Ομιλία στην Ετήσια Γενική Συνέλευση του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών Πελοποννήσου και Δυτικής Ελλάδας

Κύριε Πρόεδρε,

Αγαπητοί κύριοι συνάδελφοι,

Θα μου επιτρέψετε να πω ότι για μένα, καταρχάς είναι μεγάλη χαρά που είμαι σε μία εκδήλωση μαζί με τρεις εξαιρετικούς συναδέλφους που εκπροσωπούν την Αχαΐα, αλλά επίσης εκπροσωπούν και τη δική μας παράταξη, νομίζω επάξια.

Υπάρχει και ένας τέταρτος, ο οποίος λείπει, αλλά μπορώ να συγχωρήσω την απουσία του, διότι εγώ τον έστειλα να με εκπροσωπήσει στην παρέλαση των ομογενών στη Νέα Υόρκη. Κατά συνέπεια, δεν μπορεί να είναι σήμερα εδώ.

Έχω μπροστά μου, αγαπητές κυρίες και κύριοι, μια ομιλία. Πάντοτε σε αυτό το Υπουργείο υπάρχει ένα καθορισμένο πλαίσιο στο οποίο απευθύνεσαι, αλλά θα μου επιτρέψετε να επιχειρήσω να το αφήσω στην άκρη και να κάνουμε μια σύντομη και ειλικρινή συζήτηση για τις προκλήσεις που η χώρα αντιμετωπίζει και να σας πω την αντίληψη την οποία έχουμε για αυτό.

Πριν μπω όμως στο κύριο θέμα, θα μου επιτρέψετε να πω, επίσης, ότι αισθάνομαι οικεία βρισκόμενος εδώ. Καταρχάς, αισθάνομαι γεωγραφικά οικεία. Όπως ξέρετε, εγώ είμαι από την Κέρκυρα, το Δυτικό κομμάτι της χώρας, και θεματικά η οικογένειά μου είναι μία οικογένεια που πάντα ήταν στο επιχειρείν. Ο πατέρας μου ήταν Πρόεδρος του Επιμελητηρίου της Κέρκυρας για 30 και χρόνια και Αντιπρόεδρος των Επιμελητηρίων της Ελλάδας.

Άρα θα μου επιτρέψετε να νοιώθω άνετα και να κατανοώ σε ένα βαθμό τις τεράστιες προσπάθειες που το επιχειρείν και η βιομηχανία κάνουν στην Ελλάδα, πολλές φορές απέναντι σε δυσχερέστατες συνθήκες. Και να αντιλαμβάνομαι απολύτως την υποχρέωση της ελληνικής πολιτείας να διασφαλίσει ένα περιβάλλον ασφάλειας, ώστε να μπορείτε να κάνετε τη δουλειά σας, να μπορείτε να παράξετε, να μπορείτε να δημιουργήσετε ανάπτυξη και δουλειές στον τόπο, που είναι τελικά το ζητούμενο, και να εξάγετε. Διότι εάν αυτά δεν πάνε καλά, η Ελλάδα δεν μπορεί να ευδοκιμήσει.

Δυστυχώς, όμως, κινούμαστε σε ένα εξωτερικό περιβάλλον, το οποίο δεν μπορώ να πω ότι είναι το απλούστερο για να κινηθούμε.

Θα ξεκινήσω λέγοντάς σας τι επιχειρούμε να κάνουμε εμείς στο Υπουργείο Εξωτερικών για να μετατρέψουμε καταρχάς το Υπουργείο Εξωτερικών σε ένα καλύτερο εργαλείο αντιμετώπισης των συνθηκών.

Η παρούσα Κυβέρνηση, η Κυβέρνηση Μητσοτάκη έκανε μια επιλογή να εντάξει και την οικονομική διπλωματία, δηλαδή τη διευκόλυνση των εξαγωγών, και τη δημόσια διπλωματία, την προβολή της εικόνας της χώρας στο εξωτερικό, κάτω από την ομπρέλα του Υπουργείου Εξωτερικών.

Αυτό είναι μία διεθνής τάση, νομίζω είναι η ορθή τάση, και έχουμε πάει την τεχνογνωσία από διάφορες χώρες, όπως η Ολλανδία, η Μεγάλη Βρετανία, το Μπαχρέιν.

