Χαιρετισμός στα εγκαίνια της έκθεσης της ΥΔΙΑ για τα 200 χρόνια από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης

Κύριοι Υπουργοί,

Κύριε Γενικέ Γραμματέα,

Αγαπητή κυρία Πρόεδρε, κυρία Διευθύντρια του Μουσείου που φιλοξενεί την έκθεση

Κυρίες και κύριοι,

Με αίσθημα ιδιαίτερης τιμής εγκαινιάζω την έκθεση 200 και πλέον εγγράφων της συλλογής του Διπλωματικού και Ιστορικού Αρχείου του Υπουργείου Εξωτερικών.

Η Έκθεση αυτή διοργανώνεται με την ευκαιρία του εορτασμού των 200 ετών από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης.

Στη διαδικτυακή της μορφή, εγκαινιάσθηκε λίγες ημέρες πριν από την 25η Μαρτίου.

Ακολούθως, όπως είπε και η κα Διευθύντρια προηγουμένως, ταξίδεψε στο Περθ, στη Μελβούρνη, στη Σαγκάη, στο Αλγέρι.

Σήμερα, έχουμε την χαρά να την παραδώσουμε στους πολίτες της Αθήνας, μέσα στο επιβλητικό και φιλόξενο, Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο, την Κιβωτό της Βυζαντινό-Χριστιανικής παράδοσης στην πρωτεύουσα του νέου Ελληνισμού. Συνιστά η παράδοση αυτή, η Βυζαντινό-Χριστιανική, μια πολύ σημαντική πνευματική παρακαταθήκη στην πορεία της Ανθρωπότητας.

Και μου δίνεται εδώ η ευκαιρία να υπογραμμίσω, την υποχρέωση όλων των κρατών να προστατεύουν αυτή την Πολιτιστική Κληρονομιά.

Να προστατεύουν, ιδιαίτερα, τα μνημεία αυτής της κληρονομιάς, όπως η Αγία Σοφία, όπως η Μονή της Χώρας που αποτελούν μέρος της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς. Τα μνημεία αυτά, κατά παράβαση των σχετικών διεθνών δεσμεύσεων που έχουν αναληφθεί, χρησιμοποιούνται πλέον, δυστυχώς, σήμερα για άλλους λόγους.

Η Ελλάδα και πάρα πολλές χώρες, η συντριπτική πλειοψηφία των χωρών του κόσμου, λυπάται βαθιά για την ακατανόητη αυτή επιλογή της τουρκικής κυβέρνησης.

Επιλογή που συνδυαζόταν, τουλάχιστον μέχρι πρόσφατα, με την στενή υποστήριξη της Μουσουλμανικής Αδελφότητας ως πολιτικής κίνησης, όχι ως θρησκευτικού φαινομένου μόνο. Με την στήριξη της απόπειρας της Μουσουλμανικής Αδελφότητας να αποσταθεροποιήσει σειρά χωρών της περιοχής, χωρών – φίλων της Ελλάδας.

Αναμένουμε από την Τουρκία να μεταβάλλει τη νέο-οθωμανική πολιτική της. Να ενισχύσει τα δείγματα της στροφής που αχνά διαφαίνεται ότι πραγματοποιεί. Να επιστρέψει στην παράδοση του κοσμικού κράτους. Να σεβαστεί τα μνημεία που άλλοι ρωμαλέοι πνευματικοί πολιτισμοί εγκατέστησαν στο έδαφός της. Να επαναπροσεγγίσει τις οικουμενικές αξίες.

Με κάθε σεβασμό, αυτό νομίζω ότι είναι και το συμφέρον της τουρκικής κοινωνίας. Και θα μου επιτραπεί να πω ότι αυτό εκτιμώ ότι συνιστά και τη θέληση ενός πολύ σημαντικού – ίσως και πλειοψηφικού – μέρους της τουρκικής κοινωνίας που προσβλέπει στην Ευρώπη και στις οικουμενικές αξίες.

Επανερχόμενος τώρα τη σημερινή πολύ σημαντική έκθεση, ελπίζω μέσα στους επόμενους μήνες να καταστεί δυνατό, αναλόγως με την εξέλιξη της πανδημίας, να φιλοξενηθεί και σε άλλες πόλεις.

Στην πατρίδα μας την Ελλάδα, αλλά και στο εξωτερικό.

