Αγόρευση και παρεμβάσεις στην Ολομέλεια της Βουλής κατά τη συζήτηση του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης: «Εξωδικαστικός μηχανισμός στήριξης οφειλών επιχειρήσεων»

Ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος της ΝΔ Νίκος Δένδιας ανέφερε στην αγόρευσή του σήμερα στην Ολομέλεια της Βουλής, όπως επίσης κατά τις παρεμβάσεις του, στη συζήτηση επί του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης: «Εξωδικαστικός μηχανισμός στήριξης οφειλών επιχειρήσεων»:

 

Επί της διαδικασίας συζήτησης και ψήφισης του σ.ν.:

«Η δική μας άποψη είναι ότι δεν υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος λόγος για τον οποίο θα πρέπει να πιεστεί το νομοθετικό έργο.

Αυτό είναι ένα εξαιρετικά σημαντικό νομοθέτημα όχι κατά το περιεχόμενό του, αλλά κατά το ζήτημα το οποίο ρυθμίζει.

Δυστυχώς, κατά το περιεχόμενό του θεωρούμε ότι είναι ατυχέστατη περίπτωση και κατά τούτο, έχουμε την ελπίδα ότι μέσα από μια μακρά συζήτηση, αλλά -θέλω να σας είμαι ειλικρινής- και μέσα από χρόνο που θα δοθεί στην Κυβέρνηση μέσα σ’ αυτό το τριήμερο να μελετήσει όσα θα λεχθούν στην κοινοβουλευτική διαδικασία, να υπάρξουν κάποιες αλλαγές που να το καταστήσουν βιώσιμο.
Από την άλλη, αν υπάρχει κάποιος λόγος που, κατά τη δική σας κρίση, η οποία είναι πάντοτε σεβαστή, θα επέβαλλε να τελειώσουμε σήμερα, να το συζητήσουμε. Όμως, εμείς δεν το βλέπουμε.

Γι’ αυτό θα ήθελα να προτείνω να μη βιαστούμε και να ακολουθήσουμε όχι απλώς μια χαλαρή, αλλά, αν μου επιτρέπετε, και πολυτελή διαδικασία συζήτησης. Ούτως ή άλλως, η Κυβέρνηση έχει εξαγγείλει αυτό το νομοθέτημα εδώ και δυόμισι χρόνια. Το φέρνει τώρα. Γιατί σε μια ημέρα; Ποιος είναι ο λόγος να το συζητήσουμε σε μία ημέρα;»

Επί της 76ης επετείου κατάληψης της Αθήνας από τα ναζιστικά στρατεύματα (27.04.1941):

«Κύριε Πρόεδρε, θα ήθελα απλώς να προσφέρω στη συζήτηση -δεν πρόκειται ακριβώς περί συζητήσεως, αλλά εν πάση περιπτώσει ορθά θίγεται το θέμα και δεν έχουμε καμία αντίρρηση γι’ αυτό- το εξής: Το μείζον πρόβλημα το οποίο αντιμετωπίζει η ελληνική έννομη τάξη και οποιαδήποτε έννομη τάξη στο ζήτημα των γερμανικών αποζημιώσεων, δεν είναι το θέμα της παραγραφής, αλλά το θέμα της ετεροδικίας.

Θα πρότεινα, λοιπόν, στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, αφού είχε την πρωτοβουλία να συντάξει το ενδιαφέρον αυτό κείμενο, να ενσκήψει στο θέμα της ετεροδικίας και να επανέλθει, καταθέτοντας τη σκέψη της για το πώς θα μπορούσε η ελληνική έννομη τάξη να αντιμετωπίσει το ζήτημα αυτό.

Επίσης, εάν θέλετε να το δείτε από επιστημονική πλευρά, υπάρχει μία ανάλυση στο «Νομικό Βήμα» του 2016 εξαιρετικά ενδιαφέρουσα.