Επίσης, εσωτερικά έχουμε κάνει μια βασική μεταρρύθμισή στον τρόπο που λειτουργεί το Υπουργείο. Έχουμε εντάξει το Υπουργείο σε μία νέα εποχή μέσα από επενδύσεις σχεδόν 100.000.000 ευρώ σε συστήματα αφενός μεν δημόσιας διπλωματίας, ώστε να εξοικονομήσουμε προσωπικό, κλειστών πηγών, ανοιχτών πηγών, ώστε να υπάρχουν τα τεχνικά εργαλεία που θα επιτρέψουν στην ελληνική διπλωματία να κάνει καλύτερα τη δουλειά της. Και να μπορεί να κάνει κάτι, και για αυτό το αναφέρω εδώ που για εσάς είναι σημαντικό, για να βοηθήσει τις εξαγωγές της χώρας και, βεβαίως, να βοηθήσει όσους θέλουν να επενδύσουν στη χώρα. Γιατί αυτό είναι κάτι που είναι πολύ μέσα στον πυρήνα της υποχρέωσης αυτού του Υπουργείου, δηλαδή η διευκόλυνση των ελληνικών εξαγωγών και των ελληνικών επενδύσεων στο εξωτερικό, αλλά και η διευκόλυνση των επενδύσεων στην Ελλάδα από το εξωτερικό.

Η χώρα έχει υποστεί αποεπένδυση στα χρόνια της κρίσης. Χρειαζόμαστε επενδύσεις άνω των 100 δισεκατομμυρίων. Πέρυσι ήταν μια καλή χρονιά, οι επενδύσεις πέρασαν περίπου τα 5 δισεκατομμύρια. Καταλαβαίνετε, λοιπόν, το μέγεθος του κενού που καλείται η χώρα να καλύψει για να μπορεί να αναπτυχθεί οικονομικά τα επόμενα χρόνια.
Η χώρα μας, επίσης, είναι μια χώρα η οποία στα Βαλκάνια είναι οικονομικά ισχυρότερη.

Έχουμε ένα ΑΕΠ περίπου 200 δισεκατομμύρια δολάρια. Όμως, αν λάβετε υπόψη ένα επιτυχημένο δυτικό παράδειγμα, ας πούμε την Ολλανδία για να είμαστε με πληθυσμιακό κριτήριο στα ίσα, θα πρέπει να διπλασιαστεί το ΑΕΠ μας, να πάμε στα 400 δισεκατομμύρια.

Αυτό σημαίνει ότι χρειάζεται μια τεράστια προσπάθεια και εσείς είστε κύρια συστατικά αυτής της προσπάθειας. Οι χώρες αναπτύσσονται μέσα από τις επιχειρήσεις τους, την επιχειρηματικότητά τους, τη βιομηχανία τους και τις εξαγωγές τους.

Πάμε τώρα στο ευρύτερο πλαίσιο, το οποίο, δυστυχώς, δεν είναι αυτό που θα ευχόμασταν να είναι, θέλω να σας είμαι ειλικρινής. Θα περιγράψω όσο πιο σύντομα μπορώ, ποιο είναι το πλαίσιο της ελληνικής διπλωματίας, που βρισκόμαστε. Παρομοιάζω αυτό που κάνουμε και την κατάσταση που αντιμετωπίζουμε σαν κάτι, αν θυμάστε ίσως το παλιό σήμα της Ολυμπιακής, τους έξι κύκλους. Κύκλοι αλληλοτεμνόμενοι.

Αν λοιπόν ξεκινήσουμε με τον πρώτο κύκλο προς το Βορρά, είναι η ευρύτερη περιοχή μας η Βαλκανική. Στη Βαλκανική, η χώρα σε ένα βαθμό υποχώρησε την τελευταία δεκαετία για δυο βασικούς λόγους.

Ο ένας λόγος ήταν η κρίση που υποχρέωσε πάρα πολλές ελληνικές επιχειρήσεις, ιδίως το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, να επιστρέψουν στην Ελλάδα και να αποεπενδύσουν από την Βαλκανική. Και το δεύτερο, ήταν το Μακεδονικό, το οποίο δημιουργούσε ένα βασικό πρόβλημα με χώρες όπως η Σερβία, η Βόρεια Μακεδονία, αλλά και με επεκτάσεις σε διάφορες άλλες χώρες.

