Ομιλία κατα την κοινή συνεδρίαση των αρμόδιων Επιτροπών της Βουλής με θέμα ημερήσιας διάταξης: Επεξεργασία και εξέταση του σχεδίου νόμου «Επείγοντα μέτρα εφαρμογής του ν.4334/2015 (Α΄ 80)»

Ο Βουλευτής της Β΄Αθήνας Νίκος Δένδιας, ως Εισηγητής της Νέας Δημοκρατίας στην κοινή συνεδρίαση της Διαρκούς Επιτροπής Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης, της Διαρκούς Επιτροπής Οικονομικών Υποθέσεων, της Διαρκούς Επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου και της Διαρκούς Επιτροπής Κοινωνικών Υποθέσεων, με θέμα ημερήσιας διάταξης: Επεξεργασία και εξέταση του σχεδίου νόμου «Επείγοντα μέτρα εφαρμογής του ν.4334/2015 (Α΄ 80)», ανέφερε κατά την πρωτολογία του:

 

«Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ο λόγος που υπάρχει η διαδικασία των Επιτροπών, είναι για να κάνουμε μια σοβαρή συζήτηση επί των κειμένων των διατάξεων και να εκμεταλλευόμαστε αμοιβαία τις απόψεις, ώστε να υπάρξει ένα αποτέλεσμα καλύτερο του εισερχομένου προς ψήφιση στην εθνική αντιπροσωπεία.

Πριν, λοιπόν, σχολιάσω ορισμένα θέματα, θα ήθελα με την άδειά σας, κύριε Πρόεδρε, να ρωτήσω ευθέως τον Υπουργό Δικαιοσύνης: Έχετε, κύριε Υπουργέ, περιθώρια αλλαγών επί του συγκεκριμένου κειμένου το οποίο εισάγεται εσείς προς ψήφιση;

Αναφέρομαι, στο κείμενο της τροπολογίας, το οποίο έχουν θέσει υπόψη μας οι Δικηγορικοί Σύλλογοι της χώρας, καταρχήν, αλλά και σε διάφορα άλλα, όπως την εισήγηση στον Άρειο Πάγο τα οποία θα θέλαμε να σας προτείνουμε εμείς; Ναι ή όχι;

Διότι, εάν δεν έχετε το παραμικρό περιθώριο, δεν έχει καμία έννοια να απασχολώ τους κύριους συναδέλφους, με σκέψεις επί των οποίων ίσως και αυτοί θα μπορούσαν να έχουν μια χρησιμότατη συνεισφορά.

Τώρα, θα ήθελα να απαντήσετε, κύριε Υπουργέ, εάν θέλετε να απαντήσετε, βέβαια, διότι δεν μπορούμε να σας υποχρεώσουμε (…).

Μπορούμε να το κάνουμε αυτό και στην Ολομέλεια και σας ευχαριστώ πολύ, κύριε Υπουργέ, για την δήλωση.

Δεν θα επεκταθώ αγαπητοί κύριοι συνάδελφοι, αλλά θα μου επιτρέψετε, εφόσον λάβουμε θετική απάντηση, να κάνουμε μια συζήτηση επί συγκεκριμένων άρθρων του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, επί των οποίων κατά τη δική μου άποψη, μπορεί ίσως να υποστηριχθεί και άλλη, θα μπορούσαν να επέλθουν βελτιώσεις στο κείμενο της Επιτροπής Χαμηλοθώρη.

Το δεύτερο που θα ήθελα να σας παρακαλέσω, κύριοι Υπουργοί, και θα ήθελα αγαπητοί κύριοι συνάδελφοι να συμφωνήσουμε σε αυτό, όλοι μαζί. Κοιτάξτε, νομίζω ότι βρισκόμαστε – και το συμφωνούμε όλοι αυτό – σε μια πάρα πολύ δύσκολη συγκυρία και το τελευταίο πράγμα το οποίο έχει να κάνει κανείς σε μια πολύ δύσκολη συγκυρία, είναι: Πρώτον, να αναζητά την προσωπική του δικαίωση για το παρελθόν. Δηλαδή, να έρθω εγώ και να σας πω, ότι και εσείς μου φερθήκατε στο παρελθόν όταν ήμουν Υπουργός, με τον άλφα ή τον βήτα τρόπο, ή να εμποδίσουμε πράγματα τα οποία είναι προς το εθνικό συμφέρον και μπορούν να σώσουν την πατρίδα.