Ξαναλέω, όμως, ότι θέλει τεράστια νομική προσπάθεια και τεράστια νομική σκέψη για να δούμε πώς μπορούμε από κοινού -διότι πραγματικά υπήρξαν ειδεχθή εγκλήματα τα θύματα των οποίων ουδέποτε αποζημιώθηκαν- να δούμε τα ζητήματα αυτά».

Επί της εκπρόθεσμης βουλευτικής τροπολογίας σύμφωνα με την οποία εταιρίες στις οποίες μεταβιβάζονται περιουσιακά στοιχεία του κράτους στο πλαίσιο διαδικασιών αποκρατικοποίησης να απαλλάσσονται από παραβάσεις λαθρεμπορίας που τελέστηκαν κατά την περίοδο που το περιουσιακό στοιχείο ήταν υπό κρατική ιδιοκτησία.

«Κυρία Υπουργέ, πρέπει να σας πω ότι η στάση σας μας κάνει αλγεινή εντύπωση. Αλγεινή εντύπωση! Κι είστε νέα Υπουργός.

Η βουλευτική αυτή τροπολογία, κύριε συνάδελφε, φέρεται ως κατατεθείσα σήμερα στις 10.15 το πρωί. Από τις 10.15 το πρωί πότε προλάβατε να συνεννοηθείτε με το Υπουργείο Οικονομικών, να εξηγήσετε τα παραγωγικά αίτια της βουλήσεώς σας και τις περιπτώσεις που αφορά, να ερευνήσει το Υπουργείο Οικονομικών περί τίνος πρόκειται και να εμφανιστεί αιφνιδίως εδώ η κυρία Υφυπουργός και να μας πει ότι την αποδέχεται; Και μάλιστα, με το σκεπτικό, το οποίο -μου επιτρέπει την έκφραση- εψέλλισε, δεν είπε.

Η ερώτηση είναι σαφής, κυρία Υπουργέ: Γιατί δεν έχετε το θάρρος να τη φέρετε εσείς; Είναι προφανές ότι υπάρχει προσυνεννόηση. Τι είναι αυτά που κάνετε; Πού νομίζετε ότι νομοθετείτε; Στη Μποτσουάνα; Τι είναι αυτά τα χάλια;

Ποιοι κρύβονται εδώ; Να έλθετε ευθέως και να μας πείτε τι αφορά, τι ποσό αφορά. Να μας φέρετε την έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και από εκεί και πέρα να αποφασίσουμε.
Έχετε περάσει ως κυβερνητική πλειοψηφία σωρεία τέτοιων τροπολογιών και σας τις έχω πει παρουσία του κυρίου Πρωθυπουργού εδώ. Δεν μπορούμε να προσθέτουμε τέτοια ρουσφέτια.
Ελάτε ευθέως να μας πείτε –ευθέως!- ποιον αφορά, τι ποσό αφορά. Κι αν πραγματικά υπάρχει ανάγκη να βοηθήσουμε σ’ επένδυση, να βοηθήσουμε κι εμείς μαζί σας.

Όμως, αυτά είναι κουτοπόνηρα. Παίρνετε έναν Βουλευτή, τον βάζετε να καταθέσει μια τροπολογία. Αν ανακρίνω τον κύριο συνάδελφο, αμφιβάλλω αν γνωρίζει και ποιους αφορά.

Και έρχεστε τώρα εδώ και μας λέτε αυτά που μας λέτε μέσα σε δύο ώρες από όταν κατατέθηκε η τροπολογία. Τι είναι αυτά τα πράγματα; Πού νομίζουμε ότι είμαστε επιτέλους εδώ πέρα»;

Επί του συζητουμένου σ.ν.

«Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Κατ’ αρχάς θα ήθελα να ξεκινήσω από το εξής. Σήμερα το πρωί επισκέφθηκε τον Πρόεδρο της Βουλής ο Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, ο κ. Κυριάκος Μητσοτάκης. Η επίσκεψη είχε σκοπό να επιστήσει ο Αρχηγός της Αντιπολίτευσης την προσοχή του Προέδρου της Βουλής στο θεσμικό θέμα του τρόπου νομοθέτησης.

