχέσεων με άλλο εργοδότη.

Δεν νομίζω ότι στην νομική επιστήμη έχει υπάρξει προηγούμενο, τουλάχιστον τα χρόνια του ελεύθερου ελληνικού κράτους και θα είναι πολύ ενδιαφέρον να δούμε πώς η ελληνική δικαιοσύνη θα ερμηνεύσει αυτό το καινοφανές.

Πέραν αυτού, όμως, ως προς την δημοκρατικότητα του νέου εγχειρήματος νομίζω ότι αξίζει κανείς, αγαπητέ κύριε Υπουργέ, να κάνει μια καταγραφή των αρμοδιοτήτων που με αυτό το νομοθέτημα δίνονται στον Υπουργό Επικρατείας, ο οποίος περίπου κάνει τα πάντα: Eγκρίνει το καταστατικό, συνυπογράφει τη συμφωνία αρχών, εκχωρεί τις συχνότητες, αναπροσαρμόζει το ανταποδοτικό τέλος, εγκρίνει τον προϋπολογισμό, εκπροσωπεί το Δημόσιο, διορίζει τα μέλη του ΔΣ, καθορίζει τις αμοιβές του Προέδρου και των υπολοίπων, εποπτεύει την τήρηση των διατάξεων, αποφασίζει για τα θέματα που σχετίζονται με την αναβίωση των συμβάσεων, συγκροτεί την Ειδική Επιτροπή Ελέγχου.

Δεν βλέπω να υπάρχει κάτι το οποίο να μην μπορεί να κάνει ο Υπουργός Επικρατείας και πραγματικά αναρωτιέμαι τι το δημοκρατικό υπάρχει σε μια νέα προσπάθεια, η οποία ξεκινάει με τέτοιο συγκεντρωτισμό και μάλιστα στα χέρια Υπουργού;

Η κρατούσα στάση στην Ευρώπη στα θέματα της κρατικής ραδιοτηλεόρασης είναι αυτό που υπήρχε στο προηγούμενο νομοθέτημα -ανεξαρτήτως αν με επιτυχία ή όχι αυτό εφαρμόστηκε- δηλαδή η δημιουργία εποπτικών συμβουλίων, τα οποία να λειτουργούν ως τοίχος μεταξύ της κυβερνητικής βούλησης, που πάντα δεδομένα, έστω και αν υπάρχουν καλύτερες προθέσεις, θέλει να επηρεάσει την κρατική τηλεόραση, και του διοικητικού συμβουλίου της εκάστοτε κρατικής τηλεόρασης.

Είναι προφανές ότι η πρώτη κυβέρνηση της Αριστεράς δεν επιθυμεί μια τέτοια δέσμευση δική της, τη δική της αυτοδέσμευση. Είναι κάτι το οποίο θα το δούμε στην πορεία του χρόνου.

Αλλά νομίζω ότι αντί να ασχοληθώ περισσότερο με την ΕΡΤ, έχει εδώ μια έννοια να κάνουμε έναν απολογισμό, γιατί σε ελάχιστες μέρες συμπληρώνονται οι εκατό πρώτες μέρες της νέας Κυβέρνησης, οι εκατό πρώτες μέρες -αν θέλετε- της κυβερνώσας Αριστεράς στην Ελλάδα. Πρόκειται για ένα εγχείρημα το οποίο ξεκίνησε με επικλήσεις αλλαγών ιστορικού μεγέθους, μιας νέας πραγματικότητας για τη χώρα και την κοινωνία.

Κοίταξα, λοιπόν, λίγο καταρχήν να δω το νομοθετικό έργο αυτής της νέας Κυβέρνησης της Αριστεράς. Η Κυβέρνηση έχει περάσει τρεις νόμους, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι: Ένα νόμο για την ανθρωπιστική κρίση -τον θυμάστε- στον οποίο οι δύο πρώτες σελίδες ήταν για την ανθρωπιστική κρίση, το συνολικό ποσό ήταν διακόσια περίπου εκατομμύρια και μόνο και το μεγαλύτερο κομμάτι αφορούσε τη σύσταση νέων γραμματειών, νέων θέσεων μετακλητών και ένα υπερελεγκτή των υπηρεσιών ελέγχου.