Αυτή τη στιγμή, λοιπόν, επανερχόμαστε στη Βαλκανική, εξασκούμε εκ νέου την επιρροή μας, επιβεβαιώνουμε το ρόλο μας. Τώρα που είμαι σήμερα εδώ είναι μια διακοπή σε ένα πρόγραμμα περιοδειών στα Δυτικά Βαλκάνια και επίσης προσπαθούμε να παίξουμε το ρόλο που ιστορικά μας ανήκει στην Βαλκανική Χερσόνησο. Η πιο ισχυρή χώρα που επιβοήθησε και καθοδήγησε τις υπόλοιπες χώρες καταρχάς της Ανατολικής Βαλκανικής, αλλά ελπίζω και των Δυτικών Βαλκανίων, να γίνουν μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Αν κοιτάξουμε προς τα κάτω τώρα, υπάρχει η Βόρεια Αφρική, υπάρχει επίσης η Τουρκία, και την Τουρκία την αφήνω στην άκρη προς το παρόν, γιατί οι σχέσεις μας με την Τουρκία είναι μια σχέση που σε μεγάλο βαθμό επηρεάζει το σύνολο της πολιτικής μας, και οι χώρες του Κόλπου.

Αυτό που επιχειρείται από αυτήν την κυβέρνηση, είναι να γίνει αντιληπτό ότι η Μεσόγειος δεν είναι διαχωριστική θάλασσα, είναι γέφυρα. Αυτός ήταν ιστορικά πάντοτε ο ρόλος της.

Κατά συνέπεια, το τι συμβαίνει στην Βόρεια Αφρική, τι συμβαίνει στον Κόλπο, τι συμβαίνει ακόμα και στην Υποσαχάρια Αφρική, έχει τεράστια σημασία για την Ελλάδα.

Έχει τεράστια σημασία και αυτό φαίνεται καταρχάς από το μεταναστευτικό και από τις ροές απ’ όλες αυτές τις περιοχές. Από το τι συνέβη στη Λιβύη και πώς αυτό επηρέασε την Ελλάδα μέσω του “τουρκολιβυκού μνημονίου” και της γενικής αστάθειας στην περιοχή. Από την απειλή της τρομοκρατίας, από την απειλή που εκφράζει η ριζοσπαστική ισλαμιστική επέλαση στις περιοχές κάτω από τη Σαχάρα.

Η αντίληψη, η οποία, κυρίες και κύριοι, υπάρχει πολλές φορές στη δημόσια ζωή είναι «τι γυρεύουμε εμείς εκεί; Τι μας ενδιαφέρουν εμάς όλα αυτά;» Είναι μία απολύτως μυωπική αντίληψη, δεν αντέχει στο σύγχρονο κόσμο.

Το τι συμβαίνει αυτή τη στιγμή στο Τσαντ, έχει σημασία για την Ελλάδα. Το τι συμβαίνει στον Κόλπο, που παρεμπιπτόντως κρατούνται δύο ελληνικά πλοία, έχει σημασία για την Ελλάδα. Δεν μπορούμε να τα αγνοούμε αυτά τα πράγματα.

Η αντίληψη της μικράς και εντίμου Ελλάδας, η οποία μπορεί να ζητά πάντοτε βοήθεια από την Παγκόσμια Κοινότητα εν ονόματι των εθνικών της δικαίων, αλλά από την άλλη να αδιαφορεί απολύτως για το τι συμβαίνει πέραν από την πολύ στενή γειτονιά της, είναι μία αντίληψη την οποία πρέπει να την ξεπεράσουμε απολύτως και να δημιουργήσουμε στη νέα γενιά έναν κοσμοπολιτισμό και μία αντίληψη ότι για να επιβιώσει και να αναπτυχθεί η πατρίδα μας, πρέπει να βλέπουμε πέραν από τον ορίζοντα.
Ως τρίτος κύκλος είναι χώρες που είναι πιο μακριά ακόμη, χώρες από την Υποσαχάρια Αφρική, χώρες με τις οποίες μπορούμε να κάνουμε ανάπτυξη οικονομικών σχέσεων στον ευρύτερο χρονικό ορίζοντα, επίσης χώρες που χρειάζονται αλληλοκατανόηση.