Ο κ. Μητσοτάκης έκανε δηλώσεις μετά. Είναι ήδη στη διάθεσή σας. Θέλω να πω, όμως, ότι αυτό το οποίο μας κάνει τραγική εντύπωση είναι ότι «πριν αλέκτορα φωνήσαι» εμφανίστηκε, κύριε Υπουργέ, ενώπιόν μας η τροπολογία-προσθήκη του συναδέλφου κ. Δημητριάδη, η οποία επιβεβαιώνει στο σύνολό της ως σφραγίδα τα όσα ο κ. Μητσοτάκης και η Νέα Δημοκρατία ισχυρίζονται περί του τρόπου νομοθέτησης.

Πρόκειται για μια νομοθεσία απαράδεκτη επί του γονάτου της επικαιρότητας, στην καλύτερη περίπτωση, ή υπό το νέφος της πιθανής διαφθοράς, στη χειρότερη περίπτωση, όπως αυτή που αντιμετωπίζουμε εδώ.
Κύριε Υπουργέ, επειδή έχετε εσείς τη θεσμική ευθύνη, θέλω να μου πείτε αν την αποδέχεστε ή όχι. Σας παρακαλώ, μη θεωρήσετε ότι έχουμε την υπομονή να

αναμείνουμε στο τέλος της συζήτησης να μας πείτε τι θα κάνετε, με την ελπίδα να έχουμε ξεχάσει το ζήτημα ή να έχει διαλάθει της προσοχής μας.

Ξαναλέω ότι αν η Κυβέρνηση θεωρεί ότι αυτή η ρύθμιση είναι απαραίτητη ώστε να ενθαρρυνθούν επενδυτές στη χώρα, ας το εξηγήσει, ας φέρει αιτιολογική έκθεση, ας φέρει έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και εμείς είμαστε εδώ να συμπαρασταθούμε. Το έχουμε κάνει πολλές φορές, κάτι που η τωρινή κυβερνητική πλειοψηφία δεν έκανε ποτέ.

Αυτός ο τρόπος της νομοθέτησης, όμως, σε κάθε λογικό άνθρωπο βάζει υπόνοιες, βαριές υπόνοιες, κύριε Υπουργέ. Και επειδή είστε πρόσφατα επανελθών στην Ελλάδα και λίγο καιρό Υπουργός και επειδή και η Κυβέρνηση δεν θα μακροημερεύσει -θα μου επιτρέψετε να σας πω, χωρίς προσωπικό στοιχείο- κι ούτε εσείς πρόκειται να μακροημερεύσετε σε αυτή την καρέκλα, είναι κρίμα σε αυτή τη μικρή περίοδο να σας μείνουν ρετσινιές, που στο τέλος-τέλος δεν σας ανήκουν και δεν σας χαρακτηρίζουν.

Προχωρώ τώρα στο υπό κρίσιν θέμα.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αυτό είναι το υπ’ αριθμόν ένα θέμα της ελληνικής οικονομίας, τα «κόκκινα» δάνεια.

Όταν ο τότε Πρωθυπουργός, ο κ. Σαμαράς, μου έκανε την τιμή να με κάνει Υπουργό Ανάπτυξης τον Ιούνιο του 2014 επέλεξα αυτό το ζήτημα ως ένα από τα δύο ζητήματα με τα οποία έπρεπε να ασχοληθώ. Τότε δημιουργήθηκε ένας ολόκληρος σχεδιασμός -θα σας πω μετά- για το τι θα έπρεπε να γίνει.
Δεν είναι μόνο το νομοθέτημα 4307/2014, αυτό που έχετε την καλοσύνη πολλοί από εσάς να το αποδίδετε στο όνομά μου. Είναι πιο πολύπλοκο. Υπήρχε και άλλο νομοθέτημα.

