Παρεμβάσεις στη Διαρκή Επιτροπή Εθνικής Άμυνας & Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής κατά την επεξεργασία & εξέταση του σ/ν για Κύρωση της Συμφωνίας Ελλάδας-Γαλλίας

Ευχαριστώ θερμά, κύριε Πρόεδρε.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Κατ’ αρχήν θα μου συγχωρήσετε την πιθανή υποτονικότητα και τη μη οξύτητα των εκφράσεων. Θεωρώ ότι είναι εξαιρετικά απαραίτητο όταν συζητάμε θέματα εθνικής σημασίας η συζήτηση να γίνεται εν απολύτω νηφαλιότητα. Αλλά πιθανόν οφείλεται και στο ότι έκανα το πρωί την τρίτη δόση του εμβολίου και κατά συνέπεια μπορεί να λειτουργεί κατευναστικά.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη εισάγει σήμερα στη Βουλή τη Συμφωνία Στρατηγικής Εταιρικής Σχέσης και Συνεργασίας στην άμυνα και την ασφάλεια με την Γαλλική Δημοκρατία.

Εμείς ισχυριζόμαστε, αυτό πιστεύουμε εμείς η κυβερνητική πλειοψηφία και από ό,τι καταλαβαίνω ένα σημαντικό κομμάτι της εθνικής αντιπροσωπείας, ότι η Συμφωνία ενισχύει την αμυντική ασπίδα της χώρας και την γεωστρατηγική της θέση. Αποτελεί μία έκφραση των ισχυρών διαχρονικών δεσμών μας με την Γαλλία. Έχει ένα συμβολικό χαρακτήρα: 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821, 40 χρόνια από την ένταξή μας στην τότε ΕΟΚ.

Μπορούμε να πούμε ότι αποτελεί έργο – φόρο τιμής σε δύο μεγάλους ηγέτες, τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και τον Valery Giscard D’ Εstaing που έφυγε από τη ζωή πριν από λίγους μήνες. Ηγέτες που νομίζω όλοι συμφωνούμε ότι ήταν πέρα από την εποχή τους.

Εμείς και η Γαλλία κάνουμε ένα βήμα από κοινού, έτσι πιστεύουμε, για την ενωμένη Ευρώπη, για την ολοκλήρωσή της στον τομέα της άμυνας και της ασφάλειας.

Κυρίες και κύριοι, η Συμφωνία δεν προβλέπει μόνο συστηματοποίηση συνεργασίας και επαφών. Προβλέπει κυρίως τη δέσμευση των πλευρών για παροχή βοήθειας και συνδρομής με όλα τα κατάλληλα μέσα, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης ένοπλης βίας. Η σχετική φρασεολογία εμπεριέχεται στο άρθρο 2 της συμφωνίας.

Εδώ θα ήθελα να είμαι απέναντί σας σαφής γιατί άκουσα διάφορα για τις ερμηνείες του άρθρου 2. Το άρθρο 2 αυτής της συμφωνίας όπως είναι διατυπωμένο είναι η πιο προχωρημένη διατύπωση διεθνώς. Όποιος ισχυρίζεται ότι είναι ελλειμματική, παρακαλώ να μας φέρει ένα υπόδειγμα διεθνούς συμφωνίας που υπάρχει πιο εκτεταμένη διατύπωση. Διότι το να αναχωρούμε εδώ σε ιδεατές νομικές αναζητήσεις στην πραγματικότητα, όπως είπε και ο εισηγητής μας προηγουμένως και ένας από τους ομιλητές μας, αδυνατίζοντας την εικόνα αυτής της συμφωνίας διεθνώς δεν ωφελεί το εθνικό συμφέρον.

Δεν πρόκειται εγώ εδώ να καθίσω να κάνω παραδείγματα περιπτώσεων. Αν θέλετε σε ενημερώσεις στο Υπουργείο Εξωτερικών τις οποίες ουδέποτε αρνήθηκα, να το κάνω. Αλλά αυτό δεν μπορεί να γίνει στο πλαίσιο αυτής της συζήτησης στην εθνική αντιπροσωπεία μιας δημόσιας συζήτησης.

Αλλά ξαναλέω, εάν θεωρείτε ότι το άρθρο αυτό διατυπώνεται ελλειμματικά, σας παρακαλώ, προσκομίστε ένα διεθνές υπόδειγμα ευρύτερο από οπουδήποτε, μεταξύ οιωνδήποτε χωρών.