Αν έπρεπε να επιλέξω δυο τέτοιες χώρες θα σας έλεγα τη Ρουάντα και την Κένυα. Γιατί οι υπουργοί τους, για πρώτη φορά στην ιστορία, μας επισκέφτηκαν πριν από λίγες μέρες. Βεβαίως, αυτό έγινε αφού έχω επισκεφτεί επτά χώρες της περιοχής.

Δεν μπορούμε να αγνοούμε την Αφρική. Η Αφρική είναι η γρηγορότερα αναπτυσσόμενη ήπειρος οικονομικά και πληθυσμιακά στον πλανήτη. Πάλι με τη λογική που προηγουμένως σας ανέπτυξα, δεν μπορούμε να είμαστε απόντες.

Γυρνάω πίσω για να ανέβω στη γειτονιά μας, την Ευρώπη, διότι εδώ υπάρχει μια άλλη μεγάλη πλάνη. Θεωρήσαμε, και το θεωρήσαμε για μακρά σειρά ετών, ότι επειδή μπήκαμε στην Ευρωπαϊκή Ένωση, οι διμερείς σχέσεις μας με όλες τις χώρες της Ευρώπης καθορίζονται από αυτό το πλαίσιο, το οποίο είναι και απολύτως επαρκές. Αυτό δεν είναι αλήθεια.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι το πιο υπερήφανο δημιούργημα στην ιστορία της ανθρωπότητας. Ένας χώρος ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δικαίου, ασφάλειας. Αλλά είναι στα πρώτα της βήματα. Λέω πάντα το ευρωπαϊκό οικοδόμημα είναι σαν να τις μονοθεϊστικές θρησκείες με την εξαίρεση του Ισλάμ. Θέλει αιώνες για να σταθεί. Και είναι μόλις μια νέα κοπέλα 70 ετών.

Πρέπει, λοιπόν, η Ελλάδα να συνεχίσει να καλλιεργεί με τεράστια επιμέλεια τις διμερείς της σχέσεις μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεν μπορούμε να βρίσκουμε χώρες όπως η Ισπανία ή η Ιταλία απέναντί μας σε θέματα κατανόησης της τουρκικής απειλής. Αυτό σημαίνει ότι για μακρό χρόνο δεν έχουμε κάνει επαρκώς τη δουλειά μας για να εξηγήσουμε στους εταίρους και τους φίλους μας τι συμβαίνει. Δεν μπορούμε να μην διαγιγνώσκουμε την απειλή εξαγωγής πολεμικού υλικού από την Γερμανία στην Τουρκία, την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα.

Όλα αυτά που είναι στοιχεία των διμερών μας σχέσεων με αυτές τις χώρες επιβάλλουν, μαζί με πολλά άλλα, τη διαρκή και συνεχή επαφή και σε διμερές επίπεδο, ώστε αυτή η οικογένεια, όπως αναπτύσσεται, να έχει σαν ενδοοικογενειακό θέμα και τις ελληνικές ανησυχίες, αλλά και τις ελληνικές αντιλήψεις για την ευρύτερη περιοχή μας.

Ας πούμε τη διεύρυνση στα Δυτικά Βαλκάνια και πόσο σημαντικό είναι αυτό για το μέλλον της Ευρώπης. Πόσο σημαντικό είναι η Ευρώπη να καταλάβει ότι δεν μπορεί να έχει μια μαύρη τρύπα στο χώρο των Δυτικών Βαλκανίων.

Θα περάσω, επίσης μιλώντας για την Ευρώπη, σε κάτι το οποίο είναι τεράστιο απόκτημα για τη χώρα και το περιβάλλον ασφάλειάς της, την αμυντική σχέση με τη Γαλλία. Σας παρακαλώ μην το υποτιμήσετε. Η Ελλάδα έχει αγοράσει πολλές φορές από τον αείμνηστο Κωνσταντίνο Καραμανλή και τα πρώτα Mirage, τα Mirage F1 το 1974, πολεμικό υλικό από την Γαλλία.

Όμως, ότι για πρώτη φορά μετά από μισό αιώνα, και για πρώτη φορά στην ιστορία μας, υπεγράφη αμυντική συμφωνία με τη Γαλλία, τη μόνη χώρα πλέον μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, και τη μόνη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση που έχει πυρηνικά όπλα. Μην το παραβλέψετε. Είναι ένα τεράστιο κεφάλαιο για την ασφάλεια της χώρας στο μέλλον.

