Στην εκπομπή «Ακραίως» του τηλεοπτικού σταθμού «Σκάι»

Ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος και Βουλευτής Β’ Αθηνών της Νέας Δημοκρατίας Νίκος Δένδιας, συμμετείχε σήμερα το πρωί στην εκπομπή «Ακραίως» που παρουσιάζει ο δημοσιογράφος Τάκης Χατζής στον τηλεοπτικό σταθμό «Σκάι».

 

Μεταξύ άλλων, ο κ. Δένδιας ανέφερε:

• Δεν θα έλεγα ότι ο κόσμος μας είναι μπερδεμένος. Nομίζω ότι το πράγμα είναι περίπου απλό. Υπάρχουν δύο διαφορετικά θέματα, το ένα είναι επί της ουσίας το ίδιο το ζήτημα της διαπραγμάτευσης με τα Σκόπια. Το δεύτερο, το ζήτημα της διαδικασίας που ακολούθησε ο πρωθυπουργός – όχι η κυβέρνηση και σωστά παρατηρήθηκε – απέναντι στα άλλα κόμματα, στο κοινοβούλιο και στην ελληνική κοινωνία.

• Όσον αφορά το θέμα των Σκοπίων, ευθέως εμείς λέμε κάτι πάρα πολύ απλό: Ότι θα πρέπει να ξεκινήσει αυτός ο διάλογος με προϋποθέσεις σαφείς για την αλλαγή του Συντάγματος των Σκοπίων, ως προς τα στοιχεία που αναφέρονται σε αλυτρωτισμό.

• Δεν είναι αντιφατικό, καθώς δεν ζητάμε να αλλάξει το Σύνταγμά της σε όσα αφορούν την χώρα τους, αλλά σε όσα αφορούν τις αναφορές που συνιστούν έμμεση αλλά σαφή διεκδίκηση απέναντι στην Ελλάδα.

• Εμείς λέμε ότι πρώτα να ξεκινήσουν από αυτό οι Σκοπιανοί, το οποίο είναι για εμάς αυτονόητο και από εκεί και πέρα να μπούμε σε μια συζήτηση επί του θέματος της ονομασίας, χωρίς να θεωρείται δεδομένο ότι εμείς εκχωρούμε τη χρήση του όρου “Μακεδονία” στους Σκοπιανούς.

• Δεν έχει καμία έννοια όταν ξεκινάς μια διαπραγμάτευση να εκχωρείς από την αρχή κάτι στην απέναντι πλευρά. Αυτό συνιστά διαπραγματευτικό λάθος.

• Κανείς δεν αρνείται το ιστορικό παρελθόν και των διαπραγματεύσεων και του προβλήματος και πάρα πολύ καλά έγινε και εδώ κατανοητό ότι είναι ένα πρόβλημα που ξεκινά από τον Τίτο, τότε που η Ελλάδα δεν μπορούσε να ανοίξει μέτωπο με τον Τίτο γιατί είχε άλλα θέματα με το τότε Σύμφωνο της Βαρσοβίας. Αναγκαζόμασταν σαν χώρα τότε, χωρίς να μας αρέσει καθόλου, να ανεχόμαστε αυτή την εσωτερική ονομασία, καθώς δεν ήταν κράτος τότε η FYROM.

• Πάμε τώρα στη διαδικασία για το τι λέμε και νομίζω ότι και σε αυτό έχουμε δίκιο. Καλώς είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στον πρωθυπουργό ότι η εθνική συναίνεση είναι απαραίτητη. Πώς το έχει επιδιώξει αυτό ο πρωθυπουργός μέχρι τώρα; Πρώτον, δεν έχει κυβερνητική συναίνεση διότι ό,τι και να λέει ο κ. Αλεξιάδης και καταλαβαίνω τη θέση του, αυτό πρέπει να πει, δεν είναι δυνατόν ο πρωθυπουργός να λέει “άλφα” και την ίδια μέρα ο Υπουργός Άμυνας να αρθρογραφεί σε μεγάλη και σοβαρή εφημερίδα και να λέει τα ανάποδα. Αυτά είναι καταγεγραμμένα, ανάποδα απολύτως. Αυτά δεν είναι σοβαρά πράγματα.