Ένα άλλο νομοθέτημα για τη ρύθμιση ληξιπρόθεσμων χρεών, το οποίο αφορά περίπου το 2% του συνόλου των εκκρεμών οφειλών και, επίσης, το τελευταίο νομοθετικό πόνημα της Κυβέρνησης για την απόλυση των βαριών ποινικών κρατουμένων, δηλαδή τη φωτογραφική διάταξη για τον κ. Σάββα Ξηρό.

Αυτό είναι το κυβερνητικό έργο της κυβερνώσας Αριστεράς τις πρώτες εκατό μέρες.

Θέλετε να προσθέσουμε σε αυτό και τις δύο ΠΝΠ, τις Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου; Η πρώτη αφορά τη Βιομηχανία Ζάχαρης και τη διευκόλυνση μεγάλων οφειλετών προς το δημόσιο και η δεύτερη αφορά την ενθυλάκωση των πόρων -αφενός μεν της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, αφετέρου δε των Πανεπιστημίων- επίσης από την κεντρική κυβέρνηση για την αντιμετώπιση των αναγκών.

Εδώ αξίζει να πει κανείς, πέρα από το ότι αντιλαμβάνομαι ότι το κράτος εάν πιέζεται, έχει την δυνατότητα να προσφύγει οπουδήποτε, αυτό είναι κατανοητό, ότι αυτό το οποίο είναι πρωτοφανές εδώ για την Αριστερά, κύριε Υπουργέ, είναι ότι η Αριστερά, ως κυβερνώσα Αριστερά, παραβαίνει ένα από τα «ιερά τέρατα» του τρόπου με τον οποίο απευθυνόταν στην κοινωνία τόσα χρόνια, την επίκληση της αυτοδυναμίας της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και της αυτονομίας των Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων.

Μιλάμε αφενός για την ανεξαρτησία των Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων ως αμιγώς πνευματικής εργασίας, αλλά από την άλλη επιφυλάσσουμε στον εαυτό μας την ευκαιρία να ενθυλακώνουμε τα ταμειακά τους διαθέσιμα οποιαδήποτε στιγμή. Πώς αυτά τα δύο πράγματα συμβιβάζονται, αυτό φαντάζομαι η Κυβέρνηση πιθανόν θα μπορούσε κάποια στιγμή να μας το πει.

Εάν πάμε στο οργανωτικό επίπεδο της κυβερνώσας Αριστεράς, έχουμε αυτό το καινοφανές σχήμα των Υπουργών με τους πολλούς αναπληρωτές Υπουργούς. Δεν θέλω να είμαι κακός, σας προλέγω όμως ότι τους επόμενους τρεις μήνες αυτό θα αναγκαστείτε να το αλλάξετε, κύριες και κύριοι του ΣΥΡΙΖΑ. Θα το αλλάξετε απλώς, διότι οι δυσλειτουργίες, οι οποίες παρατηρούνται είναι απίστευτες και είναι απολύτως βέβαιο ότι θα τις έχετε δει και εσείς.

Πέραν, λοιπόν, και αυτού του οργανωτικού θριάμβου της κυβέρνησης της Αριστεράς, το άλλο θέμα στο οποίο καταγράφει θριάμβους είναι το μεταναστευτικό. Νομίζω ότι δεν υπάρχει ένας άνθρωπος σε αυτήν την Αίθουσα, ο οποίος δεν θα έχει αντιληφθεί το πλήρες χάος στο μεταναστευτικό, την πλήρη αποσάθρωση του υπάρχοντος μηχανισμού. Θέλετε είχε προβλήματα; Θέλετε χρειαζόταν βελτιώσεις; Θέλετε χρειαζόταν παρεμβάσεις; Όλα αυτά να τα συνομολογήσουμε. Όμως, αντιμετωπίσεις του τύπου ηλιακής ακτινοβολίας στην Ομόνοια φοβούμαι ότι παρέλκουν και καθόλου δεν βοηθούν.

