Ομιλία στη Βουλή κατά τη συζήτηση για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στην Κυβέρνηση

«Κύριοι συνάδελφοι, θα μου επιτρέψετε να σας πω ότι η κρισιμότητα των στιγμών δεν επιτρέπει υιοθέτηση υψηλών τόνων. Θα προσπαθήσω στο χρόνο που μου δίνει ο Κανονισμός να πω δυο κουβέντες για το τι νομίζω ότι φταίει για το ότι φτάσαμε ως εδώ και το τι πρέπει να συμβεί.

 

Θα ήθελα, όμως, από την αρχή να πω δυο πράγματα για ό,τι ακούστηκε από τους δύο προηγούμενους ομιλητές, καταρχήν από την προηγούμενη κυρία συνάδελφο η οποία είπε ότι η Αξιωματική Αντιπολίτευση εκ του ασφαλούς κρίνει και υπόσχεται κ.λπ.

Κύριοι συνάδελφοι, η Αξιωματική Αντιπολίτευση ζητεί εκλογές, δεν ζητεί εκ του ασφαλούς να μείνει στη θέση της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης.

Ζητεί τη θέση της Κυβέρνησης, για να αναλάβει τις ευθύνες να φτιάξει όσα κατά τη δική μας κρίση έχετε χαλάσει. Μην μας κατηγορείτε, λοιπόν, για ανευθυνότητα. Προχωρήστε σε εκλογές. Αφήστε μας να δούμε τι μπορούμε να κάνουμε και από εκεί και πέρα μας κρίνετε.

Αυτό που θα ήθελα να πω είναι αυτό που μονίμως λέγεται από την Αριστερά και ακούστηκε προηγουμένως από τον αγαπητό συνάδελφο κ. Παφίλη. Η Αριστερά εκπέμπει μύδρους εναντίον των κομμάτων εξουσίας λέγοντας «Εσείς που διαχειριστήκατε όλα αυτά τα χρόνια τα πράγματα κ.λπ.» ως εάν η Αριστερά να ήταν εκτός διαχείρισης των δημοσίων πραγμάτων από το 1974 μέχρι σήμερα. 

Και αυτό δεν είναι αλήθεια. Η Αριστερά και πάρα πολλούς οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης διοίκησε με πολύ κακά αποτελέσματα και το σύνολο σχεδόν των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων διοίκησε με τα γνωστά αποτελέσματα τα οποία ζούμε μέχρι σήμερα και εκτός αυτού, στο επίπεδο που ο μαρξισμός θα έλεγε του εποικοδομήματος ή αν θέλετε, της απλής κυριαρχίας των ιδεών και του ιδεολογήματος, η Αριστερά λειτούργησε καταλυτικά για την Ελλάδα από το 1974 μέχρι σήμερα. Η Αριστερά είναι συμπαραγωγός του προβλήματος, είναι συνυπαίτια του προβλήματος. Δεν είναι ανεύθυνη και δεν μπορεί να είναι μόνο κριτής.

Έρχομαι τώρα στην ψήφο εμπιστοσύνης. Καταρχήν, από τον Κανονισμό και από το Σύνταγμα η κάθε Κυβέρνηση έχει οποτεδήποτε δικαίωμα να ζητά ψήφο εμπιστοσύνης από την Βουλή των Ελλήνων. 

Όμως, θα πρέπει να εξηγήσει κάθε φορά γιατί ζητά αυτή την ψήφο εμπιστοσύνης. Διότι οφείλω να πω ότι το να ερχόμαστε κάθε λίγους μήνες στην ίδια θέση χωρίς η Κυβέρνηση να έχει τουλάχιστον την ευαισθησία ενός απολογισμού της μέχρι σήμερα παρουσίας της στα δημόσια πράγματα, ώστε να μπορούμε από εκεί και πέρα κρίνοντας το παρελθόν να ψηφίσουμε ή να καταψηφίσουμε για το μέλλον, είναι το λιγότερο πρωτάκουστο. 