Νομίζω όλο αυτό το διάστημα – μιλώ για τον εαυτό μου, αλλά νομίζω ότι εκπροσωπώ το σύνολο τουλάχιστον των Βουλευτών του κόμματος, το οποίο με έχει επιλέξει ως Εισηγητή – στάθηκαν στο βαθμό που η κρίση τους, η αντίληψή τους και η λαϊκή εντολή τους επέτρεπε, δίπλα στην Κυβέρνηση, στην προσπάθεια να βοηθήσουν τον τόπο να βγει από την κρίση εν απολύτω επιγνώση των κυβερνητικών σφαλμάτων, των αδιεξόδων, των λαθών και των λαϊκιστικών τόνων, που πολλές φορές υιοθετούνται.

Αυτό, όμως, δεν μας εμποδίζει, κύριε Υπουργέ, να πρέπει να βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους και εξηγούμαι στο εξής. Έχω περάσει από τα έδρανα που βρίσκεστε και πιθανόν και από τη δύσκολη θέση που και εσείς σήμερα είστε, όμως λειτουργούμε μέσα σ’ ένα συνταγματικό πλαίσιο και εξηγούμαι τι θα πω. Υπάρχει το άρθρο 26.1 του Συντάγματος περί νομοθετικής λειτουργίας, το άρθρο 73.1, το άρθρο 84.1 που αφορά την κυβερνητική λειτουργία. Δεν είναι δυνατόν στο εθνικό κοινοβούλιο να εισάγεται νομοθέτημα, το οποίο και ο Υπουργός ο οποίος το εισάγει και ο κ. Εισηγητής της Πλειοψηφίας να δηλώνουν αντίθετοι στο νομοθέτημα, το οποίο εισάγουν. Εάν αυτό συμβαίνει, κύριοι συνάδελφοι, δεν πρέπει να το εισηγηθείτε. 

Λυπάμαι που σας το λέω, αλλιώς κυριολεκτικώς πρόκειται περί συνταγματικής εκτροπής. Δεν μπορούμε να τα έχουμε όλα και σας το λέω εν απολύτω κατανοήσει της δυσκολίας της θέσης και με απόλυτη διάθεση να σας συμπαρασταθώ και να σας βοηθήσω, αλλά αυτό που κάνετε δεν γίνεται. Αποτελεί έσχατο στοιχείο. Εάν το κάνετε αυτό το πράγμα, τότε εμμέσως συνομολογείτε, ότι πρέπει μόλις αποκατασταθεί η ομαλότητα, διότι δηλώνετε μόνοι σας, δια των λεγομένων σας στην αίθουσα και στα πρακτικά, ότι υφίσταται ανωμαλία στη χώρα, ότι λειτουργούμε όχι υπό το κράτος της ελεύθερης βούλησης με την στάθμιση του εθνικού συμφέροντος όποιο και αν είναι αυτό, με οποιαδήποτε δυσχέρεια που την κατανοούμε, αλλά υπό το κράτος κατευθείαν εκβιασμού και επιβολής.

Να σας θυμίσω το άρθρο 120 παρ. 3, που είχε διαδεχθεί το παλιό άρθρο 114 του Συντάγματος, το οποίο γράφει «ο σφετερισμός με οποιοδήποτε τρόπο της λαϊκής κυριαρχίας και των εξουσιών που απορρέουν απ’ αυτή, διώκεται μόλις αποκατασταθεί η νόμιμη εξουσία». Εσείς ερχόσαστε και μας δηλώνετε εδώ, ότι δεν υφίσταται νομοθετική εξουσία στη χώρα, αλλά ότι αυτή γίνεται καθ’ υπαγόρευση ευθεία και κατ’ εκβιασμό. Αυτό δεν μπορεί να γίνει. 