Όμως, αυτό που νομίζω ότι αξίζει κανείς να υπογραμμίσει ως κορωνίδα της κυβερνητικής αποτελεσματικότητας είναι το θέμα της διαπραγμάτευσης. Κατ’ αρχάς, κυρίες και κύριοι, είθισται τους τελευταίους τρεις μήνες στην Ελλάδα η «δαιμονοποίηση» του κ. Βαρουφάκη. Βοηθάει και ο ίδιος με το στυλ, τις δηλώσεις, τις αστοχίες του, αλλά πρέπει να είμαστε σε αυτό καθαροί και συνεννοημένοι. Η χώρα έχει Σύνταγμα, σύμφωνα με το Σύνταγμα υπεύθυνος του κυβερνητικού έργου είναι εξής ένας, ο Πρωθυπουργός της χώρας. Το να «δαινομοποιούμε» τον κ. Βαρουφάκη και να αφήνουμε στο απυρόβλητο τον κύριο Πρωθυπουργό, αυτό νομίζω είναι και θεσμικά σφάλμα, εκτός από πραγματικό λάθος.

Τι έγινε, λοιπόν, σε αυτήν τη διαπραγμάτευση αυτές τις εκατό ημέρες; Κατ’ αρχάς, τα ατελέσφορα «μπρος-πίσω»: Η συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου από την οποία δεσμευτήκαμε σε συγκεκριμένα πράγματα, δεν πήραμε ούτε ένα ευρώ και επιστρέψαμε και 11 δισεκατομμύρια του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Από κει και πέρα, βεβαίως, ούτε λόγος για τη διαγραφή του χρέους, για το οποίο είχε ξεκινήσει η Κυβέρνηση με μεγαλοστομίες και ο υποβιβασμός σε «ηθική υποχρέωση» του θέματος των γερμανικών επανορθώσεων.

Στο μεσοδιάστημα αυτής της «επιτυχούς» πορείας, η οικονομία στεγνώνει κι ενώ η Κυβέρνηση επικαλείται τη μη λήψη υφεσιακών μέτρων ως αιτία αυτής της φερόμενης ως σκληρής διαπραγμάτευσης, από την άλλη η ίδια η δραστηριότητά της έχει ένα τεράστιο υφεσιακό αποτέλεσμα στην οικονομία.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η τελευταία Κυβέρνηση είχε μία βάσιμη πρόβλεψη περί ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας το 2015 της τάξης του 2,5%. Χθες ο κύριος Πρωθυπουργός στην εκπομπή του κ. Χατζηνικολάου, διορθούμενος βέβαια από τον κ. Χατζηνικολάου, μίλησε για μάξιμουμ 1,5% και δεν δεσμεύτηκε ούτε γι’ αυτό. Λυπάμαι -χωρίς να θέλω να γίνω άγγελος κακών, δεν το εύχομαι άλλωστε- που θα σας πω ότι είναι αμφίβολο αν η ελληνική οικονομία θα παρουσιάσει το οποιοδήποτε θετικό πρόσημο το 2015 και αυτό θα συμβεί, βεβαίως, αν η Κυβέρνηση στρέψει αμέσως πορεία. Αν συνεχίσει έτσι, είναι προφανές ότι πηγαίνουμε κατευθείαν σε μια βαθύτατη ύφεση.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, υπάρχει ένας πίνακας του Ρέμπραντ στον οποίο ένας βασιλιάς της Βαβυλώνας βλέπει από πάνω του την εικόνα του Ιεχωβά, ο οποίος του λέει τις γνωστές λέξεις στην Αραμαϊκή: «mene, mene, teqel, upharsin», δηλαδή «σε μέτρησα, σε ζύγισα και βρέθηκες λειψός».

Σας ευχαριστώ πολύ.

(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας)

Μετάβαση στο περιεχόμενο