Τότε τα «κόκκινα» δάνεια ήταν μάξιμουμ γύρω στα 70 δισεκατομμύρια. Αυτή τη στιγμή, κατά τους καλύτερους υπολογισμούς, είναι 110-120 δισεκατομμύρια. Σας διαβεβαιώ ειλικρινά -και θυμηθείτε το- ότι δεν υπάρχει ούτε μία στο εκατομμύριο η ελληνική οικονομία να ανακάμψει, αν δεν ρυθμιστεί αυτό το ζήτημα. Δεν γίνεται. Δεν μπορεί να έρθουν επενδύσεις στην Ελλάδα όταν όλοι οι φορείς επιχειρηματικότητας είναι υπερχρεωμένοι. Καθιστά αδύνατη τη συνέχιση της οικονομικής δραστηριότητας.

Ξαναλέω ότι δεν κινούμαστε σε κενό χρόνο. Επιδεινώνεται ραγδαία η κατάσταση.

Εδώ, λοιπόν, έχουμε μια προσπάθεια που έχει αναγγελθεί από την Κυβέρνηση εδώ και δύο-δυόμισι χρόνια και η οποία έχει τον φιλόδοξο τίτλο «Εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων».

Θα θέλαμε να είναι μια επιτυχημένη προσπάθεια. Είναι; Δεν είναι, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, και σας το λέω χωρίς καμία διάθεση αντιπολιτευτικής κριτικής, αλλά απλώς με την αγωνία ενός ανθρώπου που είδε, νομίζω, έγκαιρα –γιατί το 2014 δεν ήταν μνημονιακή μας υποχρέωση η ρύθμιση αυτού του θέματος- την τεράστια προβληματικότητα και προσπάθησε και που βλέπει μετά από δυόμισι χρόνια το ίδιο ζήτημα να βρίσκεται σε πολύ χειρότερη κατάσταση.
Είναι προφανές ότι δεν είναι εξωδικαστικός, είναι προφανές ότι δεν είναι μηχανισμός και είναι προφανές ότι δεν συνιστά ρύθμιση. Τι εξωδικαστικός; Το άρθρο 12 προβλέπει προσφυγή στη Δικαιοσύνη.

Ρώτησε ο ευρυμαθής συνάδελφος, ο κ. Καρράς, προηγουμένως γιατί δεν απαντήθηκε το ερώτημα με τη λογική απάντηση -που προφανώς αυτή είναι-, την εκτελεστότητα. Η εκτελεστότητα, αν αυτή ήταν η επιλογή και το ερώτημα, θα μπορούσε να επιτευχθεί με άλλες μεθόδους, παραδείγματος χάρη συμβολαιογραφικό έγγραφο. Δεν χρειαζόταν να επιβαρύνουμε τη Δικαιοσύνη.
Ούτως ή άλλως, όμως, όλα αυτά τα ανέπτυξε ο εισηγητής μας, ο κ. Γεωργαντάς και οι συνάδελφοι οι οποίοι μίλησαν, ο κ. Γεωργιάδης, ο κ. Χατζηδάκης, ο κ. Μηταράκης προηγουμένως. Δεν έχει έννοια εγώ να τα επαναλάβω.

Λέω απλώς ότι εδώ αυτό το οποίο συμβαίνει είναι ότι εισηγείστε, κύριε Υπουργέ, ένα σχέδιο προαιρετικής διαπραγμάτευσης, χωρίς εργαλεία πίεσης και χωρίς κίνητρα και υπ’ αυτή την έννοια δεν υπάρχει καμία πιθανότητα αυτό να υλοποιηθεί.