Το γνωστό AUCUS το οποίο έγινε αντικείμενο συζήτησης διεθνώς, το υπ΄αριθμόν ένα θέμα συζήτησης διεθνώς επί μια εβδομάδα, κοιτάξτε σας παρακαλώ την διατύπωσή του και θα δείτε πόσο υπολείπεται αυτής. Και υποτίθεται ότι αυτή είναι η συνεργασία μεταξύ Αυστραλίας, Ηνωμένων Πολιτειών και Ηνωμένου Βασιλείου, η οποία αποτελεί την απάντηση της υπερδύναμης στη μεγαλύτερη στην ιστορία της γεωπολιτική πρόκληση.

Και ειλικρινά αναφέρομαι στον ΣΥΡΙΖΑ, στην αξιωματική αντιπολίτευση, ως συνομιλητές σε αυτή την προσπάθεια. Εγώ δεν εκλαμβάνω την τοποθέτησή σας περί μη ψήφισης της Συμφωνίας ότι είναι οριστική.

Θα μου επιτρέψετε, κύριε Πρόεδρε, αυτή τη δική μου ερμηνεία. Και επίσης, θα μου επιτρέψετε να σας πω, ότι εδώ παρατήρησα δυο γραμμές σας. Η γραμμή του εισηγητή, του αγαπητού μου καθηγητή του κυρίου Κατρούγκαλου και τη γραμμή του κυρίου Φίλη. Και αυτές οι δυο γραμμές στα αυτιά ενός, σας διαβεβαιώ, πολύ καλόπιστου παρατηρητή, δεν ήταν καθόλου όμοιες. Καθόλου όμοιες, το ακούσατε και εσείς.

Τι στρατηγικά επιδιώκουμε; Επιδιώκουμε στρατηγικά να έχουμε αυτή τη σύμβαση με τη Γαλλία και με άλλες χώρες ή δεν το επιδιώκουμε; Δεν θέλουμε; Είμαστε σε ένα άλλο αξιακό πλαίσιο και νομίζουμε ίσως ότι η κοινωνία ισχυροποιούμενη με όποιες μεθόδους ο καθένας κρίνει θα εκστρατεύσει και η ίδια θα αντιμετωπίσει την απειλή. Πρέπει στον αντίλογο κάθε κόμμα να έχει μια συνέπεια.

Θα ήθελα δε να πω ότι η Συμφωνία αυτή είναι η δεύτερη στην ιστορία της χώρας μεταπολεμικά. Και τις δυο τις έχει συνάψει η Κυβέρνηση Μητσοτάκη, είχα την τιμή να τις υπογράψω και τις δύο ως Υπουργός Εξωτερικών. Η πρώτη ήταν με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.

Η Ελλάδα από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου μέχρι σήμερα δεν επέτυχε ποτέ να έχει τέτοια συμφωνία. Εκτός αν θεωρούμε ότι ουδέποτε απειληθήκαμε από οποιαδήποτε άλλη χώρα και οι συμφωνίες αυτές είναι άχρηστες. Αλλά αν υπάρχει μια τέτοια άποψη ας λεχθεί. Όμως, εγώ άκουσα ξεκάθαρα τον εισηγητή της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης να λέει στρατηγικά είναι ορθή και τιμώ αυτή του την τοποθέτηση.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η Κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει κάνει το καλύτερο που μπορεί στην εξωτερική πολιτική με σοβαρότητα και με υπευθυνότητα. Από την ανάληψη των καθηκόντων της, εάν σας ενδιαφέρουν λίγο τα στατιστικά, πέραν αυτής της συμφωνίας που συζητάμε σήμερα, έχει υπογράψει 106 διμερείς συμφωνίες. Αναφέρομαι στο σύνολο της κυβέρνησης. Και 39 πολυμερείς συμβάσεις. 106 και 39.

Μερικές θα μου επιτρέψετε να τις χαρακτηρίσω αλλά είναι, νομίζω, κοινός μας τόπος, ύψιστης συμφωνίας, ύψιστης σημασίας, ζητούμενα δεκαετιών.

Αναφέρομαι στη Συμφωνία με την Ιταλία για την οριοθέτηση της ΑΟΖ.

Στην σημασία, στη Συμφωνία με την Αίγυπτο για την οριοθέτηση της ΑΟΖ.

Το Τροποποιητικό Πρωτόκολλο της ΜDCA.

Το Μνημόνιο Κατανόησης με τον Αραβικό Σύνδεσμο.

Τη Συμφωνία που είπαμε πριν, με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.

Το Μνημόνιο Κατανόησης για την θεσμοθέτηση διαβουλεύσεων με το Συμβούλιο Συνεργασίας του Κόλπου.

Σειρά συμφωνιών για ενεργειακά ζητήματα.

