Άρθρο στην εφημερίδα “Εστία” με τίτλο «Δίνουμε την μάχη για το μέλλον μας»

Η χώρα μας βρίσκεται ενώπιον των πλέον κρίσιμων, αχρείαστων και ενδεχομένως επιζήμιων εκλογών της σύγχρονης Ιστορίας της. Το διακύβευμα των εκλογών αυτών είναι πολύ βαθύτερο από το απλοϊκό «μνημόνιο-αντιμνημόνιο» και ευρύτερο από την αποφυγή ή όχι του GREXIT. Στις εκλογές αυτές καλούμαστε να επιλέξουμε το μοντέλο κρατικής, κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης που θέλουμε.

Θα βαδίσουμε τον δύσκολο δρόμο των μεταρρυθμίσεων, των τομών και αλλαγών; Ή θα υποχωρήσουμε άτακτα στο παρελθόν; Θα προβούμε στον δομικό και ευρωπαϊκό εκσυγχρονισμό του Κράτους και της Οικονομίας ή θα εγκλωβιστούμε σε ένα Βαλκανικό μοντέλο υπανάπτυξης; Θα απελευθερώσουμε την Οικονομία και την επιχειρηματικότητα; Ή θα περιχαρακώσουμε τον Κρατισμό; Θα λειτουργούμε με ευνομία και συνταγματική τάξη ή θα επανέλθει η ανομία και το μπάχαλο; Θα είμαστε μια Δυτική χώρα στα Βαλκάνια, ή μια Βαλκανική χώρα στην Ευρώπη;
Δημιουργείται μέσα μου η βεβαιότητα ότι αν θέλουμε να επιβιώσουμε ως χώρα και ως λαός, είναι απαραίτητη προϋπόθεση να αντιληφθούμε το απόλυτα κομβικό σημείο που βρισκόμαστε και να αναλογιστούμε τη διαδρομή μέσα από την οποία φτάσαμε μέχρι εδώ. Χρειαζόμαστε μια πλήρη ενδοσκόπηση του πλέγματος αξιών, πρακτικών και αντιλήψεων που κυριάρχησαν στην Μεταπολίτευση, για να εντοπίσουμε τις παθογένειες που οδήγησαν στην κρίση. Μια κρίση που δεν είναι μόνο οικονομική αλλά και κρίση αξιών!

Σύμφωνα με την δική μου ανάγνωση της σύγχρονης μεταπολιτευτικής Ιστορίας μας, από το 1981 και μετά, δημιουργήθηκαν σταδιακά οι συνθήκες που συνδυαστικά και προϊόντος του χρόνου επέφεραν την κρίση που σήμερα βιώνουμε.

Επιγραμματικά: Αποδομήθηκαν οι “θεσμοί” χωρίς αυτοί να αντικατασταθούν από άλλους. (Θυμίζω το περίφημο και Μουσολινικό/Βοναπαρτικό “Δεν υπάρχουν Θεσμοί παρά μόνο ο Λαός”, Ανδρέας Παπανδρέου, Κοζάνη Απρίλιος του 1989). Υπήρξε η πλήρης κομματικοποίηση του Κράτους (η κατάργηση των θέσεων Γενικών Διευθυντών συνετέλεσε τα μέγιστα σε αυτό). Ισοπεδώθηκε κάθε έννοια αριστείας συντελώντας έτσι στη δημιουργία μιας ισοπεδωτικής κουλτούρας. Επικράτησε κατά συνέπεια η νοοτροπία της “ήσσονος προσπάθειας” και του “ελάχιστου κοινού παρανομαστή”. Διαλύθηκε η Παιδεία, καταργήθηκαν τα πρότυπα Σχολεία και με τον Νόμο-Πλαίσιο του 1982, τα Πανεπιστήμια μεταλλάχθηκαν από κιβωτοί γνώσης και έρευνας σε θερμοκοιτίδες ανομίας και παραγωγής κομματικών στελεχών. Απαξιώθηκαν οι «αστικές» Αρχές και Αξίες προς χάριν της ταχείας κοινωνικό-οικονομικής ανόδου με κάθε μέσο. Επικράτησε έτσι ένα μοντέλο χυδαίου καταναλωτισμού και “νομιμοποιήθηκαν” κοινωνικά τα κατώτερα ένστικτα.

