Συνέντευξη στην εφημερίδα «Έθνος της Κυριακής» και στoν δημοσιογράφο Σπύρο Μουρελάτο

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιμένει πως η χώρα μας διατηρεί το δικαίωμα του βέτο στην ένταξη των Σκοπίων στην ΕΕ, ωστόσο, την προηγούμενη Κυριακή ο Γερμανός Υφυπουργός Εξωτερικών, Μίχαελ Ροτ, προειδοποίησε όποιον «ανακινήσει μια διαφορά, που έχει επιλυθεί» με σοβαρές συνέπειες στις σχέσεις του με τους Ευρωπαίους εταίρους. Τι απαντάτε;

To αν «η διαφορά έχει επιλυθεί», θα αποδειχθεί στην πράξη, αλλά επιτρέψτε μου να διατηρώ επιφυλάξεις επί του παρόντος. Δυστυχώς, η κυβέρνηση απώλεσε την ευκαιρία της ευνοϊκής διεθνούς συγκυρίας για άσκηση πιέσεως στη γειτονική χώρα, με αποτέλεσμα να δώσει περισσότερα από όσα η ίδια έλαβε στη διαπραγμάτευση. Ήδη διαπιστώνουμε το παράδοξο – αλλά και εν δυνάμει ανοιχτό σε εκμετάλλευση από όσους επικαλούνται αλυτρωτικές δοξασίες – να δηλώνει ο κ. Ζάεφ «Μακεδόνας της Βόρειας Μακεδονίας». Oφείλουμε επίσης να λάβουμε υπόψη μας το ενδεχόμενο κυβερνητικής μεταβολής στα Σκόπια τα επόμενα χρόνια και της ανάληψης της διακυβέρνησης από δυνάμεις μη διακείμενες φιλικά στην Ελλάδα. Το ιδανικό θα ήταν βέβαια η ίδια η γειτονική χώρα, επιδιώκοντας να μην υπάρχουν «νέφη» στις σχέσεις των δύο κρατών, να προχωρήσει στην άμβλυνση των προβληματικών σημείων της Συμφωνίας, προς χάριν μιας πραγματικά καλής συνεργασίας σε όλους τους τομείς στην περιοχή μας και της ευρωπαϊκής της προοπτικής. Εάν αυτό όμως δε συμβεί, η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να αξιοποιήσει όσα μέσα της δίνει η συμμετοχή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Την επαύριον της κύρωσης της Συμφωνίας των Πρεσπών, σπεύσατε να δηλώσετε ότι η ΝΔ είναι «ένα κεντροδεξιό κόμμα και όχι γκρουπούσκουλο με εθνικιστικές κραυγές και λαϊκισμούς». Εκτιμάτε ότι η πολιτική γραμμή και η ρητορική του κόμματος σας γέρνει προς τα δεξιά;

Όπως και εσείς επισημάνατε, είπα ότι η Νέα Δημοκρατία είναι ένα κεντροδεξιό κόμμα και όχι ότι «θα έπρεπε να είναι». Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το κόμμα μας υπό την ηγεσία του Κυριάκου Μητσοτάκη, είναι το κόμμα που εκφράζει τον κοινωνικό φιλελευθερισμό στη χώρα μας, μακριά από άκρα και ακρότητες. Η παράταξή μας εκφράζει το «όλον» της Κεντροδεξιάς και δε «γέρνει» προς οπουδήποτε, όπως θέλει να μας εμφανίσει η Κυβέρνηση. Η προσπάθεια του Μεγάρου Μαξίμου να μας ετεροπροσδιορίσει για λόγους μικροκομματικής σκοπιμότητας, δεν αποδεικνύει μόνο το μέγεθος της συνήθους κυβερνητικής ανευθυνότητας, αλλά είναι και επικίνδυνη για το πολίτευμα.

Ο ΣΥΡΙΖΑ διαφημίζει εσχάτως το πολιτικό του άνοιγμα προς τον χώρο της Κεντροαριστεράς. Κατά την γνώμη σας ποιος δύναται να εκφράσει τα ζητούμενα και τις ανάγκες του μεσαίου χώρου ο Αλέξης Τσίπρας ή ο Κυριάκος Μητσοτάκης;

Οι καιροσκοπικές «μεταγραφές» του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να του χαρίσουν πιστοποιητικά προσήλωσης στον μεσαίο χώρο. Είναι γνωστό άλλωστε ότι ο ίδιος ο κ. Τσίπρας προέρχεται από τον χώρο της Ριζοσπαστικής Αριστεράς, ο οποίος ουδεμία σχέση έχει με τον Φιλελευθερισμό και τη Σοσιαλδημοκρατία. Άλλωστε, η πολιτική του δείχνει ότι η Κυβέρνηση παραμένει προσκολλημένη στις ιδεοληψίες της και ότι αντιμετωπίζει με εχθρότητα της παραγωγικές δυνάμεις της χώρας. Αντιθέτως, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, είναι ένας πολιτικός με σύγχρονες ιδέες που μπορεί να εκφράσει τους πολίτες από τον ευρύτερο μεσαίο χώρο – οι οποίοι ως γνωστόν δεν έχουν ως όραμά τους τη Βενεζουέλα του Μαδούρο – και ως Πρωθυπουργός να οδηγήσει την Ελλάδα στην πραγματική έξοδο από την κρίση.