Και βέβαια την επί της αρχής Συμφωνία με την Αλβανία για την παραπομπή του ζητήματος οριοθέτησης της ΑΟΖ στην Χάγη. Επίσης, συμφωνίες με άλλες 37 χώρες, Χιλή, Βραζιλία, Ινδονησία, Μογγολία.

Κατηγορηθήκαμε ότι προσπαθούμε να εκμεταλλευτούμε αυτή τη Συμφωνία με την Γαλλία πολιτικά. Δεν προσπαθήσαμε να εκμεταλλευτούμε καμία από όλες αυτές τις συμφωνίες. Τις 106 συν 37. Καμία. Δεν πήρε εντολή ο αρμόδιος υπουργός, εγώ, από τον πρωθυπουργό να εμφανιστεί σε μια τηλεόραση και να διατυπώσει μια καυχησιολογία για μια συμφωνία από όλες αυτές.

Ποιος προσπαθεί να εκμεταλλευτεί πολιτικά; Προσπαθήσαμε, αντίθετα, και νομίζω ότι είμαστε περήφανοι για αυτό, να κρατήσουμε την εξωτερική πολιτική μακριά από τις κομματικές αντιπαραθέσεις. Και το είχαμε πει ξεκάθαρα στις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης ότι θα αναζητήσουμε την ενότητα και την ομοψυχία. Και δεν ζητήσαμε λευκή επιταγή. Ενθαρρύναμε την κριτική, τον διάλογο, τον αντίλογο.

Θεωρούμε, όμως, ότι οι βασικές παράμετροι μιας στρατηγικής πρέπει να μας βρίσκουν όλους στην ίδια πλευρά. Γιατί το γεωπολιτικό περιβάλλον διαρκώς μεταβάλλεται. Δεν νομίζω ότι έχει ξανά-υπάρξει στην σύγχρονη ιστορία τέτοια περίοδος.

Έχουμε μεταβλητές πρωτοφανείς και έναν γείτονα, ας τον χαρακτηρίσω ιδιαίτερα επεκτατικό, για να μην τον χαρακτηρίσω απόλυτα επιθετικό. Και σε αυτόν τον γείτονα, την Τουρκία, απαντάμε όπου χρειαστεί. Και δημόσια και στον μεταξύ μας διάλογο και στα διεθνή φόρα. Εξηγούμε, νομίζω με επάρκεια, το δικαιικό παραλογισμό των θέσεων της. Αποκαλύπτουμε την Οθωμανική της επεκτατικότητα.

Γιατί πραγματικά με την Τουρκία κανείς πολλές φορές αισθάνεται ότι δεν προσλαμβάνει τι επιδιώκει.

Ισχυρίζεται ότι σέβεται το Διεθνές Δίκαιο η Τουρκία. Παραβιάζει, όμως σχεδόν όλα τα άρθρα του χάρτη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών που αφορούν τη διατήρηση της ειρήνης και της ασφάλειας.

Ισχυρίζεται ότι σέβεται το Δίκαιο της Θάλασσας. Δεν έχει προσχωρήσει όμως στη Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας που έχουν κυρώσει 160 κράτη.

Ισχυρίζεται ότι επιθυμεί την ειρήνη και τη σταθερότητα. Έχει εισβάλλει όμως σε πέντε χώρες της περιοχής.

Ισχυρίζεται ότι θέλει δίκαιη λύση του Κυπριακού. Προσπαθεί όμως να επιβάλλει λύση δύο κρατών αγνοώντας επιδεικτικά τη διεθνή νομιμότητα και κατέχει παράνομα άνω του 37% του κυπριακού εδάφους.

Ισχυρίζεται ότι θέλει διάλογο με την Ελλάδα και την Κύπρο. Διατηρεί όμως το casus belli, την απειλή πολέμου εναντίον της Ελλάδας. Αμφισβητεί καθημερινά την κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα και της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Ισχυρίζεται ότι σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα. Αρνείται όμως να εκτελέσει πάνω από 640 καταδικαστικές αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

Ισχυρίζεται ότι προωθεί τις θρησκευτικές ελευθερίες, ισχυρίζεται ότι σέβεται την παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά. Μετατρέπει όμως σε τζαμιά τα μνημεία της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, όπως την Αγία Σοφία και τη Μονή της Χώρας.

Ο κατάλογος των αντιφάσεων αυτών δεν έχει τέλος. Θα μπορούσα να μιλάω ώρες. Θα ήθελα να σας πω, όμως, αυτό που πιθανόν δεν γνωρίζετε ακόμα διότι παρελήφθη μόλις εχθές το απόγευμα.