Πρέπει στην Κυβέρνηση Παπανδρέου από το 2009 μέχρι σήμερα να καταγράψουμε ένα ιστορικό και να δούμε εάν η Κυβέρνηση Παπανδρέου δικαιούται την ψήφο εμπιστοσύνης της Βουλής των Ελλήνων. Και ειδικά λόγω της κρισιμότητας της συγκεκριμένης συγκυρίας για το έθνος, πέρα από κόμματα και παρατάξεις, τι έχει συμβεί από το 2009 μέχρι σήμερα;

Ξεκινάμε. Καταρχήν, υπήρχε μία δύσκολη δημοσιονομική κατάσταση. Αυτό το γνωρίζουμε όλοι και το αποδεχόμαστε όλοι. Από το 2009 μέχρι τον Απρίλιο του 2010 έμεινε εντελώς άπραγη. Το μόνο που παρείχε ως δραστηριότητα εκείνο το διάστημα ήταν αφενός μεν να συκοφαντεί τη χώρα στο εξωτερικό –θυμάστε τα περί Τιτανικού, τα περί διεφθαρμένων Ελλήνων- αφετέρου δε στο εσωτερικό με τη συνεχή προαγγελία εξεταστικών επιτροπών να αποσταθεροποιεί και να απονομιμοποιεί συνολικά το πολιτικό σύστημα της χώρας.

Έρχεται το 2010 και κάνει τη γνωστή συμφωνία του μνημονίου, η οποία ήρθε και προς κύρωση -με όποιον τρόπο ήρθε- στη Βουλή των Ελλήνων. Εκεί τι γίνεται; Είστε πεπεισμένοι ότι με επιτυχία διαπραγματεύτηκε η Κυβέρνηση Παπανδρέου τα πράγματα; Η τωρινή κατάσταση δεν σας πείθει ότι υπήρχαν τεράστια περιθώρια διαπραγμάτευσης τότε τα οποία δεν εξαντλήθηκαν; Εν πάση περιπτώσει, καταλήξαμε όπου καταλήξαμε.

Συνεχίζουμε. Επιστρέφει ο Πρωθυπουργός και τι κάνει; Αντί να βγει στην ελληνική κοινωνία και να στηρίξει αυτά που αποφάσισε, συνυπέγραψε και έφερε και διά της κυβερνητικής πλειοψηφίας πέρασε από τη Βουλή των Ελλήνων, ακολουθεί μία σχιζοφρενική πολιτική. Παριστάνει προς την ελληνική κοινωνία όχι ότι αυτά είναι μέτρα τα οποία λαμβάνονται επ’ ωφελεία της ελληνικής κοινωνίας, του λαού και του τόπου, αλλά ότι είναι άδικα και κακά μέτρα τα οποία μας επιβάλλουν κάποιοι κακοί ξένοι. Ο ίδιος ο Πρωθυπουργός της χώρας φτάνει να δηλώσει ότι, αν δεν ήταν Πρωθυπουργός, θα ήταν έξω στους δρόμους με τους διαδηλωτές.

Και σας ερωτώ: Είναι ποτέ δυνατόν κάποιος με αυτόν τον τρόπο να υποστηρίξει, να εφαρμόσει και να επιτύχει πολιτική, όταν ο ίδιος που πρώτα προσυπέγραψε και φρόντισε να ψηφιστεί, την αποδομεί με το να μην την στηρίζει, να την κατηγορεί και να την καταγγέλλει; 

Φυσικό αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας, της συνέχισης του λάθους της συμφωνίας ήταν η πλήρης, τραγική συνολική αποτυχία. Από την άλλη συνεχίζει η ιστορία των εξεταστικών επιτροπών, συνεχίζει η προσπάθεια κατασπίλωσης του συνόλου του πολιτικού κόσμου. Πού φτάσαμε; Φτάσαμε εκεί που είμαστε σήμερα, να μην μπορεί ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να σταθεί στην παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου.

Και εμείς, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι της Νέας Δημοκρατίας, πήραμε θέση σε αυτό. Ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, ο κ. Αντώνης Σαμαράς, μίλησε για ολέθριες συμπεριφορές. Αυτό το οποίο πέτυχε ο Πρωθυπουργός και η Κυβέρνησή του όλο αυτό το χρονικό διάστημα είναι να απονομιμοποιήσει πλήρως κάθε μορφή εξουσίας, να απονομιμοποιήσει πλήρως το πολιτικό σύστημα της χώρας.