Κάθε τι «λαϊκό» βαφτίστηκε γνήσιο και αυθεντικό. Εκθειάστηκε η δύναμη της μάζας και του «δρόμου» και αναδείχτηκε ισχυρότερη του Νόμου και του κοινωνικού συμφέροντος. Με όχημα την ιδεολογική κυριαρχία της Αριστεράς δημιουργήθηκε ένα σύστημα αξιών που δικαιολογούσε αν όχι εκθείαζε τη βίαια διαμαρτυρία, που βάφτιζε κάθε παράλογη απαίτηση ως “αγώνα”, κάθε προνόμιο ως “δημοκρατική κατάκτηση”, που αποσυνέδεε τα δικαιώματα από τις υποχρεώσεις, που θεωρούσε τον αστυνομικό αντίπαλο και όχι συνταγματικό φρουρό ταγμένο στην υπηρεσία και τη προστασία του κοινωνικού συνόλου και που συκοφαντούσε κάθε προσπάθεια επιβολής της τάξεως, ως “καταστολή”.

Όλα αυτά επέφεραν τον σταδιακό εκμαυλισμό της κοινωνίας. Η ατομική ευθύνη διαχύθηκε μέσα από τις συντεχνιακές συλλογικότητες και εξαλείφθηκε τελείως. Μέσα σε ένα κρατικιστικό μοντέλο χωρίς ηθική πυξίδα, η διαφθορά γιγαντώθηκε και αναδείχτηκε σε μια συνήθη και αναμενόμενη πρακτική, σε κάθε επίπεδο.
Καταλύτης για τον ταχύ και ανεξέλεγκτο μετασχηματισμό, από μία παραδοσιακή κοινωνία με συντηρητικές αξίες, σε μία κατακερματισμένη κοινωνία συντεχνιών και μικροσυμφερόντων χωρίς ηθικό έρμα, υπήρξε η επικράτηση ενός αριστερόστροφου λαϊκισμού που διαπέρασε και εμπότισε σχεδόν ολόκληρο το πολιτικό και κοινωνικό φάσμα. Ο λαϊκισμός αποτέλεσε την κυρίαρχη ιδεολογία και οι θεωρίες συνωμοσίας το βασικό εργαλείο επεξήγησης της πραγματικότητας (επειδή ακριβώς υπάρχει δυσαρμονία της πραγματικότητας με τους μύθους που ο λαϊκισμός παράγει και συντηρεί).

Η άρνηση όμως της πραγματικότητας είναι πολύ επικίνδυνο φαινόμενο και δεν μπορεί να γίνεται εσαεί. Εάν υπάρχει μέλλον για την Ελλάδα, υπάρχει μέσω αλλαγών και μεταρρυθμίσεων. Αν δεν αλλάξουμε νοοτροπία, αν δεν ανασυγκροτήσουμε την κοινωνία και την οικονομία πάνω σε υγιείς βάσεις, αν δεν αλλάξουμε παραγωγικό μοντέλο, η σύγκρουση με την πραγματικότητα μπορεί να είναι συντριπτική και με ανυπολόγιστες συνέπειες. Και διατρέχουμε τον κίνδυνο η σύγκρουση αυτή να συμβεί μέσα σε λίγες εβδομάδες!

Εφ’ όσον πράγματι επιθυμούμε να παραμείνουμε στη χορεία των ανεπτυγμένων κρατών, οφείλουμε να «επανεκκινήσουμε» το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας μας. Η Ελληνική κοινωνία και οι θεσμοί οφείλουν να υποστούν ριζικό εκσυγχρονισμό, ως αποτέλεσμα ενσυνείδητης παραδοχής της βαθύτατης υστέρησής μας. Η ψευδεπίγραφη ευδαιμονία των τελευταίων δεκαετιών επέτρεψε την πλάνη της ευμάρειας χωρίς παραγωγή, της δημιουργίας πλούτου χωρίς μόχθο.

Για όλα τα παραπάνω δίνουμε τη μάχη. Μια μάχη για το σήμερα και για το αύριο. Μια μάχη για ένα μοντέλο κοινωνίας και οικονομίας που θα εγγυάται κοινωνική δικαιοσύνη, ανάπτυξη, ευημερία, ευνομία και πρόοδο.

Δεν είναι μάχη μόνο για το κόμμα μας, για εμάς, για την οικογένειά μας, για τα παιδιά μας. Είναι μάχη για τη Πατρίδα μας διαχρονικά.

Μετάβαση στο περιεχόμενο