Τελευταία αντίφαση είναι η απαντητική επιστολή της Τουρκίας στον ΟΗΕ αναφορικά με την “αποστρατιωτικοποίηση” των νήσων του Αιγαίου.

Ισχυρίζεται η Τουρκία ότι παρανόμως η χώρα μας διατηρεί στρατό στα νησιά αυτά. Δηλαδή ότι τα νησιά αυτά απειλούν την Τουρκία. Τα ελληνικά νησιά του Ανατολικού Αιγαίου απειλούν την Τουρκία. Η Τουρκία διατηρεί απέναντί τους τη στρατιά του Αιγαίου. Η απειλούμενη δήθεν Τουρκία διατηρεί απέναντί τους τον μεγαλύτερο αποβατικό στόλο της Μεσογείου.

Έχει εκδώσει απειλή πολέμου κατά της Ελλάδας εάν επεκτείνουμε τα χωρικά μας ύδατα ασκώντας το νόμιμο δικαίωμά μας. Είναι η μόνη χώρα, η μόνη χώρα στον πλανήτη που έχει εκδώσει απειλή πολέμου κατά άλλης χώρας για την άσκηση νομίμων δικαιωμάτων. Και βέβαια έχει το παρελθόν εισβολής στη Μεγαλόνησο της Κύπρου.

Αυτή η Τουρκία, λοιπόν, με αυτό το παρελθόν και αυτές τις αντιφάσεις, μας ζητά να αφοπλίσουμε τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου.

Αυτό καταλαβαίνετε ότι δεν μπορεί παρά να απορριφθεί, μετά πολλών επαίνων, για πολλοστή φορά πρέπει να πω και από αυτή την κυβέρνηση, μετά από όλες τις κυβερνήσεις.

Όμως, κυρίες και κύριοι, εμείς, η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν πάσχει από ένα τουρκοκεντρικό βαλκανικό επαρχιωτισμό. Η πολιτική μας δεν είναι αντίδραση στην Τουρκία. Έχουμε τον δικό μας σχεδιασμό, τον εθνικό σχεδιασμό.

Ο εθνικός σχεδιασμός καταρχήν αφορά τα κράτη της Ευρώπης, όπου ενισχύουμε τις σχέσεις μας, αλλά πέραν από τα κράτη της Ευρώπης, βεβαίως, προχωράμε τις συμμαχίες μας με χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, με χώρες όπως οι χώρες του Κόλπου και του ευρύτερου αραβικού κόσμου. Με πολυμερείς συνεργασίες, όπως το Φόρουμ Φιλίας που φιλοξενήσαμε στην Αθήνα. Με τις σχέσεις μας με το Ισραήλ.

Προωθούμε τις σχέσεις μας με τα κράτη-μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας. Είναι εδραία μου πεποίθηση, νομίζω τη συμμερίζονται όλοι, ότι η χώρα μας πρέπει πάντοτε να έχει σχέσεις όχι μόνο με τα μόνιμα αλλά και με τα μη μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας.

Και θα ήθελα στο πλαίσιο αυτό να σας πω κάτι που ήδη ξέρετε, ότι η χώρα διεξάγει μια «προεκλογική» εκστρατεία για να καταστεί μη μόνιμο μέλος, να εκλεγεί μη μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας την περίοδο ’25-’26.

Και θα ήθελα να ξέρετε, κάτι που νομίζω αποτελεί επαρκή απόδειξη της αξιοπιστίας της πατρίδας μας, έχουμε μέχρι στιγμής 93 δεσμεύσεις ψήφου. 93. 4 υπολείπονται για την απόλυτη πλειοψηφία. Έχουμε 93. Και είμαστε ακόμα στο ’20-’21.

Και στη σχέση μας με τη Ρωσία νομίζω έχουμε καταγράψει πρόοδο.

Έχω επισκεφτεί επανειλημμένως τη Ρωσία. Μετά από 30 χρόνια μάλιστα βρέθηκα κοντά στον ελληνισμό της νότιας Ρωσίας. Νομίζω ότι είναι μια μεγάλη επένδυση.

Με την Κίνα διατηρούμε τις σχέσεις μας. Σε λίγες μέρες θα έρθει στην Αθήνα ο Κινέζος ομόλογός μου, ο κύριος Wang Yi.

Τον Οκτώβρη θα μεταβώ και στο Λονδίνο. Πρέπει και η σχέση μας μετά το Brexit, ιδίως μετά το Brexit, με τη Μεγάλη Βρετανία να αποκτήσει συμβατικό πλαίσιο.

Και όσον αφορά, επίσης, τα μη μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, παρατηρήσατε ελπίζω την επίσκεψη του Ινδού Υπουργού Εξωτερικών.