Να βοηθήσουμε ναι, να συμπαρασταθούμε ναι, να κατανοήσουμε ναι, αλλά πρέπει να εισηγηθείτε κύριε Υπουργέ, αυτό το οποίο εισάγετε. Αναφέρομαι κυρίως όχι σε εσάς, αλλά στον κ. Υπουργό Δικαιοσύνης, που για κάποιο υπηρεσιακό του λόγο βρίσκεται εκτός αίθουσας. Πρέπει να εισηγηθείτε τα νομοθετήματα. Πρέπει να διατηρήσετε ενεργή την κυρίαρχη βούληση του ελληνικού λαού. Δεν μπορείτε να συνομολογείτε ότι ο ελληνικός λαός στερείται βουλήσεως. Δεν μπορείτε συνταγματικά να το κάνετε αυτό. Εάν το κάνετε, τότε έχετε μία μόνο ιερή υποχρέωση και την ξέρετε, δεν θέλω να σας την υπενθυμίσω γιατί δεν θέλω να σας φέρω σε δύσκολη θέση.

Θέλω να σας βοηθήσω και σας το λέω δεκαπέντε φορές, όμως δεν μπορεί να συνομολογήσουμε ότι η χώρα μας είναι μια χώρα υποσαχάριας Αφρικής. Δεν μπορούμε να το συνομολογήσουμε. 

Δεν μπορούμε να συνομολογήσουμε, ότι η εθνική αντιπροσωπεία δεν έχει νομοθετική εξουσία. Δεν μπορούμε να συνομολογήσουμε, ότι υπάρχει ένα πράγμα που λέγεται στο γερμανικό δίκαιο dict diκtat omvruses. Δεν είναι δυνατόν αυτό να γίνει. Οφείλετε να περιφρουρήσετε την κυρίαρχη βούληση του ελληνικού λαού, η οποία σας εδόθη δια των εκλογών και να νομοθετήσετε κατά το συμφέρον του και την συνείδησή σας και όχι κατά το εκλογικό συμφέρον σας στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση. Σας παρακαλώ, λοιπόν, για την θεσμική επάρκεια του κοινοβουλίου, αλλιώς καταργούμεθα εδώ μέσα.

Έρχομαι τώρα στα νομοθετήματα, τα οποία η κυβέρνηση τα εισηγείται και τα εισηγείται και ο Εισηγητής της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, έστω και κατά πλάσμα, διότι εγώ αυτό δεν το άκουσα εδώ. Ως προς το θέμα του δεύτερου της Οδηγίας, καταρχήν θέλω να πω ότι το θέμα αυτό δεν είναι πρωτοφανές στην ελληνική έννομη τάξη, αφού και η κυβέρνηση Καραμανλή με τον ν.3746/2009 έχει νομοθετήσει και το ξέρετε, το ταμείο εγγύησης και η κυβέρνηση Σαμαρά με τον ν. 4261/2014 περί εποπτείας έχουν λάβει πρόνοια. Η ελληνική έννομη τάξη δεν υπήρξε αμελής κατά τούτο. Βεβαίως – όπως ξέρουμε όλοι και εσείς, κύριε Υπουργέ – υφίσταται ουσιαστικό ζήτημα. Εγώ δεν θα μπω στην μικρόκαλη και λανθασμένη συζήτηση του ποιος έχει την ευθύνη για την κατάσταση του τραπεζικού συστήματος σήμερα, ούτε πρόκειται να υπογραμμίσω την δυσχερέστατη κατάσταση την οποία βιώνουν οι Έλληνες καταθέτες.

Ευελπιστώ ότι η ομαλοποίηση των πραγμάτων θα βγάλει από αυτή την αδιέξοδη κατάσταση. Δεν πρόκειται να κάνω ανάλυση των αποθεματικών του ΤΕΚΕ και των άλλων ταμείων, διότι φοβούμαι ότι, εάν το κάνω – την ξέρετε και εσείς όλοι, τουλάχιστον την ξέρει ο κ. Υπουργός – μάλλον θα μεγεθύνω το πρόβλημα, παρά θα διευκολύνω την ελληνική κοινή γνώμη.