Έρχομαι στις σχέσεις μας με το Ηνωμένο Βασίλειο. Το Ηνωμένο Βασίλειο έφυγε από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά δεν έφυγε από την Ευρώπη. Δεν θέλω, επειδή από όταν μου έγινε η τιμή από τον Πρωθυπουργό να είμαι Υπουργός Εξωτερικών, επέλεξα να μην αρθρώσω λέξη κριτικής για τους προκατόχους μου και τις προηγούμενες κυβερνήσεις. Θεωρώ ότι δεν είναι επωφελές για τη χώρα.

Όμως, εάν δείτε τους χρόνους επισκέψεων, παραδείγματος χάρη στο Ηνωμένο Βασίλειο, πόσα χρόνια πριν είχε να επισκεφτεί Έλληνας Υπουργός Εξωτερικών το Ηνωμένο Βασίλειο, καταλαβαίνετε ότι μερικές φορές είτε ομφαλοσκοπούμε, είτε αγνοούμε το τι πρέπει να κάνουμε.

Το Ηνωμένο Βασίλειο θα παραμείνει ένας σημαντικός παίκτης στα διεθνή πράγματα. Κατά συνέπεια, οφείλουμε να έχουμε μία σχέση μαζί τους, αλληλοκατανόησης, εξήγησης των θέσεών μας και προσπάθειας δημιουργίας συνεργειών.

Πέρα από τον Ατλαντικό υπάρχουν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Εδώ πρέπει να σας πω, ότι ουδέποτε στην ελληνική ιστορία, οι σχέσεις της χώρας με τις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν καλύτερες. Η επίσκεψη του Πρωθυπουργού ήταν θριαμβευτική επίσκεψη, όχι για τον Κυριάκο Μητσοτάκη προσωπικά μόνο, αλλά για την ίδια τη χώρα.

Το γεγονός ότι δόθηκε η ευκαιρία και η τιμή στον Έλληνα Πρωθυπουργό να απευθυνθεί σε κοινή συνεδρίαση των δύο νομοθετικών Σωμάτων, να χειροκροτηθεί 10 ή 11 φορές με αυτό που οι Αγγλοσάξονες λένε “standing ovation”, που σημαίνει ότι οι Γερουσιαστές και οι Αντιπρόσωποι χειροκροτούν όρθιοι, ήταν μια τεράστια τιμή για τη χώρα. Αλλά τιμή όχι σε επίπεδο χειρονομίας, αλλά σε επίπεδο ουσίας. Γιατί τα χειροκροτήματα των δύο νομοθετικών Σωμάτων, αποτελούσαν επιβράβευση επιλογών πολιτικής της χώρας, θέσεων της χώρας και αυτό επίσης καθρεφτίστηκε στη μακρά συνάντηση με τον Πρόεδρο Biden.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες βλέπουν στην Ελλάδα όχι απλώς μία χώρα που ανήκει στη Δυτική Συμμαχία, αλλά μία χώρα με την οποία έχουν ευρύτερες κατανοήσεις. Και επίσης μία χώρα με την οποία έχουν υπογράψει, είχα την τιμή να βάλω δυο φορές την υπογραφή μου, δυο αμυντικές συμφωνίες. Το πώς αυτές οι αμυντικές συμφωνίες λειτουργούν για τη δική μας ασφάλεια, για την ασφάλεια του δικού μας τρόπου ζωής, της δικής μας αντίληψης, νομίζω ότι είναι κατανοητό σε όλους σας.

Σας παρακαλώ, θυμηθείτε, είχε γίνει ποτέ συζήτηση για την Αλεξανδρούπολη σαν στρατηγικό κόμβο και επίσης σαν αναπτυξιακό οικονομικά κόμβο μια δεκαετία πριν; Υπήρχε στην πρόβλεψη οποιουδήποτε, στο χάρτη οποιουδήποτε, στην αντίληψη οποιουδήποτε, στην ανάλυση οποιουδήποτε, ο ρόλος που η Αλεξανδρούπολη σαν πύλη εισόδου προς τα ανατολικά Βαλκάνια, προς την κεντρική Ευρώπη και προς την Ουκρανία; Υπήρχε;

Έρχομαι στο τελευταίο κεφάλαιο που είναι οι χώρες μακρινού ορίζοντα. Χώρες όπως η Ιαπωνία, η Ινδονησία, η Αυστραλία. Χώρες της νότιας Αμερικής.