Παράλληλα, αναπτύσσουμε με μια σειρά κρατών σχέσεις που η χώρα δεν είχε ποτέ, μερικούς Υπουργούς τους είδα για πρώτη φορά στην ιστορία μας: Γκαμπόν, Γκάνα, Μεξικό.

Κάτι άλλο που θα ήθελα επίσης να ξέρετε με την ευκαιρία της συζήτησής μας. Ένας τομέας που η χώρα δραστηριοποιήθηκε για να ανατρέψει μια κακή εξέλιξη με το Λιβυκό. Η Ελλάδα επανέρχεται στο Λιβυκό. Στις 21 του Οκτώβρη έχουμε κληθεί από την ίδια την κυβέρνηση της Λιβύης να συμμετάσχουμε στην διεθνή διάσκεψη στην Τρίπολη για την σταθεροποίηση της χώρας αυτής.

Και από κει και πέρα λειτουργούμε στην ομάδα των χωρών- φίλων της UNCLOS και υποστηρίζουμε οριζόντια όλους αυτούς τους παραπάνω στόχους.

Για τα Βαλκάνια, όπως ξέρετε, με σαφή εντολή του Πρωθυπουργού κάνουμε ότι μπορούμε για να διευκολύνουμε την ενταξιακή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων. Κάτι που αποτελεί εθνική προτεραιότητα, νομίζω συμπεφωνημένη εθνική προτεραιότητα.

Επανέρχομαι στο σημερινό νομοθέτημα, την Στρατηγική Συμφωνία Ελλάδας- Γαλλίας. Νομίζω ότι είναι μια από τις κορυφαίες μας στιγμές στην προσπάθεια να κατοχυρώσουμε, αν θέλετε όλοι από κοινού, τα συμφέροντα της πατρίδας μας.

Κράτησε, σωστά παρετηρήθη, κράτησε επί μακρόν αυτή η συζήτηση. Ενεπλάκη ο ίδιος ο Πρωθυπουργός της χώρας, προσωπικά με τον Πρόεδρο Μακρόν στην τελική φάση για να επιλύσει τις δυσκολίες.

Και σας παρακαλώ, μην το υποτιμάτε. Θεωρείται, θεωρήθηκε από μερικούς ομιλητές ως απλό παρακολούθημα της αγοράς των οπλικών συστημάτων των φρεγατών. Θα σας πρότεινα να αντιστρέψετε την σειρά όσον αφορά την σπουδαιότητα. Χωρίς να υποτιμώ καθόλου την ποιότητα του συγκεκριμένου όπλου, το οποίο μας είναι απολύτως απαραίτητο.

Και θα ήθελα επίσης να σας πω ότι εάν ανατρέξετε στην μνήμη σας η Ελλάδα έχει αγοράσει πολλές φορές πολύ ακριβά συστήματα, οπλικά συστήματα, από την Γαλλία. Θα σας θυμίσω παλιά τα άρματα τα ΑΜΧ30. Να σας θυμίσω τα Μιράζ F1. Να σας θυμίσω τις πυραυλακάτους Combattante. Να σας θυμίσω τα Μιράζ 2000.

Ποτέ η Ελλάδα δεν κατάφερε να υπογραφεί ανάλογης μορφής συμφωνία με την πολύ ισχυρή αυτή χώρα. Την μόνη πυρηνική δύναμη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το μόνο μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η υπογραφή αυτής της Συμφωνίας είναι μια τεράστια εθνική επιτυχία. Είναι και θα ήθελα να σας πω, κοιτάξτε αν θέλετε τον ξένο Τύπο, που είμαι βέβαιος ότι τον είδατε. Τις δηλώσεις ξένων αξιωματούχων. Είμαι βέβαιος ότι τις είδατε. Αλλά κοιτάξτε, αν θέλετε, και τις αντιδράσεις της γείτονος σε αυτή την Συμφωνία.

Τώρα, νομίζω έγινε μια ανάλυση ως προς το άρθρο 2. Νομίζω ότι το άρθρο 18 ως είναι διατυπωμένο, ορθώς είναι διατυπωμένο. Και μόνο νομίζω ως, πραγματικά, υπεκφυγή μπορώ να προσλάβω την ως παράδειγμα αναφορά συμμετοχής σε τυχόν επιχείρηση στο Σαχέλ υπό το κριτήριο του κοινού συμφέροντος, που ρητά διατυπώνεται μέσα στο άρθρο 18, ως λόγο καταψήφισης της Συμφωνίας.