Και σαν να μην έφτανε αυτό, υπάρχει εδώ μια τεχνική προϋπόθεση, η δημιουργία μιας ηλεκτρονικής πλατφόρμας η οποία επίσης δεν υπάρχει και η οποία κατά τις καλύτερες των προβλέψεων, από ό,τι φαίνεται, ίσως να είναι έτοιμη στο τέλος του χρόνου και μέσω αυτής της πλατφόρμας θα πρέπει να διακινηθούν άπειρες πληροφορίες. Διότι αυτό το νομοθέτημα έχει και έναν υφέρποντα γραφειοκρατικό μηχανισμό, εικοσιπέντε πιστοποιητικά, πράγματα, θάματα, τα οποία είναι εξαιρετικά δύσκολο -το ξέρετε, μην κοροϊδευόμαστε, στην Ελλάδα ζούμε όλοι- να μπορέσουν να λειτουργήσουν.
Φανταστείτε λοιπόν όχι κίνητρα, όχι ποινές, όχι τεχνική υποστήριξη, όχι οτιδήποτε που να μπορεί να διευκολύνει, ώστε να αποφευχθεί η γραφειοκρατία και όμως, ελπίδα ότι θα λυθεί το μεγαλύτερο πρόβλημα ιδιωτικού χρέους στην ιστορία του πλανήτη, με την εξαίρεση του ιταλικού, που όμως έχει διαφορετικές παραμέτρους.

Άρα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι περίεργο να σας πω ότι δεν υπάρχει μία στο εκατομμύριο να λειτουργήσει; Σας παρακαλώ πάρα πολύ, του χρόνου εδώ να κάνουμε ξανά -θα είμαστε σε άλλους ρόλους πιθανότατα, αλλά δεν έχει σημασία- με όσους βρίσκονται στην Αίθουσα την ίδια συζήτηση.

Πιθανόν. Πάντως να είμαστε συνεννοημένοι, έχει συνταγματική κατάληξη και αυτή συνιστά και το τέλος σας.

Θα μου πείτε τώρα: Ωραία, μας τα λες. Γιατί δεν τα έκανες; Σωστό.

Πάμε πίσω να δούμε, λοιπόν, τι κάναμε. Θα μου επιτρέψετε δυο λεπτά για αυτό.

Κατ’ αρχάς, ο ν. 4307, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είχε μια τελείως διαφορετική φιλοσοφία. Ο ν. 4307, αυτός που έχετε την καλοσύνη να τον λέτε νόμο ‘Δένδια’, δεν λειτούργησε για δύο λόγους. Ο πρώτος λόγος είναι ότι δεν ήταν το σύνολο του νόμου. Το αρχικό νομοθέτημα προϋπέθετε, είχε ένα επόμενο κομμάτι, γιατί έπρεπε η προσέγγιση να είναι ολιστική και αυτή η φιλοσοφία είναι ορθή. Είναι λάθος ο νόμος, αλλά σωστή η φιλοσοφία. Έπρεπε να είναι μέσα και το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία και το κομμάτι των χρεών προς τις τράπεζες και τους ιδιώτες.

Το αρχικό σχέδιο, λοιπόν, του νόμου τότε τα είχε όλα. Τότε εγώ διαφώνησα με τον κ. Χαρδούβελη. Αποτέλεσμα ήταν ότι ο νόμος περιορίστηκε και πέρασε μόνο ως το κομμάτι που αφορά και είχε τη στενή μου αρμοδιότητα πια, το ιδιωτικό χρέος και μάλιστα, την ημέρα που εγώ είχα μετακινηθεί ήδη στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Ήρθα εδώ, εισηγήθηκα τον νόμο και πήγα να αναλάβω το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας.

Ως προς το δεύτερο κομμάτι, όμως, θα μου επιτρέψετε να σας πω γιατί δεν λειτούργησε ο νόμος, διότι πράγματι δεν λειτούργησε. Είπε, βέβαια, μια κυρία συνάδελφος προηγουμένως ότι δεν υπεβλήθη καμία αίτηση. Ανακριβές. Υπεβλήθησαν περίπου εξήντα ή κάτι τέτοιο. Όμως, να μην κοροϊδευόμαστε μεταξύ μας, η πραγματικότητα είναι ότι δεν λειτούργησε. Γιατί δεν λειτούργησε;

Θα σας πω εγώ γιατί δεν λειτούργησε. Διότι το απαξιώσατε εσείς την ημέρα που εξελέγητε. Ο κ. Σκρέκας ο οποίος με διαδέχθηκε, είχε φροντίσει ήδη να εκδοθούν και τα templates, τα υποδείγματα για τον νόμο και μόλις έγινε ο κ. Σταθάκης τότε, αν θυμάμαι καλά, Υπουργός και η Κυβέρνηση στο σύνολό της, διακήρυξαν ότι θα υπάρξει σεισάχθεια, θα χαριστούν όλα τα λεφτά.