Στόχος του εγχειρήματός είναι να αναδειχθεί η σύναψη διμερών σχέσεων της Πατρίδας μας με κάθε ένα από τα κράτη της εποχής, έως τη δεκαετία του 1840.

Ξεκινώντας από την αναγνώριση του Αγώνα των επαναστατημένων Ελλήνων από την Αϊτή το 1822. Ελπίζω ότι η εσωτερική κατάσταση της Αϊτής θα μου επιτρέψει να την επισκεφθώ μέχρι το τέλος του χρόνου και να ευχαριστήσω εκ μέρους της κυβέρνησης Μητσοτάκη και της κυβέρνησης της Ελλάδας γι’ αυτή την αναγνώριση τότε.

Επίσης, υπάρχουν στοιχεία αναγνώρισης από μια άλλη τότε νεοσύστατη τότε χώρα, τις ΗΠΑ, με την διακήρυξη του Προέδρου Monroe το 1822.

Μια διακήρυξη, η οποία ήταν στην ουσία η πρώτη αναγνώριση του Αγώνα των Ελλήνων από ηγέτη μεγάλης χώρας, ο οποίος έκανε αναφορά στην χώρα ως Ελλάδα.

Στη συνέχεια η έκθεση αναφέρεται στη σύναψη διπλωματικών και προξενικών σχέσεων με τις Μεγάλες Δυνάμεις, κατά τα τελευταία έτη της Επανάστασης.

Φθάνει στη δημιουργία δεκάδων προξενικών Αρχών σε μεγάλο μέρος του κόσμου, μόλις κατά την πρώτη δεκαετία μετά την Ανεξαρτησία μας.

Η δημιουργία του διπλωματικού και προξενικού δικτύου της ελεύθερης, πλέον, Ελλάδας απετέλεσε ουσιώδη προϋπόθεση για την ολοκλήρωση της ανεξαρτησίας της.

Συνέβαλε, επίσης, καθοριστικά στην εδραίωση της ύπαρξής της μεταξύ των υπολοίπων ελεύθερων και ανεξάρτητων κρατών της εποχής.

Το νεοσύστατο Υπουργείο Εξωτερικών ήταν ο πρωτεργάτης του δικτύου αυτού.

Έτσι έγινε και πάλι αισθητή η παρουσία της Ελλάδας στις πρωτεύουσες, στις μεγάλες πόλεις, στα λιμάνια του τότε κόσμου.

Αναδεικνύεται, επίσης, το ενδιαφέρον των ξένων κρατών να αποστείλουν διπλωματικούς και προξενικούς αντιπροσώπους τους στην ελεύθερη Ελλάδα.

Αντιπροσώπους που στη συνέχεια οι περισσότεροι έγιναν ένθερμοι Φιλέλληνες.

Παρουσιάζονται, μεταξύ άλλων, άγνωστες πτυχές των πρώτων αυτών διπλωματικών και προξενικών αποστολών.

Η ιστορία τους είναι ενδεικτική της στάσης της παγκόσμιας κοινότητας απέναντι στην ελληνική Ανεξαρτησία.

Αλλά και της διάθεσής της να αναπτύξει στενές σχέσεις η παγκόσμια κοινότητα με το νεοσύστατο ελληνικό κράτος, φορέα όμως μιας τεράστιας παράδοσης.

Ένα ελληνικό κράτος που αντιμετωπίστηκε πλέον ως ισότιμο μέλος της διεθνούς κοινότητας.

Κλείνοντας, επιτρέψτε μου να ευχαριστήσω όλους όσους στάθηκαν αρωγοί στη δημιουργία και επιμέλεια της Έκθεσης.

Θα ήθελα, επίσης, να ευχαριστήσω θερμά την Επιτροπή «Ελλάδα 2021», διότι έθεσε το συγκεκριμένο έργο του Υπουργείου μας υπό την αιγίδα της.

Κυρίες και κύριοι,

Η Έκθεση που παραδίδουμε σήμερα στους πολίτες της Αθήνας καταδεικνύει ότι, με την Επανάσταση, η Ελλάδα ξαναβρήκε τη θέση της στο παγκόσμιο γίγνεσθαι.

Το Υπουργείο Εξωτερικών συμπληρώνει έτσι άλλη μία ψηφίδα στην ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης, στην ιστορία της πατρίδας μας.

Σας ευχαριστώ πολύ.

Μετάβαση στο περιεχόμενο