Θέλω, απλώς, να πω και να παρακαλέσω πάλι την κυβερνητική πλειοψηφία να αντιληφθεί ένα πράγμα. Το 62% της μετοχικής σύστασης των τραπεζών ανήκει στον ελληνικό λαό, ο ελληνικός λαός εκφράζεται δια της κυβερνήσεως. Εάν η κυβέρνηση του ελληνικού λαού επιθυμεί άλλο τραπεζικό σύστημα, με άλλο τρόπο, με άλλη σύλληψη – διότι άκουσα περί λαϊκών μέτρων αντιμετώπισης πλειστηριασμών, δια συμπαράταξης του λαού παρά τω κατασχεμένω ακινήτω – εάν, λοιπόν, η κυβέρνηση θέλει να εισάγει τέτοια πολιτική λαϊκή δικονομία, την οποία φαντάζομαι ότι ούτε η κυβέρνηση του βουνού είχε εισάγει, να το πράξει. 

Έχει την κυρίαρχη βούληση να το πράξει, αλλά αυτό που ακούγεται εδώ είναι απίστευτο. Να εισάγει τις διατάξεις, περί πλειστηριασμού και να μας ομιλεί, περί λαϊκών κινητοποιήσεων για την αντιμετώπιση των πλειστηριασμών, πού η ίδια εισάγει, προ ολίγου. Αυτά δεν είναι σοβαρά πράγματα, κυρίες και κύριοι.

Θα επεκταθώ στα ζητήματα του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, όταν έχω την απάντηση του κ. Υπουργού για τη δυνατότητα να εισάγουμε την τροπολογία για τις απόψεις, που έχουν συνυπογράψει οι δικηγορικοί σύλλογοι της χώρας.

Κύριε Υπουργέ, όμως, εσείς είχατε χρόνο και συγχωρέστε με που θα σας το πω, είχατε πολύ χρόνο. Έχετε εισάγει δύο νομοθετήματα, τον ν.4322, τον οποίο εγώ θεωρώ απαράδεκτο και σας το έχω πει ευθέως, ο οποίος, μεταξύ άλλων, αφορά τα θέματα τρομοκρατίας, ξέρετε τις απόψεις μου, τις έχω πει επανειλημμένως. Έχετε, επίσης, εισάγει τον ν.4329, περί εκδόσεων διαταγών επί διοικητικών συμβάσεων, τον οποίο θεώρησα τότε και θεωρώ και σήμερα, ειρωνεία κατά του Έλληνα πολίτη. Τη στιγμή που το ελληνικό κράτος έχει αυξήσει τις οφειλές του προς τους έλληνες πολίτες, κατά άνω των 2,5 δισεκατομμυρίων, η Εθνική Αντιπροσωπεία ψηφίζει διάταξη, πώς μπορεί ο έλληνας πολίτης να βγάλει διαταγή πληρωμής κατά του ελληνικού δημοσίου, όταν το εγκρίνει το Ελεγκτικό Συνέδριο. Η επιτομή της ειρωνείας, όμως το Υπουργείο Δικαιοσύνης αυτές τις προτεραιότητες είχε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι.

Ο Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, ο οποίος ορθώς είχε κατατεθεί, όχι ως Κώδικας, αλλά ως νομοθέτημα, γιατί ήταν γνωστό ότι η Επιτροπή Χαμηλοθώρη δεν δημιουργήθηκε επί υπουργίας της προηγούμενης κυβέρνησης, αλλά από τον υπουργό κ. Παπαϊωάννου στην προ προηγούμενη κυβέρνηση. Ήταν γνωστό ότι υπήρχαν συζητήσεις, τήρησης όλων των παραγόντων, των εμπλεκομένων στην απονομή της δικαιοσύνης. Κατατέθηκε, λοιπόν, στο τέλος του 2014 στην Εθνική Αντιπροσωπεία προς συζήτηση, όχι με τη διαδικασία των Κωδίκων, αλλά ως απλός νόμος, για να τύχει πλήρους επεξεργασίας, ανά άρθρο.