Τελικώς, η αυτοδυναμία είναι αυτοσκοπός για τη ΝΔ; Εάν όχι ποιος πολιτικός σχηματισμός θα μπορούσε να είναι εταίρος σε μία μελλοντική κυβέρνηση συνεργασίας; θα μπορούσαν να διαπιστωθούν συναινέσεις με τον ΣΥΡΙΖΑ και εάν ναι σε ποια βάση;

Η Νέα Δημοκρατία οφείλει να έχει ως στόχο την αυτοδυναμία και την προσπάθεια αυτή δεν επιτρέπεται να αποπροσανατολίσει ουδεμία σκέψη μετεκλογικών συνεργασιών. Άλλωστε, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι είναι απολύτως εφικτό ένα εκλογικό αποτέλεσμα που θα επιτρέψει τον σχηματισμό αυτοδύναμης κυβέρνησης. Μία αυτοδύναμη κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας εκτιμώ ότι θα καταφέρει να καλύψει το χαμένο έδαφος σε όλους τους τομείς και να επουλώσει τις πληγές της πολυετούς οικονομικής κρίσης χωρίς προσκόμματα, με την εφαρμογή ενός τολμηρού προγράμματος μεταρρυθμίσεων και προσέλκυσης επενδύσεων, αλλά και με μια πολιτική κοινωνικής μέριμνας για τις ασθενέστερες τάξεις. Το γεγονός αυτό δεν αποκλείει μετεκλογικές συνεργασίες με πρόσωπα που θέλουν και μπορούν να συνεισφέρουν σε αυτή την προσπάθεια και προέρχονται από άλλους κομματικούς χώρους. Αλλά η συζήτηση αυτή θα γίνει τότε και σε εντελώς διαφορετική βάση. Όσον αφορά δε το σενάριο συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ, επιτρέψτε μου να πω ότι με τα τωρινά δεδομένα μοιάζει με σενάριο «επιστημονικής φαντασίας». Η χώρα δε χρειάζεται συμμαχίες σε επίπεδο κομμάτων, αλλά μία συμμαχία της Νέας Δημοκρατίας με πολίτες από ένα ευρύ ιδεολογικό φάσμα, από την Κεντροαριστερά μέχρι τη συνταγματική Δεξιά, που θα την καταστήσει αυτοδύναμη κυβέρνηση.

Πώς σχολιάζετε την υπόθεση του καταναλωτικού δανείου του Παύλου Πολάκη και την μετέπειτα ηχογράφηση της τηλεφωνικής του συνδιάλεξης με τον Γιάννη Στουρνάρα;

Ειλικρινά, θα ευχόμουν να είχε δώσει επαρκείς απαντήσεις ο κ. Πολάκης, προς χάριν της συνολικής αξιοπιστίας του πολιτικού κόσμου. Αλλά πέραν των ερωτημάτων που παραμένουν ακόμη αναπάντητα, τεράστιο ζήτημα προκύπτει από το πώς διαχειρίστηκε το ίδιο ζήτημα ο Αναπληρωτής Υπουργός Υγείας στη συνέχεια. Είναι αδιανόητο ότι ο κ. Πολάκης τηλεφώνησε, ως μη όφειλε, στον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας για προσωπικό του ζήτημα και εν συνεχεία δημοσιοποίησε τη συνομιλία, διατυπώνοντας παράλληλες απειλές εις βάρος του κ. Στουρνάρα. Από τη στιγμή όμως που παραμένει στην Κυβέρνηση την κύρια ευθύνη έχει πλέον ο Πρωθυπουργός, ο οποίος όχι μόνο δεν ζήτησε την παραίτησή του, αλλά του παρείχε και πολιτική κάλυψη. Δυστυχώς, είναι ένα ακόμη ζήτημα που επιβεβαιώνει τον θεσμικό κατήφορο της σημερινής διακυβέρνησης, σε συνδυασμό με τις παρεμβάσεις της στη Δικαιοσύνη και στη λειτουργία των Ανεξάρτητων Αρχών.

Μετάβαση στο περιεχόμενο