Κυρίες και κύριοι,

Η Ελλάδα είναι μια μεσαίου – μικρού μεγέθους χώρα. Η ελληνική εξωτερική πολιτική για να επιβιώσει οφείλει να είναι μια πολιτική αρχών, μια πολιτική δηλαδή η οποία υποστηρίζει ένα υπαρκτό διεθνές οικοδόμημα κανόνων δικαίου. Και οφείλει να διαγνώσει και να δημιουργήσει σχέσεις με χώρες, οι οποίες έχουν παρόμοια ανάλυση, ανάλογα συμφέροντα, και αυτά τα συμφέροντα τα στηρίζουν και τα προβάλλουν. Και είναι πολλές αυτές οι χώρες.

Η Ινδία είναι μια από αυτές. Μια χώρα με πληθυσμό 1.400.000.000, η πολυπληθέστερη χώρα στον πλανήτη.

Η Ιαπωνία είναι μια από αυτές. Μια χώρα, η οποία είναι η τρίτη οικονομική δύναμη στον πλανήτη.

Η Αυστραλία, η Νέα Ζηλανδία είναι τέτοιες χώρες. Χώρες οι οποίες είναι πολύ μακριά ίσως γεωγραφικά, έξω από την αντίληψή μας ίσως ως χώρες γειτονίας. Αν δείτε όμως τις θέσεις τους στα θέματα του Δικαίου της Θάλασσας θα δείτε την απόλυτη ταύτισή μας.
Και επίσης, χώρες, οι οποίες έχουν έρθει στην πατρίδα μας στα πλαίσια των παγκοσμίων πολέμων, έχουν πολεμήσει στην Ελλάδα και για την Ελλάδα. Δεν μπορούμε να το αγνοούμε αυτό.

Και βεβαίως, υπάρχουν και οι σχέσεις μας με άλλες παγκόσμιες δυνάμεις όπως η Κίνα. Η Κίνα είναι ένας πολύ σημαντικός επενδυτής στο λιμάνι του Πειραιά, δεν μπορούμε να το αγνοούμε. Η Κίνα επένδυσε στην Ελλάδα όταν, παρά τις έντονες προσκλήσεις, οι πιο κοντινές σε εμάς χώρες της δύσης θεωρούσαν ότι το ρίσκο της χώρας είναι μεγαλύτερο από την ευκαιρία της επένδυσης στον Πειραιά.

Η Κίνα εκδήλωσε μια διαφορετική αντίληψη και ανταμείφθηκε για αυτό. Ο Πειραιάς είναι ένα από τα μεγαλύτερα λιμάνια της Μεσογείου. Θα γίνει τα επόμενα 10 χρόνια το μεγαλύτερο λιμάνι της Μεσογείου και τα επόμενα 30 χρόνια, πιθανότατα, το μεγαλύτερο λιμάνι της Ευρώπης.

Καταλήγω με τη Ρωσία και την Ουκρανία. Η παρούσα κυβέρνηση παρέλαβε τις σχέσεις με την Ρωσία σε ένα πολύ μέτριο επίπεδο. Θυμάστε, ίσως, ότι επί της προηγούμενης κυβέρνησης είχαν υπάρξει δημόσιες απελάσεις Ρώσων διπλωματών. Παρά ταύτα, έκανε μία πολύ μεγάλη προσπάθεια επί 2,5 χρόνια να επαναναπτύξει τις ιστορικές κατανοήσεις με μία χώρα με την οποία έχουμε ιστορικούς δεσμούς.

Η Ελληνική Επανάσταση υποστηρίχθηκε από τον Ρωσικό στόλο στο Ναβαρίνο μαζί με τους στόλους της Αγγλίας και της Γαλλίας. Μην κοροϊδευόμαστε, δεν θα ήμασταν μία ελεύθερη χώρα χωρίς το Ναβαρίνο. Οι Έλληνες δεν ξεχνούν και δεν είναι αγνώμονες.
Προσπαθήσαμε πάρα πολύ, αλλά η Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, με την οποία οι σχέσεις μας δεν ήταν τίποτα το ιδιαίτερα στενό, ανέτρεψε τελείως το οικοδόμημα των Ελληνο-ρωσικών σχέσεων και όχι με ευθύνη της χώρας μας.