Δεν θα αντιδικήσω γιατί, σας ξαναλέω, θα ήθελα να θεωρήσω ότι η θέση αυτή της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν είναι θέση καταψήφισης, και θα το δει το ζήτημα μετά τη συζήτησή μας.
Ελέχθη ως προτροπή προς την κυβέρνηση από ορισμένες πλευρές, και είναι και αυτό μία ευκαιρία να το ξεκαθαρίσω, διότι είναι γνωστό ότι όταν από το βήμα αυτό πάντοτε ομιλεί ο Υπουργός Εξωτερικών της χώρας υπάρχουν πολλοί ακροατές και αναγνώστες και πέραν της αιθούσης και πέραν των συνόρων.

Θα ήθελα, λοιπόν, να ξεκαθαρίσω κάτι γιατί διατυπώθηκε η προτροπή προς την κυβέρνηση να συνεννοηθούμε με την Τουρκία αντί να οδηγηθούμε σε μία κούρσα εξοπλισμών.

Να είμαστε ξεκάθαροι. Εμείς δεν θέλουμε καμία κούρσα εξοπλισμών. Βεβαίως δεν θέλουμε καμία κούρσα εξοπλισμών. Καμία ελληνική κυβέρνηση δεν θέλει κούρσα εξοπλισμών.

Όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις διαχρονικά, είμαι βέβαιος, θα προτιμούσαν να δαπανούν το υστέρημα του ελληνικού λαού για κοινωνική πολιτική, για παιδεία, για υγεία και όχι για αγορά οπλικών συστημάτων.

Υπάρχει όμως το κράτος της ανάγκης. Εκτός αν κάποιος μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν υφίσταται απειλή κατά της χώρας.

Και εμείς, η Ελλάδα, λέμε καθαρά στην Τουρκία: η διαφορά μας, η διαφορά μας μπορεί να επιλυθεί. Ελάτε να την επιλύσουμε. Ελάτε να συζητήσουμε την οριοθέτηση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης και της υφαλοκρηπίδας και αν δεν συμφωνήσουμε πάμε στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.

Αυτό το οποίο μας προέτρεψε ένας ομιλητής να το κάνουμε, το έχουμε κάνει όλοι επανειλημμένως. Και δεν είμαστε η μόνη κυβέρνηση που το έχουμε κάνει.

Και λέμε, επίσης, καθαρά στην Τουρκία μπορούμε να συνεννοηθούμε αλλά παραιτηθείτε από το ανυπόστατο τουρκολιβυκό μνημόνιο.

Αντιβαίνει ακόμη και τη λογική.

Και ποιος, νομίζω σε αυτή την αίθουσα, δεν θα ζητήσει από τον εκάστοτε Υπουργό που έχει τη δική μου θέση ή από τον Πρωθυπουργό της χώρας ή από την κυβέρνηση να ζητήσει από την Τουρκία να άρει το casus belli εναντίον της χώρας.

Είναι παράλογο να ζητάμε από την Τουρκία να μην έχει ισχύουσα απειλή πολέμου εναντίον μας; Είναι παράλογο που ζητάμε από την Τουρκία να αποδεχθεί τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών ως προς το Κυπριακό;

Τι δεν κάνει η κυβέρνηση της Ελληνικής Δημοκρατίας για να έρθει σε έναν νοήμονα διάλογο με την Τουρκία; Εάν κάποιος έχει κάποια ιδέα την οποία μας αποκρύπτει είναι καλό να τη διατυπώσει.

Αλλά θα μου επιτρέψετε να σας πω ότι δεν την βλέπω. Δεν βλέπω οτιδήποτε στη στάση μας που να εμποδίζει την Τουρκία να συζητήσει για να καταλήξει μαζί μας.

Αλλά, βεβαίως, δεν μπορούμε να καταλήξουμε σε ένα αξιακό σύνολο υποτέλειας προς τη γείτονα. Αυτό δεν θα γίνει. Δεν πρόκειται να γίνει, όχι από αυτή την κυβέρνηση, ούτε από αυτό τον Πρωθυπουργό ούτε από καμία κυβέρνηση, από κανέναν πρωθυπουργό.

Και η αγορά των οπλικών συστημάτων είναι το ελάχιστο αντίτιμο της ανεξαρτησίας και της ελευθερίας της χώρας 200 χρόνια μετά τη δημιουργία του νέου ελληνικού κράτους.

Καταλήγω, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θα ήθελα να υπάρξει μια ομονοούσα εθνική αντιπροσωπεία ως προς το ζήτημα αυτό. Νομίζω ότι ιδίως το τελευταίο χρονικό διάστημα, διάστημα που υπερβαίνει πια το έτος, η επιθετικότητα που αντιμετωπίζουμε από τη γείτονα δεν επιτρέπει την πολυτέλεια της καταψήφισης αυτής της συμφωνίας και αυτού του άρθρου.