• Δεύτερον, δεν υπήρξε καμία ενημέρωση από τον πρωθυπουργό προς τους πολιτικούς αρχηγούς, ούτε μυστική ούτε οτιδήποτε. Αυτό είναι ασύνηθες. Ακόμη και στο παρελθόν, όταν υπήρχαν πολύ κακές προσωπικές σχέσεις – εάν θέλετε ο Κώστας Καραμανλής δεν είχε καλές σχέσεις με τον Γιώργο Παπανδρέου και είναι γνωστό αυτό – παρά ταύτα υπήρχε για αυτό το εθνικό θέμα συνεννόηση και ενημέρωση. Ο κ. Τσίπρας επέλεξε για λόγους που αυτός ξέρει και για εμένα είναι ακατανόητοι, να μην ενημερώσει κανέναν.

• Ο πρωθυπουργός προσπάθησε στην αγωνία του για την πολιτική του επιβίωση να χρησιμοποιήσει ένα εξωτερικό θέμα για να διχάσει την αντιπολίτευση. Αυτό πήγε να κάνει. Δεν το έκανε κατά λάθος που δεν ενημέρωσε. Εμείς δεν έχουμε καμία εμπιστοσύνη σε έναν πρωθυπουργό που δεν εκπροσωπεί την κυβέρνησή του, άρα την κυβερνητική πλειοψηφία και στην πραγματικότητα δια της Βουλής το Έθνος, αλλά μόνο το κόμμα του. Δεν έχουμε καμία εμπιστοσύνη στο ότι δεν χρησιμοποιεί και εμάς για να μπορέσει να λύσει τα προβλήματα. Νομίζω ότι δεν υπάρχει Έλληνας που να μας αδικεί σε αυτό. Δεν υπάρχει ένας Έλληνας που να μας λέει “όχι, ο κ. Τσίπρας είναι ένας ειλικρινής άνθρωπος, σε ό,τι είπε έλεγε την αλήθεια και μπορείς να βασιστείς σε αυτά”.

• Επί της ουσίας πρέπει τα Σκόπια πρώτα να αφαιρέσουν από το Σύνταγμά τους αλυτρωτικούς όρους – δηλαδή ό,τι συνιστά διεκδίκηση έναντι της Ελλάδος – και από εκεί και πέρα να καθίσουμε να λύσουμε το θέμα του ονόματος χωρίς να θεωρούν οι Σκοπιανοί οτιδήποτε δεδομένο. Εάν πηγαίνουμε έχοντας εκχωρήσει κάτι, είναι μια λάθος διαπραγματευτική τακτική, δε νομίζω ότι υπάρχει αμφιβολία για αυτό.

• Σε ότι αφορά την δήλωση μου περί της ανάγκης επίδειξης “συνταγματικής σοβαρότητας” από την κυβέρνηση, δεν είναι βαρύ. Δε νομίζω ότι διαφωνεί κανείς ότι το ζήτημα των Σκοπίων είναι ένα σοβαρό θέμα, και μάλιστα καθίσταται ακόμη σοβαρότερο διότι μας εμποδίζει να στοιχηθούμε όλοι στην αντιμετώπιση του ίδιου εθνικού προβλήματος και κύριου εθνικού κινδύνου που έρχεται από την ανατολή.

• Σε αυτή την περίπτωση λοιπόν, όταν ο πρωθυπουργός ξεκινάει μια τέτοια διαπραγμάτευση πρέπει κατ’ ελάχιστον να εκπληρώνει έναν όρο και σε αυτό πηγαίνει το “συνταγματικό”: Να εκπροσωπεί την κυβέρνησή του, δηλαδή την κυβερνητική πλειοψηφία στη Βουλή, δηλαδή την πλειοψηφία του ελληνικού λαού στο σύστημα της αστικής δημοκρατίας.

• Ο πρωθυπουργός ξεκινάει διαπραγμάτευση σε μείζον εθνικό θέμα και όχι μόνο δεν έχει εξασφαλίσει την κυβερνητική συνοχή, αλλά κύριος υπουργός του αρθρογραφεί εναντίον της θέσης που πρωθυπουργός εκφράζει και να λέει “ότι εγώ δεν το δέχομαι”. Δεν αντιλέγω ότι είναι πάγια θέση του κ. Καμμένου αλλά ξέρετε κ. Χατζή, η ζωή αναδεικνύει τέτοια προβλήματα.

• Με ρώτησαν και είπα ότι κανείς δεν μπορεί να απαγορεύσει σε οποιονδήποτε – και στον Στρατηγό – να κάνει κόμμα και αυτό ισχύει. Όποιος Έλληνας πολίτης θέλει μπορεί να κάνει κόμμα και να απευθυνθεί στην ελληνική κοινωνία.