Γατί σας είπα και πριν ότι η Ελλάδα για να επιβιώσει οφείλει να εκπροσωπεί πολύ συγκεκριμένες αρχές με τις οποίες να ταυτίζεται.

Η Ελλάδα μάχεται μισό αιώνα για να ανατρέψει μια εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο. Δεν μπορεί, λοιπόν, με κανέναν τρόπο να μην καταδικάσει απερίφραστα εισβολή σε μία ανεξάρτητη χώρα. Δεν μπορεί να μην επιχειρήσει, με όποια μέσα έχει, να υπερασπίσει την ανεξαρτησία και την εδαφική ακεραιότητα μιας χώρας – μέλους του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Έτσι στην πραγματικότητα υπερασπίζει τον εαυτό της και τα δικά της σύνορα. Το ιδεολόγημα επί τη βάση του οποίου υπάρχει, αναπτύσσεται, ζει.

Καταλήγω με τις Ελληνοτουρκικές σχέσεις. Θέλω να σας εξομολογηθώ ότι όταν μου έγινε η τεράστια τιμή να γίνω Υπουργός Εξωτερικών, πίστευα ότι θα μπορέσουμε να βρούμε κώδικες επικοινωνίας με την Τουρκία και να επιλύσουμε τη μοναδική διαφορά που έχουμε με την Τουρκία, που είναι η Υφαλοκρηπίδα και η ΑΟΖ στις θάλασσες που μας περιβάλλουν, στη βάση του Διεθνούς Δικαίου και ιδιαίτερα του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας.

Η αισιοδοξία μου αυτή μεγάλωσε, γιατί μετά από 50 χρόνια μπορέσαμε και λύσαμε το ζήτημα με την Ιταλία και υπογράψαμε τη σχετική Συμφωνία. Λύσαμε το ζήτημα με την Αίγυπτο και υπέγραψα τη σχετική Συμφωνία. Λύσαμε επί της αρχής το ζήτημα με την Αλβανία και θεωρώ ότι, μετά την εκλογή χθες του νέου Προέδρου τον οποίο συνεχάρη, υπήρχαν συνταγματικά θέματα, θα μπορέσουμε να προχωρήσουμε στην υπογραφή του Συμφωνητικού με την Αλβανία και στην παραπομπή της διαφοράς μας στη Χάγη.

Με αυτή, λοιπόν, την αντίληψη θεώρησα ότι θα μπορέσει η Ελλάδα να βρει κώδικες συνεννόησης με την Τουρκία και να μπορέσουμε να επιλύσουμε τη διαφορά μας.

Δυστυχώς, αυτή υπήρξε μια απολύτως λανθασμένη πρόγνωση. Βρεθήκαμε απέναντι σε μια διαρκή διεύρυνση επιχειρημάτων, διεκδικήσεων απέναντι στην πατρίδα μας πέραν του Διεθνούς Δικαίου, πέραν οποιασδήποτε λογικής.

Σας αναφέρω ενδεικτικά το “τουρκολιβυκό μνημόνιο”, το οποίο διαμοιράζει θαλάσσιες εκτάσεις αγνοώντας την παρουσία της Κρήτης μέσα στη μέση, αγνοώντας ότι κατά το Διεθνές Δίκαιο τα νησιά έχουν τα ίδια δικαιώματα με την ενδοχώρα. Δηλαδή όχι μόνο χωρικά ύδατα και μάλιστα χωρικά ύδατα μέχρι τα 12 μίλια, αλλά και αποκλειστική οικονομική ζώνη και υφαλοκρηπίδα.

Φανταστείτε δηλαδή, για να το προεκτείνουμε λίγο και να καταστεί σαφές το παράλογο της “συμφωνίας” αυτής, η Ελλάδα να υπέγραφε αποκλειστικές οικονομικές ζώνες με την Ισπανία αγνοώντας ότι η Ιταλία είναι στη μέση.