Οφείλουμε και προς τις γειτονικές χώρες και στις σύμμαχες χώρες να εκπέμψουμε ένα σαφές μήνυμα εθνικής ομοψυχίας και ομόνοιας.

Είναι, σας διαβεβαιώ, το μήνυμα της εθνικής ομοψυχίας γύρω από τους διακηρυγμένους και συμπεφωνημένους διαχρονικά εθνικούς στόχους το ίδιο ισχυρό όπλο όπως και οι εξαιρετικές γαλλικές φρεγάτες.

Σας ευχαριστώ πολύ.

Δεύτερη παρέμβαση

Στη δική μας συζήτηση αλλά μερικές φορές λέγονται πράγματα τα οποία μπορεί να δημιουργήσουν διαφορετική εντύπωση για τη χώρα και τα κίνητρά της και για αυτό θα μου συγχωρήσετε να δαπανήσω λίγο χρόνο.

Στην παρατήρηση του κυρίου συνάδελφου ότι δεν βρέθηκε μία γραμμή για να υπάρχει αναφορά στην ειρήνη, τις προσπάθειες για αυτήν και τα λοιπά. Είναι προφανές ότι ο κύριος συνάδελφος δεν έδωσε ίσως αρκετή προσοχή στο προοίμιο της Συμφωνίας.

Αναφέρομαι, αγαπητέ κύριε συνάδελφε, στην παρατήρησή σας ότι δεν βρέθηκε μία γραμμή για να γίνει μία αναφορά σε αυτή τη Συμφωνία των γενικών αρχών και τα λοιπά ειρήνης και συνεργασίας οι οποίες πιθανόν θα κατέληγαν στη Χάγη και ούτω καθεξής. Επειδή αυτό μπορεί να δώσει την εντύπωση στον οποιοδήποτε σας άκουσε ή αναγνώσει τα πρακτικά και δεν αναγνώσει τη Συμφωνία ότι η χώρα απλώς επί ουδετέρου πεδίου συνήψε την αμυντική ρήτρα με τη Γαλλία, διαβάζω:

«Η κυβέρνηση της Ελληνικής Δημοκρατίας και η κυβέρνηση της Γαλλικής Δημοκρατίας υπενθυμίζοντας τους σκοπούς και τις αρχές που περιέχονται στο χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, αναγνωρίζοντας ότι η Ελλάδα και η Γαλλία έχουν μία μακρά σχέση που βασίζεται σε κοινές αξίες και στις αρχές της ελευθερίας της δημοκρατίας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, στο σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου συμπεριλαμβανομένης της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας, λαμβάνοντας υπόψη τη Συνθήκη του Βορείου Ατλαντικού, λαμβάνοντας υπόψη τη Σύμβαση μεταξύ των κρατών – μελών της Συνθήκης του Βορείου Ατλαντικού επί του νομικού καθεστώτος των δυνάμεων αυτών και λαμβάνοντας υπόψη τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση».

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η χώρα πάντοτε συμβάλλεται υπό τις προβλέψεις του καταστατικού χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του ΝΑΤΟ και του Διεθνούς Δικαίου και του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας. Πάντοτε. Διαχρονικά και βεβαίως και επί αυτής της κυβερνήσεως.

Ευχαριστώ.

Τρίτη παρέμβαση

Θα ήθελα να πω εκ μέρους της κυβερνήσεως ότι δεν βρισκόμαστε εδώ για να επιστρέψουμε στο κακό παρελθόν της χώρας μας. Είμαστε εδώ για να συζητήσουμε την επιβίωση της πατρίδας στο μέλλον.

Εγώ δεν γνωρίζω, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ποιος παρέστη στην εκδήλωση για το Βίτσι. Ο πατέρας μου παρέστη στο Βίτσι.

Λέω, όμως, το εξής: ότι οποιαδήποτε προσπάθεια, σήμερα, προβολής στη σύγχρονη πολιτική ζωή των οδυνηρών στιγμών της χώρας στο παρελθόν, για την αποκόμιση μικροκομματικού οφέλους, είναι απαράδεκτη. Και η συμπαράταξη με τον Κασιδιάρη είναι πάντοτε απαράδεκτη, διαχρονικά απαράδεκτη. Και η κατάθεση στεφάνου από τη Χρυσή Αυγή στο αίμα νεκρών για τη δημοκρατία, είναι επίσης απαράδεκτη.