Κατά συνέπεια, η πρόβλεψη του νομοθετήματος, του 4307, που προέβλεπε περικοπές μέχρι 50% θεωρήθηκε απολύτως ανεπαρκής. Και εμένα, αν μου έλεγαν ότι θα μου τα χαρίσουν όλα, γιατί να υπαχθώ σε έναν νόμο που στην καλύτερη περίπτωση και υπό προϋποθέσεις θα μου έκοβε μόνο τα μισά; Ξέρετε κανέναν ο οποίος θα έμπαινε σε αυτή τη λογική;

Άρα, το να λέτε ότι το υπόδειγμα είναι λάθος, διότι δεν εφαρμόστηκε, όταν εσείς εξασφαλίσατε τις προϋποθέσεις για να μην εφαρμοστεί, με συγχωρείτε, αλλά μας οδηγεί σε έναν φαύλο κύκλο.

Θέλω να σας πω και κάτι άλλο επίσης, για να είμαστε ειλικρινείς μεταξύ μας.

Αυτό το νομοθέτημα, κύριε Υπουργέ, δεν έχει ελληνική υπογραφή, εκτός αν εσείς μου διαψεύσετε την πληροφορία που έχουμε. Έχουμε σαφή πληροφόρηση ότι είναι γραμμένο από συγκεκριμένο νομοτεχνικό εκτός Ελλάδος, έχει σταλεί γραμμένο στην Ελλάδα και μετεφράσθη μόνο από νομικό γραφείο, με ελάχιστες διαφοροποιήσεις.

Είναι ένα νομοθέτημα γραμμένο εκτός Ελλάδος, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι. Εμείς το αντιγράψαμε! Το μεταφράσαμε και το αντιγράψαμε! Με καλές προθέσεις εγράφη εκτός Ελλάδος -εγώ δεν κατηγορώ κανέναν-, όμως, εν αγνοία πλήρως της ελληνικής πραγματικότητας, με την αντίληψη ότι αν γνωρίζουμε το πρόβλημα, παραδείγματος χάριν -λέω μια χώρα- στην Ισπανία, μπορούμε να λύσουμε και το πρόβλημα στην Ελλάδα, αγνοώντας ότι είναι διαφορετικές οι παράμετροι. Το ότι χρωστάω στην Ισπανία, δεν σημαίνει ότι έχω τα ίδια προβλήματα όταν χρωστάω και στην Ελλάδα και ότι αντιμετωπίζω τις ίδιες προκλήσεις. Και συνήθως, δεν χρησιμοποιώ χώρες κατά τύχη.

Όμως, εδώ υπάρχει, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, και μια άλλη ευθύνη, των δανειστών μας, της τρόικας. Να είμαστε και σε αυτό συνεννοημένοι. Διότι το ότι δέχονται και συνομολογούν αυτά τα πράγματα, νομίζω ότι δημιουργεί και ένα ερώτημα για τη δυνατότητά τους να βοηθήσουν τη χώρα στον εκσυγχρονισμό της. Διότι σε όλα αυτό το εγχείρημα προφανώς η θεωρητική του θεμελίωση δεν είναι μόνο να εισπραχθούν ή να εξυπηρετηθεί το χρέος από τους δανειστές, είναι, όπως ισχυρίζονται τουλάχιστον οι δανειστές, και ο εκσυγχρονισμός της χώρας. Τολμώ να πω μάλιστα ότι μερικοί, όταν μιλάνε ο ένας στον άλλο, μιλάνε για βίαιο εκσυγχρονισμό της χώρας. Όταν, λοιπόν, υπάρχει ανάγκη εκσυγχρονισμού της χώρας, υπάρχει ανάγκη και σοβαρότητας του πλαισίου εκσυγχρονισμού αυτής της χώρας.

