Συνέντευξη στην εφημερίδα “Νέα Σελίδα” και στον δημοσιογράφο Σωτήρη Σταθόπουλο

Εκτιμάτε πως μετά και την συνάντηση του Μάθιου Νίμιτς με τους διαπραγματευτές των δύο χωρών υπάρχει περιθώριο εξεύρεσης λύσης στο Σκοπιανό;

Δυστυχώς, δε μπορώ να διατυπώσω καμία πρόβλεψη ή εκτίμηση, καθώς η μοναδική πηγή πληροφόρησής μας στο συγκεκριμένο ζήτημα είναι τα δημοσιεύματα του Τύπου, οι κατά το δοκούν – και συχνά αντικρουόμενες – «διαρροές» του Υπουργείου Εξωτερικών και οι δηλώσεις του κ. Νίμιτς. Η κυβέρνηση απαξιεί να ενημερώσει επίσημα και με θεσμικό τρόπο την αντιπολίτευση, ως όφειλε, ευθύς εξαρχής, για ένα τόσο σημαντικό εθνικό ζήτημα. Πρόκειται για μία ακατανόητη στάση, η οποία συνδυάζεται με την «πονηρή» πρακτική της δήθεν προτροπής στη Νέα Δημοκρατία να δημοσιοποιήσει τη θέση της (παρότι ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει εξηγήσει πολλάκις ότι η γραμμή που χαράχθηκε στο Βουκουρέστι από τον Κώστα Καραμανλή δεν έχει αλλάξει). Και αυτό μάλιστα συμβαίνει την ίδια στιγμή που η Κυβέρνηση δεν έχει ανακοινώσει και εξηγήσει τη δική της θέση και η στάση των δύο κυβερνητικών εταίρων φέρεται να είναι διαφορετική, σύμφωνα τουλάχιστον με τις δημόσιες τοποθετήσεις του κ. Καμμένου.

Συμφωνείτε με την άποψη του Μάκη Βορίδη που τάχθηκε υπέρ των συλλαλητηρίων; Στελέχη της ΝΔ θα μπορούσαν να παρευρεθούν;

Είναι αλήθεια ότι η ιστορική εμπειρία έχει αποδείξει πως τα συλλαλητήρια δεν βοήθησαν τελικά στην προώθηση των εθνικών θεμάτων κατά επωφελή τρόπο. Αναγνωρίζω βεβαίως ότι πράγματι αποτελούσαν έκφραση της διαμαρτυρίας της κοινής γνώμης για τον σφετερισμό του ονόματος της Μακεδονίας και ότι για τους περισσότερους συμμετέχοντες τα κίνητρα ήταν αγνά. Από εκεί και πέρα, όποιο στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας θέλει να συμμετάσχει ως άτομο, έχει το δικαίωμα να το πράξει.

Η ΝΔ θα πρέπει να κατέβει συντεταγμένα στην περίπτωση που έρθει το ζήτημα στη Βουλή ή θα πρέπει να ακολουθήσει την τακτική της ψήφου κατά συνείδηση καθώς υπάρχει και η πλευρά Σαμαρά που φαίνεται να εμμένει στις θέσεις που είχε εκφράσει το 1992;

Τη στάση του κόμματος θα καθορίσει, όπως είναι αυτονόητο, ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκος Μητσοτάκης. Είμαστε η παράταξη της ευθύνης και δεν πρόκειται να κρυφθούμε. Με γνώμονα την εθνικά υπεύθυνη συμπεριφορά την οποία επιδείξαμε και σε άλλες κρίσιμες στιγμές για τη χώρα, θα συνεχίσουμε να πορευόμαστε και στο μέλλον. Αλλά δε φρονώ ότι το πρόβλημα είναι της Νέας Δημοκρατίας, ανεξάρτητα από τα όσα είχαν συμβεί στο παρελθόν. Η Κυβέρνηση, η οποία δέχθηκε να μπει στη διαπραγμάτευση στην παρούσα συγκυρία, είναι και αυτή η οποία οφείλει να επιτύχει μια εθνικά επωφελή συμφωνία, χωρίς να υποχωρήσει από τους άξονες του Βουκουρεστίου και να την παρουσιάσει στα κόμματα και στη Βουλή. Η Κυβέρνηση είναι επίσης αυτή που οφείλει να διασφαλίσει την ενιαία στάση των κομμάτων που την στηρίζουν.