Και επίσης το ιδεολόγημα της γαλάζιας πατρίδας, η αντίληψη δηλαδή ότι τα ελληνικά νησιά του Ανατολικού Αιγαίου βρίσκονται επί τουρκικής υφαλοκρηπίδας και δεν έχουν κανένα άλλο δικαίωμα. Δηλαδή πρέπει να αποκοπούν από τον κορμό της Ελλάδας στην οποία ανήκουν με τη συνθήκη της Λοζάνης.

Και για να είναι ακόμα χειρότερο, προσέθεσαν τον τελευταίο χρόνο, το νέο επιχείρημα ότι η ελληνική κυριαρχία επί των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου βασίζεται στη συμφωνία περί αποστρατικοποίησης, άλλως η ελληνική κυριαρχία δεν είναι απόλυτη αλλά είναι σχετική. Και κατά συνέπεια αμφισβητείται έμμεσα αλλά σαφέστατα από την τουρκική πλευρά.

Σε όλα αυτά έχουμε απαντήσει με μια σειρά επιστολών, η τελευταία που απεστάλη εδώ και λίγες μέρες στα Ηνωμένα Έθνη ίσως είναι η πιο ενδιαφέρουσα από άποψη Διεθνούς Δικαίου.

Σας διαβεβαιώ, όμως, χωρίς να μπω εδώ σε λεπτομέρειες, ότι η ελληνική επιχειρηματολογία είναι απολύτως επαρκής, απολύτως πειστική. Έχει στο οπλοστάσιό της τα πιο σύγχρονα επιχειρήματα του Διεθνούς Δικαίου. Αντιθέτως οι τουρκικές θέσεις δεν αντέχουν σε καμία κριτική. Αποτελούν εκδηλώσεις ενός νέο-οθωμανικού αναθεωρητισμού, τμήματα ενός ιδεολογήματος μιας δήθεν περιφερειακής υπερδύναμης, η οποία επιχειρεί να επιβάλει τη θέλησή της δια της απειλής της ισχύος απέναντι στους γείτονές της.

Εύχομαι ειλικρινά η Τουρκία να δει καθαρά ότι αυτή η πολιτική είναι αδιέξοδη. Να επιστρέψει στην πορεία σύγκλισης προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, τις ευρωπαϊκές και τις παγκόσμιες αξίες και να κατανοήσει ότι η Ελλάδα μπορεί να αποτελέσει μια γέφυρα προς την Ευρώπη, μια γέφυρα προς ένα καλύτερο μέλλον, το οποίο θέλω να σας πω ότι πιστεύω ακράδαντα ότι ελπίζει ένα πολύ μεγάλο κομμάτι, ένα πολύ σημαντικό κομμάτι του τουρκικού λαού και της τουρκικής κοινωνίας όταν, δηλαδή όταν και εάν, του δίνεται η ευκαιρία να μιλήσει ελεύθερα. Και να σταματήσει η προσπάθεια εγκλωβισμού της τουρκικής κοινωνίας και κατ΄ επέκταση και της Ελλάδας στο μέλλον, σε διεκδικήσεις και αντιπαλότητες που ανήκουν σε περασμένους αιώνες και σε περασμένες εποχές.

Να καταστεί, δηλαδή, σαφές στην Τουρκία ότι η πολιτική των κανονιοφόρων, η πολιτική του Σουλεϊμάν του Νομοθέτη στη Μεσόγειο ανήκει τελείως σε μια άλλη εποχή. Είτε του Σουλεϊμάν στον 16ο αιώνα, είτε των κανονιοφόρων στον 19ο και άντε στις αρχές του 20ου. Πάντως με κανέναν τρόπο στον 21ο αιώνα.

Όμως, μεγάλη αισιοδοξία δεν έχω.

Ποια είναι η δική μας απάντηση σε αυτό; Η εθνική ομόνοια, η εθνική ομοψυχία, η δυνατότητά μας να προβάλλουμε τις θέσεις μας και η πεποίθησή μας ότι, ανεξαρτήτως παραμέτρων, η χώρα είναι ισχυρή και μπορεί, βασισμένη στις δικές της Ένοπλες Δυνάμεις και στις δυνάμεις της κοινωνίας και της οικονομίας της την οποία και εσείς υπηρετείτε, να υπερασπίσει τα εθνικά δίκαια και το μέλλον των επόμενων γενεών της.

Σας ευχαριστώ πάρα πολύ.

Μετάβαση στο περιεχόμενο