Συνέντευξη στην εφημερίδα «Παρασκήνιο»

– Τελικώς, κύριε υπουργέ, θα σκάσει η «ωρολογιακή βόμβα» των «κόκκινων δανείων» ή την «απασφαλίσατε»;

Μακάρι να ήμουν τόσο καλός «πυροτεχνουργός» ώστε να μπορούσα μόνος μου να απασφαλίσω την συγκεκριμένη «ωρολογιακή βόμβα» στην οποία αναφέρεστε. Το πρόβλημα είναι πολυπαραγοντικό και σύνθετο, αλλά πιστεύω ότι με ρεαλιστικό σχεδιασμό και με τη συνεργασία όλων των συναρμόδιων φορέων θα μπορέσουμε να το αντιμετωπίσουμε. Άλλωστε, σήμερα όλοι έχουν αντιληφθεί ότι χωρίς γενναίες λύσεις στο ζήτημα του ιδιωτικού χρέους δεν μπορεί να υπάρξει πραγματική ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας. Η διαπίστωση αυτή όμως σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να συγχέεται με «χάρισμα» χρεών σε επιτήδειους. Ο στόχος μας είναι ο απεγκλωβισμός των βιώσιμων επιχειρηματικών σχημάτων και των νοικοκυριών που βίωσαν τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης, κατά τρόπο που όχι μόνο να μην προκαλεί κινδύνους για το χρηματοπιστωτικό σύστημα, αλλά και να υποβοηθά σε βάθος χρόνου στην πραγματική οικονομία. Η Ελλάδα χρειάζεται δραστήριους επιχειρηματίες και επιχειρήσεις και χρειάζεται να δίνουμε και δεύτερη ευκαιρία.

– Είχατε μιλήσει για την ανάγκη μιας «ολιστικής προσέγγισης που να αφορά το σύνολο των οφειλών των επιχειρήσεων». Βρήκατε ευήκοα ώτα στο Παρίσι?

Δεν είχε τεθεί από καμία πλευρά ζήτημα συμφωνίας στο Παρίσι. Εκεί έγινε μία ανταλλαγή απόψεων όσον αφορά το ζήτημα των μη εξυπηρετούμενων επιχειρηματικών δανείων, η οποία θα συνεχισθεί, ενώ λίγες ημέρες πριν την συγκεκριμένη συνάντηση λάβαμε γραπτώς τις απόψεις της τρόικας στις προτάσεις που της είχαμε στείλει από τις 14 Αυγούστου. Τόσο εμείς όσο και οι εκπρόσωποι των δανειστών μας αντιλαμβανόμαστε την σημασία που έχει το ζήτημα για την ελληνική οικονομία και τον απεγκλωβισμό παραγωγικών δυνάμεων.

-Τι πρόκειται να γίνει από τις αρχές του νέου χρόνου με τους πλειστηριασμούς;

Στην συγκεκριμένη συγκυρία προέχει να διαμορφωθεί μία λύση και για τα κόκκινα στεγαστικά δάνεια, η οποία σε συνδυασμό με τον Κώδικα Δεοντολογίας της Τράπεζας της Ελλάδος θα προστατεύει ούτως ή άλλως τον καλόπιστο δανειολήπτη, από το ενδεχόμενο να βρεθεί στον δρόμο.

– Έχετε ταχθεί κατά της υπερφορολόγησης των ακινήτων. Θεωρείτε επαρκείς τις διορθώσεις στον ΕΝΦΙΑ ή θα πρέπει να ξαναδεί η κυβέρνηση το θέμα συνολικά, όπως πιστεύουν κάποιοι συνάδελφοί σας;

Δεν με βρίσκει σύμφωνο διαχρονικά η υπερφορολόγηση ακινήτων και δεν το κρύβω. Πιστεύω σε μια οικονομία με μικρό και στρατηγικό Δημόσιο και χαμηλούς φορολογικούς συντελεστές. Κάθε εξέλιξη σε αυτή την κατεύθυνση είναι θετική. Οφείλουμε όμως να παραδεχθούμε ότι η όποια ελάττωση της φορολογικής επιβάρυνσης δεν πρέπει να προκαλέσει ανυπέρβλητο πρόβλημα στα δημόσια έσοδα. Αλλά σε μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα μία αύξηση της δραστηριότητας στα ακίνητα, στην οποία θα υποβοηθήσει η μείωση της φορολόγησής τους, μπορεί να οδηγήσει σε καλύτερο δημοσιονομικό αποτέλεσμα.