Και ερχόμαστε τώρα, την έσχατη στιγμή και τι κάνουμε; 

Παρά το Σύνταγμα –και θα εξηγήσω γιατί παρά το Σύνταγμα- σε μια προσπάθεια απέλπιδα διαφυγής από το αδιέξοδο που ο ίδιος δημιούργησε οδηγεί το πολιτικό σύστημα, τον τόπο, το λαό, την κοινωνία σε ένα διλημματικό δημοψήφισμα, το οποίο όχι απλώς είναι άχρηστο, αλλά είναι και αντισυνταγματικό. Το άρθρο 44.2 και στο β’ και στο α’ δεν επιτρέπει για δημοσιονομικούς λόγους προσφυγή σε δημοψήφισμα. Σας παρακαλώ κοιτάξτε, αγαπητοί κύριοι συνάδελφοι του ΠΑ.ΣΟ.Κ., τα Πρακτικά της Βουλής του 1974 ως προς την παράγραφο α’ την οποία θα επικαλεστεί η Κυβέρνηση και δείτε την αντισυνταγματικότητα μέσα από το πνεύμα του συνταγματικού νομοθέτη του 1974.

Αλλά, πέρα από αυτό, εξηγούμαι για να μην παρεξηγούμαι και δεν θέλω να περάσω το χρόνο των επτά λεπτών. 

Δεν είναι μόνο θέμα έλλειψης συνταγματικής νομιμοποίησης, είναι έλλειψη συνολικά πολιτικής αντίληψης. 

Αυτήν τη στιγμή το πολιτικό σύστημα και ο τόπος έχουν ανάγκη να αναβαπτιστούν στο μόνο φορέα κάθε εξουσίας, στην ελληνική κοινωνία με μια νέα λαϊκή εντολή. Εάν θέλουμε να επιβιώσει η χώρα και αυτό είναι το ζητούμενο σήμερα και αυτό είναι το κύριο, αγαπητοί κυρίες και κύριοι συνάδελφοι κυρίως του ΠΑ.ΣΟ.Κ., χρειαζόμαστε μια Κυβέρνηση η οποία να μπορεί να συνομιλήσει με την ελληνική κοινωνία και να απευθυνθεί στον ελληνικό λαό. Δυστυχώς για τον τόπο, δυστυχώς για εσάς αυτήν τη στιγμή αυτό η παρούσα Κυβέρνηση με κανέναν τρόπο δεν μπορεί να το πετύχει.

Γι’ αυτό ειλικρινά σας λέω: Εσείς, η κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑ.ΣΟ.Κ. -απευθύνομαι σε εσάς τώρα και μου συγχωρείτε το θάρρος να το πράξω- όταν εδώ ερχόντουσαν παράλογες υποθέσεις, προϊόντα Εξεταστικών Επιτροπών αμφιβόλου κύρους, έχετε αρθεί στο ύψος των περιστάσεων και δεν επιτρέψατε την κατασυκοφάντηση συγκεκριμένων ανθρώπων. 

Αυτήν τη φορά έχετε τη μεγάλη δυνατότητα την Παρασκευή το βράδυ να λύσετε με την ψήφο σας συνολικά το πολιτικό ζήτημα της χώρας. Δεν είναι εύκολο, το καταλαβαίνω. Το καταλαβαίνω ειλικρινά. 

Αλλά σας έλαχε η μοίρα να κληθείτε εσείς σε αυτήν την ιστορική στιγμή. Γι’ αυτό από τη θέση μου ως Βουλευτής, όχι της Νέας Δημοκρατίας, αλλά του Ελληνικού Κοινοβουλίου και ως Έλληνας πολίτης ειλικρινά, θερμά σας απευθύνω την παράκληση: Καταψηφίστε την Κυβέρνηση το βράδυ της Παρασκευής.»

Μετάβαση στο περιεχόμενο