• Η Νέα Δημοκρατία είναι μια μεγάλη παράταξη, ελπίζει και πιστεύει ότι θα μπορέσει να πείσει την πλειοψηφία των Ελλήνων να στοιχηθούν μαζί της σε μια πρόταση για να βγούμε από την κρίση. Κατά συνέπεια, απαντώντας στην ερώτησή σας, καθόλου δεν φοβάμαι τη δημιουργία οποιουδήποτε κόμματος, οπουδήποτε στον πολιτικό χώρο.

• Την άποψή μου στο θέμα των συλλαλητηρίων που την έχω εκφράσει ευθέως από την πρώτη στιγμή. Την είπα πριν και μετά τη συγκέντρωση, θα την πω ξανά μετά την επόμενη συγκέντρωση, η οποία πιθανόν να είναι και πολύ μεγάλη. Δεν πιστεύω στα συλλαλητήρια σε θέματα εξωτερικής πολιτικής. Πιστεύω ότι δεν είναι χρήσιμα. Πιστεύω ότι διεγείρουν το θυμικό περισσότερο και εμποδίζουν τη λογική η οποία πρέπει να είναι και η βάση κάθε συζήτησης και μάλιστα σε έναν λαό όπως οι Έλληνες, που κακά τα ψέματα, το θυμικό το έχουμε ιδιαιτέρως ανεπτυγμένο.

• Είναι βέβαιο ότι το ζήτημα αυτό αγγίζει και δικαίως αγγίζει μια πολύ μεγάλη μερίδα συμπολιτών μας. Είναι αυτονόητο. Υπάρχει εθνικό φιλότιμο και εθνική υπερηφάνεια. Εάν θέλετε υπάρχει συσσωρευμένο αίσθημα εθνικής ταπείνωσης μετά από την τελευταία κρίση και με τον τρόπο που μας φέρθηκαν πάρα πολλοί εταίροι και φίλοι μας. Οι οποίοι μας μίλησαν και μας έδωσαν δείγματα συμπεριφοράς τα οποία εν πάση περιπτώσει δεν ήταν δείγματα εταίρων και φίλων, άρα καταλαβαίνω απολύτως ένα κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας που έχει φιλότιμο, συσσωρευμένη οργή και επιθυμία να πει αυτό που πραγματικά πιστεύει, πηγαίνοντας στην πλατεία και φωνάζοντας. Είναι απόλυτο και συνταγματικό του δικαίωμα. Δεν υπάρχει θέμα περί αυτού.

• Από μικρό παιδί θυμάμαι πάρα πολύ καλά κάτι από το μάθημα της Ιστορίας: Ο Ελευθέριος Βενιζέλος στη πλατεία Συντάγματος, ολόκληρη η πλατεία να του φωνάζει “Συντακτικήν” (Βουλή) και ο Ελευθέριος Βενιζέλος να επαναλαμβάνει “Αναθεωρητικήν”. Την τρίτη φορά δε που του φώναξε η πλατεία, εκείνος είπε: “Είπον: Αναθεωρητικήν!” . Και η συζήτηση τελείωσε εκεί.

• Εδώ πρέπει να γίνουν δύο πράγματα, πριν καθίσουμε και συζητήσουμε. Το πρώτο είναι τα αλυτρωτικά που πρέπει να φύγουν. Δεν υπάρχει καμία έννοια να πάμε σε κάποια υπόθεση εργασίας εάν δεν βλέπουμε αυτό να γίνεται και το δεύτερο, να ενοποιηθεί η κυβερνητική γραμμή. Να σταματήσει η ιστορία με τον κλεφτοπόλεμο του ενός κόμματος της κυβερνητικής πλειοψηφίας έναντι του άλλου.

• Εάν αυτά τα δύο εκπληρωθούν, από εκεί και πέρα να ξέρετε ότι πάντοτε η Νέα Δημοκρατία κάνει το εθνικό της καθήκον. Αλλά να το κάνει και απέναντι σε μια σοβαρή κυβέρνηση. Εάν δεν υπάρχει σοβαρή κυβέρνηση, τι να κάνει η Νέα Δημοκρατία και ο Κυριάκος Μητσοτάκης;

• Μακάρι να ήταν αλήθεια αυτό που έλεγε ο κ. Αλεξιάδης, όλοι εδώ μένουμε και φορολογούμαστε. Μακάρι να μας περίμενε ένας χρόνος ελαχιστοποίησης φόρων. Δυστυχώς, εγώ αυτό που ξέρω και που έχει ψηφίσει η κυβερνητική πλειοψηφία είναι ότι πάμε για 1,9 δισ. ευρώ επιπλέον βάρη από την τσέπη του Έλληνα πολίτη. Αυτό είναι το 2018.

Μετάβαση στο περιεχόμενο