Και είναι ώρα να σοβαρευτούμε, διότι η χώρα αντιμετωπίζει εθνική απειλή. Και όσο εκπροσωπώ εγώ την κυβέρνηση εδώ, δεν θα ξαναγίνει ανεκτή στην αίθουσα τέτοια προσπάθεια.

Για να είμαστε συνεννοημένοι όλοι. Δεν κάνουμε αποτίμηση του παρελθόντος.

Ευχαριστώ κύριε Πρόεδρε.

Τέταρτη παρέμβαση

Κύριε Πρόεδρε, σας ευχαριστώ θερμά, θα είμαι εξαιρετικά σύντομος.

Νομίζω ότι ακούστηκε ότι είχε να ακουστεί μέσα στην αίθουσα. Η κυβέρνηση κατέθεσε την άποψή της για τη συγκεκριμένη συμφωνία. Νομίζω ότι απαντήθηκαν και από τον εισηγητή μας, τον κύριο Λαζαρίδη και από τους ομιλητές, τους Βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας, αλλά θέλω να πω και από βουλευτές άλλων κομμάτων, όλα αυτά τα οποία ετέθησαν ως ερωτηματικά για τη συγκεκριμένη Συμφωνία.

Τόσο οι αιτιάσεις όσον αφορά το εύρος του άρθρου 2 της Συμφωνίας, το οποίο σαφώς παρακάλεσα την αντιπολίτευση εάν έχει υπόψη της ευρύτερη διατύπωση οπουδήποτε στο δίκαιο, το υπάρχον δίκαιο, μεταξύ οιονδήποτε χωρών, να μας την προσκομίσει.

Όσον αφορά την αναφορά στο 18 και την αναφορά του Σαχέλ ως παραδείγματος, όπου έγινε και η επίκληση συγκεκριμένων εγγράφων και της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, και συμπερασμάτων του Συμβουλίου Υπουργών, όπου μετείχαν και ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ και οι Υπουργοί Εξωτερικών της προηγούμενης κυβερνήσεως, με όλο το σύνολο αυτό, νομίζω διασκεδάστηκε πλήρως κάθε λογική αντίρρηση κατά ομολογουμένως μίας Συμφωνίας που αποτελεί μια τεράστια εθνική επιτυχία.

Επαναλαμβάνω, μια τεράστια εθνική επιτυχία. Ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης δεν διεκδικεί την επιτυχία για λογαριασμό της κυβερνήσεώς του, παρότι είχε ρόλο καθοριστικό στο να λυθούν διάφορες αντιρρήσεις εντός του Γαλλικού συστήματος.

Από εκεί και πέρα, εάν άλλοι υπολογισμοί εκτός της αιθούσης, ή το γεγονός ότι έχει παρέλθει η πρώτη διετία και κατά συνέπεια κανείς νομιμοποιείται όταν είναι στα έδρανα της αντιπολίτευσης και μάλιστα με το προϊόν των δημοσκοπήσεων όπως τώρα εμφανίζεται, να ανησυχεί εάν άλλες λοιπόν σκέψεις οδηγούν την αντιπολίτευση σε μια στάση την οποία εμείς δεν θεωρούμε ορθή, αυτό είναι θέμα δικό τους.

Θα ήθελα όμως ειλικρινά να διατυπώσω τελειώνοντας από την πλευρά της κυβέρνησης, την ευχή η συγκεκριμένη Συμφωνία να αποτελέσει ένα ακόμα παράδειγμα εθνικής ομοφωνίας, όχι μόνο ως προς το ύφος, διότι πρέπει να αναγνωρίσω ότι ακόμα και οι διαφωνούντες ως προς τη Συμφωνία υπήρξαν απολύτως κόσμιοι στη διατύπωση της διαφωνίας τους, αλλά και ως προς την ουσία της συνολικής εθνικής μας συμπαράταξης.

Θα ήθελα να πω και κάτι για τον Υπουργό Άμυνας, τον κύριο Νίκο Παναγιωτόπουλο, ο οποίος δεν είναι στην αίθουσα, ο οποίος είχε μακρά συμβολή στην προσπάθεια Συμφωνίας για τις φρεγάτες. Θα έρθει εδώ στην Ολομέλεια και θα τοποθετηθεί επί της αναγκαιότητας της αγοράς του όπλου. Όμως, νομίζω ότι το σύνολο της αίθουσας συνεφώνησε ότι το συγκεκριμένο οπλικό σύστημα είναι τεράστιων δυνατοτήτων και απολύτως απαραίτητο για το Ελληνικό Ναυτικό.

Σας ευχαριστώ κύριε Πρόεδρε.

Μετάβαση στο περιεχόμενο