Αυτό το οποίο συμβαίνει, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι -και σας το λέω με πόνο ψυχής, ανεξαρτήτως κόμματος και παρατάξεως- είναι ότι το δίκαιο της Ελλάδος έχει μετατραπεί σε μια κουρελού, μια άθλια κουρελού χωρίς καμία νομοτεχνική αρτιότητα, χωρίς καμία φιλοσοφία καν πίσω από αυτό, με διατάξεις οι οποίες εισβάλλουν από δύο διαφορετικές κατευθύνσεις, το ίδιο αφιλοσόφητες και οι δύο: το ένα μέρος μέσω των νομοθετημάτων που έχουν να κάνουν με τα μνημόνια, των μνημονιακών νομοθετημάτων και από την άλλη, μέσω των Οδηγιών, οι οποίες επίσης στερούνται φιλοσοφίας, επίσης εισέρχονται με έντονη αυθαιρεσία μέσα στο ελληνικό δίκαιο και καταστρέφουν τις δομές του. Όταν τελειώσει αυτή η περίοδος και γυρίσουμε πίσω να δούμε τι απέμεινε από το ελληνικό δίκαιο, η στιγμή θα είναι εξαιρετικά μελαγχολική.

Επανέρχομαι, λοιπόν, και λέω το εξής. Δεν βοηθάει αυτό το νομοθέτημα. Δεν βοηθάει σε καμία κατεύθυνση. Δεν βοηθάει πρακτικά, διότι δεν μπορεί να επιλύσει το ζήτημα. Δεν βοηθάει θεσμικά, διότι δεν έχει, πέραν της αρχικής φιλοσοφικής σκέψης του συνόλου των οφειλών κάτω από μία ομπρέλα, κανέναν μηχανισμό και καμία άλλη σκέψη, η οποία να μπορεί να εξυπηρετήσει κάτι. Έτσι γίνεται και αυτό ένα κομμάτι μιας ολόκληρης σειράς νομοθετημάτων, τα οποία δεν έχουν κανέναν πρακτικό αποτέλεσμα.

Και επειδή ίσως να λέτε ότι αυτά είναι αντιπολιτευτικά λόγια, να σας θυμίσω τα εξής. Θυμάστε τον ν. 4412/2016 για τις δημόσιες συμβάσεις; Αυτός ο νόμος προέβλεπε δεκάδες κανονιστικές πράξεις. Νόμος του 2016. Μέχρι στιγμής έχουν εκδοθεί δύο από αυτές. Ο νόμος είναι ανενεργός».

Θυμάστε τον ν. 4441/2016 για την απλοποίηση της ίδρυσης επιχειρήσεων, ο οποίος ήρθε εδώ με φανφάρες; Αυτός ο νόμος προέβλεπε δέκα κανονιστικές πράξεις. Από αυτές τις δέκα, έχει εκδοθεί μία. Ο νόμος είναι ανενεργός.

Θυμάστε τον άλλο νόμο, τον ν. 4442/2016, για το θεσμικό πλαίσιο άσκησης οικονομικής δραστηριότητας; Αυτός προέβλεπε άνω των είκοσι. Είκοσι πέντε τις έχω μετρήσει εγώ, αλλά υπάρχει θέμα, που θα μπορούσε να το κάνει κανείς και στις είκοσι κανονιστικές πράξεις. Πρέπει να σας πω ότι δεν έχει εκδοθεί ούτε μία.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, πέραν των άλλων, το συγκεκριμένο Υπουργείο, η συγκεκριμένη Κυβέρνηση, λοιπόν, έχει μακρά προϋπηρεσία στη νομοθέτηση άστοχων νομοθετημάτων, μη εφαρμόσιμων και μη υλοποιήσιμων. Μην προσθέσετε άλλο ένα σε αυτή τη μακρά σειρά».

Μετάβαση στο περιεχόμενο