Με ποια έγκριση και ποιες εγγυήσεις έναντι μετόχων και απλών αποταμιευτών η Κυβέρνηση αναχρηματοδοτεί την ‘αμηχανία’ της με τις καταθέσεις των ελληνικών τραπεζών και των αποταμιευτών τους;

Προς:

α)τον κ. Υπουργό Οικονομικών

β) τον κ. Υπουργό Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας & Τουρισμού

Η αδυναμία της να αποκαταστήσει τη διεθνή χρηματοδότηση του δημοσίου χρέους, οδηγεί την Κυβέρνηση σε οριακές για την πραγματική οικονομία επιλογές, όπως η ‘στράγγιση’ κάθε μορφής διαθεσίμων των φορέων της γενικής κυβέρνησης και ο ιδιότυπος βραχυπρόθεσμος δανεισμός μέσω έκδοσης εντόκων γραμματίων που καλύπτονται αποκλειστικά από τα εγχώρια χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, αυξάνοντας ανησυχητικά την πίεση που δέχονται τα τελευταία.

Οι τραπεζικές καταθέσεις καταγράφουν μείωση περίπου 30 δισ. ευρώ από τον περασμένο Δεκέμβριο μέχρι σήμερα, από τις αρχές του έτους νέα «κόκκινα» δάνεια ύψους 1,5 δισ. ευρώ έχουν προστεθεί στη δεξαμενή των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ενώ οι τραπεζικές μετοχές πωλούνται μαζικά τους τελευταίους μήνες, με αποτέλεσμα η συνολική χρηματιστηριακή αξία των τεσσάρων συστημικών τραπεζών να έχει μειωθεί κατά 33 δισ. ευρώ σε σχέση με τον Μάρτιο του 2013.

Για ν’ ανταπεξέλθουν στην πίεση αυτή, οι ελληνικές τράπεζες δεν έχουν άλλη επιλογή χρηματοδότησης, παρά μόνον την παροχή έκτακτης ρευστότητας μέσω του μηχανισμού ELA, η οποία όμως παρέχεται με επιτόκιο αυξημένο κατά 150 μονάδες βάσης σε σχέση με τη βασική χρηματοδότηση της ΕΚΤ. Μόλις χθες, Τετάρτη, 22.04.2015, η παροχή ρευστότητας αυξήθηκε κατά 1,5 δισ. ευρώ, η δε συνολική πρόσβαση των ελληνικών τραπεζών στον ELA ανέρχεται πλέον σε 75,5 δισ. ευρώ.

Παρά τις δυσκολίες αυτές, εξακολουθούν να καλύπτουν τις ανάγκες του Δημοσίου για ρευστότητα και αναχρηματοδότηση του χρέους, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τις πρόσφατες δημοπρασίες εξάμηνων και τρίμηνων εντόκων γραμμάτιων της 08.04.2015 και 15.04.2015, κατά τις οποίες το ελληνικό Δημόσιο άντλησε 1,138 και 812,5 δισ. ευρώ, αντίστοιχα, όπου δεν συμμετείχαν ξένοι επενδυτές και το ελληνικό χρέος αγοράστηκε εξ ολοκλήρου από εγχώριες τράπεζες.

Αυτό συνέβη παρ’ ότι η ΕΚΤ επανέλαβε πρόσφατα τη σύστασή της προς τις διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών όχι μόνον να μην αυξήσουν τη συμμετοχή τους στα έντοκα γραμμάτια, αλλά να την περιορίσουν και σε επίπεδο ομίλου, περιλαμβάνοντας πλέον και τις θυγατρικές τους εταιρείες.

Η προστασία των εγχωρίων τραπεζικών ιδρυμάτων από περαιτέρω πιστωτικούς κινδύνους, μετά και την πρόσφατη ανακεφαλαιοποίησή τους, συνιστά στοιχειώδη υποχρέωση της Κυβέρνησης και των διοικήσεών τους, προκειμένου να προστατεύσουν την φερεγγυότητά τους, να καθησυχάσουν τους μετόχους και αποταμιευτές τους και να διοχετεύσουν ρευστότητα στην πραγματική οικονομία.

Αυτό είναι κρίσιμης σημασίας μετά τη συμφωνία του Eurogroup της 20.02.2015 και την υπογραφή – χωρίς νομοθετική εξουσιοδότηση (!) – της από 27.02.2015 επέκτασης της Κύριας Σύμβασης Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης του EFSF/ΕΤΧΣ για τη χώρα μας, διότι με τα κείμενα αυτά επιστράφηκαν στο EFSF τα ομόλογα ύψους 10,9 δισ. ευρώ που είχαν παραμείνει διαθέσιμα στο Ελληνικό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) μετά την ανακεφαλαιοποίηση των εγχωρίων τραπεζικών ιδρυμάτων (2012-2013). Επομένως, τυχόν νέα ανακεφαλαιοποίησή τους θα γίνει με το νέο κανονισμό του ESM και τη νέα Οδηγία 2014/59/ΕΕ (Bank Recovery and Resolution Directive), δηλ. πρώτα με κεφάλαια των μετόχων και αποταμιευτών τους και κατόπιν του ESM και του ΤΧΣ.

Κατόπιν τούτων,

ερωτώνται οι κ.κ. συναρμόδιοι Υπουργοί,

α) Με ποιες αποφάσεις, ποια προηγούμενη ενημέρωση των μετόχων και αποταμιευτών και ποια πρόνοια για την προστασία των συμφερόντων τους, αποφασίζεται σε κάθε περίπτωση η συμμετοχή των εγχωρίων πιστωτικών ιδρυμάτων σε δημοπρασίες εντόκων γραμματίων;

β) Ποιο είναι σήμερα το ύψος του δημοσίου χρέους που ευρίσκεται στα ‘χέρια’ ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων;

Ο ερωτών βουλευτής

Νίκος Δένδιας

Μετάβαση στο περιεχόμενο