Σας ανησυχεί το γεγονός ότι αυξάνεται η κοινοβουλευτική πλειοψηφία την στιγμή μάλιστα που ψαλιδίζεται η διαφορά στις μεταξύ ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ στις δημοσκοπήσεις;

Επί της ουσίας δεν πρέπει να μας εκπλήσσει. Όλα όσα πράττει η σημερινή κυβερνητική πλειοψηφία, στην κατεύθυνση της κατά το δυνατόν διατήρησής της στην εξουσία συγκλίνουν. Να σας υπενθυμίσω ότι οι προηγούμενες κυβερνήσεις είχαν απώλειες στην αριθμητική τους δύναμη κάθε φορά που ψηφίζονταν μέτρα στη Βουλή, τα οποία σε κάποιες περιπτώσεις ήταν έως και ήσσονος σημασίας μπροστά στα όσα εξαιρετικά επώδυνα ψηφίζονται σήμερα. Σε όσα τεχνάσματα και αν καταφύγει όμως η κυβέρνηση, ακόμη και μέσω… «μεταγραφών» ή όσο μεγάλη κι αν είναι η επιθυμία της να εξαντλήσει τον συνταγματικά προσδιορισμένο χρόνο της θητείας της, δύσκολα θα αποφύγει το «πικρό ποτήρι» της πρόωρης προσφυγής στις κάλπες. Όσον αφορά τις δημοσκοπήσεις, εκτιμώ ότι η μείωση της διαφοράς σε κάποιες από αυτές είναι πολύ μικρή ώστε να μιλήσουμε για γενικότερη τάση του «ψαλιδίσματος» της διαφοράς και ότι οφείλεται απλώς σε αύξηση της συσπείρωσης του ΣΥΡΙΖΑ. Βάσει της εμπειρίας άλλωστε, το πλέον λογικό είναι η ήδη μεγάλη διαφορά υπέρ της ΝΔ να αυξηθεί κι άλλο, όταν βρεθεί η χώρα στην τελική ευθεία των εκλογών. Δεν χρειάζονται δημοσκοπήσεις άλλωστε για να διαπιστώσει κάποιος ότι το αίτημα για πολιτική αλλαγή είναι διάχυτο στην κοινωνία. Αν το κυβερνών κόμμα παριστάνει ότι δεν το βλέπει, τόσο το χειρότερο για το ίδιο.

Το τελευταίο διάστημα αποδίδονται από διάφορες πλευρές ευθύνες στην κυβέρνηση Καραμανλή για την δημοσιονομική κατάρρευση που οδήγησε στα Μνημόνια. Εκτιμάτε ότι είναι τυχαία ή κρύβονται σκοπιμότητες. Και αν ναι με ποιον στόχο;

Ουδείς ως πρόσωπο και ως παράταξη υπήρξε «αναμάρτητος» όσον αφορά την επέλευση της οικονομικής κρίσης. Αλλά και κανείς δεν μπορεί να παραβλέψει ότι ο μοναδικός πολιτικός αρχηγός που πραγματικά προειδοποίησε για τους κινδύνους που αντιμετώπιζε η εθνική οικονομία και ζήτησε εθνική συνεννόηση στην αντιμετώπισή της, για να εισπράξει άρνηση από την τότε αξιωματική αντιπολίτευση υπό τον κ. Γιώργο Παπανδρέου, αλλά και τα υπόλοιπα κόμματα, ήταν ο τότε πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής. Δε γνωρίζω αν υπάρχουν σκοπιμότητες στη σχετική συζήτηση. Είμαι όμως βέβαιος ότι αν είχε υπάρξει στις αρχές το 2009 μία διαφορετική στάση από τα άλλα κόμματα, η Ελλάδα δεν θα είχε βυθιστεί επί τόσα χρόνια στη δίνη μιας οικονομικής κρίσης που εξουθένωσε την κοινωνία και τις αντοχές της και έφερε τελικά τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, για να πράξει τα ακριβώς αντίθετα ως κυβέρνηση από όσα έλεγε προεκλογικά.

Μετάβαση στο περιεχόμενο