-Με την έκτακτη εισφορά αλληλεγγύης, με τον ΦΠΑ και γενικότερα με τις φοροαπαλλαγές τι θα γίνει τελικά;

Το ζήτημα των φόρων στο σύνολό του ανήκει στις αρμοδιότητες του Υπουργείου Οικονομικών. Προσωπικά, τάσσομαι υπέρ της υλοποίησης των δεσμεύσεών μας για ενιαίο φορολογικό συντελεστή της τάξης του 15% στις επιχειρήσεις και υπέρ της μείωσης των φορολογικών συντελεστών για τα φυσικά πρόσωπα, ευθύς μόλις το επιτρέψουν οι δημοσιονομικές συνθήκες. Οφείλουμε πλέον να αναζητήσουμε τρόπους που θα επιτρέψουν στις επιχειρήσεις και στην κοινωνία να ανασάνουν μετά από έξι χρόνια ύφεσης, η οποία έθεσε σε δοκιμασία τις αντοχές της κοινωνίας και της οικονομίας. Όπως οφείλουμε επίσης να αναζητήσουμε τρόπους με τους οποίους το φορολογικό πλαίσιο θα γίνει εργαλείο προσέλκυσης επενδύσεων.

– Από κυβερνητικά στελέχη μεταδίδεται η αίσθηση ότι σταδιακά το κέντρο βάρους μετατοπίζεται από τη «στεγνή ανάγνωση» των αριθμών σε μία πιο πολιτική προσέγγιση του ελληνικού ζητήματος. Το διαπιστώνετε αυτό στις επαφές σας με τους εκπροσώπους των δανειστών;

Αυτό που αντιλαμβάνομαι, σε αρκετές περιπτώσεις τουλάχιστον, είναι ότι οι εκπρόσωποι των δανειστών μας κατανοούν την σκοπιμότητα εξεύρεσης εναλλακτικών λύσεων, όταν διασφαλίζουν την επίτευξη των στόχων. Και έχει αποδειχθεί αυτό, οσάκις υποβλήθηκαν τεκμηριωμένες προτάσεις για βελτιστοποίηση του δημοσιονομικού αποτελέσματος. Αλλά είναι αλήθεια ότι στο διάστημα που ακολούθησε την υπογραφή του πρώτου μνημονίου, υπονομεύθηκε πλήρως η αξιοπιστία της χώρας μας από πρόσωπα που παραδόξως φέρονται να ονειρεύονται την επιστροφή τους στο πολιτικό προσκήνιο.

– Σας φοβίζει η εσωτερική περιδίνηση στην οποία εσχάτως έχει περιέλθει ο κυβερνητικός σας εταίρος, το ΠΑΣΟΚ;

Η χώρα χρειάζεται την ύπαρξη μίας ισχυρής φιλοευρωπαϊκής Κεντροαριστεράς, η οποία θα βρίσκεται μακριά από τον λαϊκισμό και τα λάθη του παρελθόντος. Αυτό που δεν χρειάζεται – και ελπίζω πως δεν θα συμβεί – είναι η επιστροφή στην εποχή του «Τσοβόλα δώστα όλα» και του «λεφτά υπάρχουν». Χωρίς να θέλω να παρέμβω στα εσωτερικά άλλου κόμματος, έχω την εντύπωση πως όσοι παρέμειναν στο ΠΑΣΟΚ και στήριξαν συγκεκριμένες επιλογές για την επιβίωση της χώρας, δεν επηρεάζονται πλέον από αμετανόητους «κλακαδόρους» .

– Ποιο είναι το πολιτικό διακύβευμα της κυβέρνησης Σαμαρά για την επόμενη περίοδο;

Η επιστροφή της χώρας σε κανονικές συνθήκες πολιτικού βίου και η βιώσιμη ανάπτυξη σε όλους τους τομείς. Σε συνδυασμό με τη συνταγματική αναθεώρηση πρέπει να εξηγήσουμε στην κοινωνία το όραμα που έχουμε για την Ελλάδα και το πώς θα το κάνουμε πράξη μέσα από συγκεκριμένο «οδικό χάρτη». Παράλληλα, πρέπει να καταστήσουμε σαφές ότι σε αυτή την χρονική καμπή κρίνεται οριστικά αν θα έχουν αντίκρισμα οι θυσίες στις οποίες υποβλήθηκαν οι πολίτες της χώρας μας. Οι Ελληνίδες και οι Έλληνες υπέστησαν πολλά για να τα αφήσουν να πάνε χαμένα από τους θιασώτες της δραχμής και τριτοκοσμικών αντιλήψεων.

– Το σενάριο ενός κεντροαριστερού νέου προέδρου της Δημοκρατίας από την παρούσα Βουλή σας βρίσκει σύμφωνο;

Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορεί να εκλεγεί από την παρούσα Βουλή και πρέπει να είναι ένα πρόσωπο που να ενώνει όλους τους Έλληνες, Η κομματική και ιδεολογική του προέλευση δεν είναι το κυρίαρχο κριτήριο σε αυτή την επιλογή, καθώς με την εκλογή του τίθεται υπεράνω κομμάτων και παρατάξεων. Αυτό που δεν πρέπει να συμβεί είναι να στείλει ο πολιτικός κόσμος το μήνυμα ότι σε μια εξαιρετικά κρίσιμη συγκυρία δεν μπορεί να συμφωνήσει στο στοιχειώδες και να εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας.

Μετάβαση στο περιεχόμενο