Αυτός ήταν εκεί, όταν η παρούσα κυβέρνηση ανέλαβε την εξουσία και επέλεξε, αντί να φέρει αυτό το νομοθέτημα, κομβικό αν θέλετε, να φέρει τα νομοθετήματα για την τρομοκρατία και τα νομοθετήματα για διαταγές πληρωμής κατά του δημοσίου, οι οποίες ποτέ δεν πρόκειται να εκδοθούν. Πέστε μου εσείς τώρα αυτό, πώς το αντιμετωπίζετε;

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, υπάρχουν πάρα πολλά πράγματα, τα οποία μπορούν και πρέπει να αλλάξουν και υπάρχουν και πάρα πολλά πράγματα, τα οποία πρέπει να γίνουν. Εγώ χάρηκα, όταν ο Εισηγητής της Πλειοψηφίας αναφέρθηκε στα κόκκινα δάνεια. Υπάρχει απίστευτο περιθώριο βελτίωσης στο υπάρχον νομικό πλαίσιο και ευχαρίστως να βοηθήσουμε. Μπορώ κάλλιστα να σας επανεισάγω συμβουλευτικά, εσείς κρίνετε, την αντίληψή μου για το θέμα, για την οποία είχα διαφωνήσει τότε με τον Υπουργό Οικονομικών τον κ. Χαρδούβελη και δεν πέρασε το υπόλοιπο ήμισυ, δηλαδή το θέμα των οφειλών του δημοσίου.

Επίσης, υπάρχει τεράστιο θέμα με τα στεγαστικά δάνεια, για τα οποία, επίσης, έχω αφήσει εργασίας Υπουργείο Ανάπτυξης, η οποία είναι στη διάθεσή σας και, εάν δεν την βρείτε εκεί, σας τη δίνω εγώ. Διότι, δεν είναι δυνατόν στα στεγαστικά δάνεια να αντιμετωπίζεται, ως αξία του ακινήτου, η αρχικώς κτηθείσα αξία του ακινήτου. Έχουμε το ιρλανδικό μοντέλο, έχουμε το αμερικανικό μοντέλο, μπορούμε να κάνουμε πάρα πολλά πράγματα για να ανακουφίσουμε τους οφειλέτες και δι’ αυτών να εκκινήσουμε την οικονομία, διότι αυτό είναι το ζητούμενο.

Υπάρχει το τεράστιο θέμα του πτωχευτικού δικαίου, στο οποίο έχουν γίνει εκτεταμένες συζητήσεις και με την τότε τρόικα, νυν θεσμούς. Και εκεί πρέπει να γίνει πάρα πολλή δουλειά, διότι το πτωχευτικό μας δίκαιο είναι να τιμωρητικό πτωχευτικό δίκαιο. Φανταστείτε, ότι μέχρι προ ολίγων ετών, από τον πτωχό, ως παρεπόμενη ποινή απεστερούντο τα πολιτικά δικαιώματα, όπως παλιά, δηλαδή, επί ρωμαϊκού δικαίου, όταν εγένετο δούλος. 

Αυτό είναι το σύγχρονο ανάλογο και δεν γίνεται αντιληπτή η έννοια του επιχειρηματία, ως ανθρωπίνου κεφαλαίου, το οποίο πρέπει να διασωθεί, για να ξαναμπεί στην αγορά, να ξαναδημιουργήσει πλούτο, να ξαναδημιουργήσει απασχόληση.

Εάν λοιπόν συμφωνούμε, έχουμε τεράστιο έδαφος να κάνουμε πράγματα τα οποία μπορούν να βοηθήσουν την ελληνική οικονομία και την ελληνική κοινωνία να βγουν από αυτήν την βαθύτατη κρίση. Όμως, αυτό δεν το κάνουμε με τα σημερινά νομοθετήματα και την σημερινή διαδικασία».

 
Μετάβαση στο περιεχόμενο