Συνέντευξη στον ραδιοφωνικό σταθμό «ΒΗΜΑ FM 99,5»

Ο Βουλευτής της Β’ Αθήνας κ. Νίκος Δένδιας σε συνέντευξή του σήμερα στον ραδιοφωνικό σταθμό «Bήμα Fm 99,5» ανέφερε μεταξύ άλλων:

 

Για την δική του συνάντηση με τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα, το 2009, στον Λευκό Οίκο :

«Πρέπει να μιλήσαμε γύρω στο ένα λεπτό αν θυμάμαι καλά. Ήταν μία photo opportunity».

Για τον ισχυρισμό του κ. Βαρουφάκη ότι υπήρξε διάλογος επί της ουσίας με τον Πρόεδρο των ΗΠΑ, κατά την αντίστοιχη παρουσία του στον Λευκό Οίκο:

«Δεν μπορώ να σας το απαντήσω αυτό, φαντάζομαι (ότι μπορεί να το απαντήσει) ο κ. Βαρουφάκης.

Απλώς φαντάζομαι ότι ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, ο οποίος δεν συναντά Υπουργούς και δεν διαλέγεται με Υπουργούς – και είναι εξαιρετικά προσεκτικοί στο πρωτόκολλο… Αλλά ο κ. Ομπάμα είναι εξαιρετικά συμπαθής άνθρωπος, μπορεί λόγω της ιδιαιτερότητας της κατάστασης να ζήτησε κάποια πληροφόρηση. Συνήθως αυτά κάποιος δεν τα διαφημίζει.

Εγώ δεν θυμάμαι καν τότε να είχα εκδώσει δελτίο Τύπου για αυτό. Ο καθένας το χειρίζεται όπως θέλει».

Για το εάν θα έχουν ουσιαστικό αποτέλεσμα οι επαφές του κ. Βαρουφάκη στο εξωτερικό:

«Αυτό που παρακαλώ και εύχομαι είναι η Κυβέρνηση να τελειώσει αυτή τη διαπραγμάτευση το συντομότερο δυνατόν. Η Κυβέρνηση έχει συμφωνήσει σε συγκεκριμένο θεσμικό πλαίσιο, στην παραμονή στο ευρώ και στον ισοσκελισμένο προϋπολογισμό.

Αυτό το θεσμικό πλαίσιο, το οποίο είναι πάρα πολύ σφικτό , επιτρέπει πολύ λίγες εναλλακτικές λύσεις, στις οποίες η Κυβέρνηση έχει κάθε δικαίωμα να εφαρμόσει την πολιτική της. Αυτό το οποίο την παρακαλώ να συμβεί είναι να τελειώσει την διαπραγμάτευση γρήγορα.

Γιατί αυτή η καθυστέρηση -πλησιάζουμε πια στις 90 ημέρες – έχει στεγνώσει την αγορά από χρήματα. Οι τράπεζες δεν έχουν χρήματα, οι επιχειρήσεις υποφέρουν, ξένη επένδυση στην Ελλάδα δεν εμφανίζεται ούτε για δείγμα, αποχωρούν ταχύτατα και οι ελάχιστοι που έχουν απομείνει και δημιουργείται μια πολύ μεγάλη ζημιά».

Για το γεγονός ότι η προηγούμενη Κυβέρνηση δεν ολοκλήρωσε την διαπραγμάτευση:

«Μία έντιμη απάντηση είναι ότι δεν γνωρίζω, γιατί εγώ τότε είχα αποχωρήσει από το Υπουργείο Ανάπτυξης, είχα αντικατασταθεί και μετακινηθεί στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας και συνεπώς δεν μετείχα στην ομάδα που έκανε την διαπραγμάτευση.

Η ερώτηση θα πρέπει να απευθυνθεί στον τότε υπουργό Οικονομικών, κ. Χαρδούβελη , και στον γενικό του γραμματέα, κ. Αναστασάτο, ο οποίος ήταν ο επικεφαλής διαπραγματευτής. Όμως, οτιδήποτε και εάν υπονοείτε ότι έγινε στραβά από την προηγούμενη Κυβέρνηση, αυτό έχει κριθεί με έναν τρόπο τελεσίδικο.

Υποστήκαμε μία συντριβή στις εκλογές, με διαφορά 9 μονάδων, η ελληνική κοινωνία έκρινε τις αποδόσεις μας και δεν τις έκρινε αποδοτικές. Άρα, το ζήτημα δεν είναι τι έκανε στραβό – εάν έκανε στραβό – η προηγούμενη Κυβέρνηση, που θα πρέπει να αναγνωρίσετε ότι έκανε και αρκετά καλά. Το ζήτημα είναι η παρούσα Κυβέρνηση στο πλαίσιο της δικής της εντολής τι κάνει.

Εγώ θέλω να είμαι ξεκάθαρος. Δεν είμαι από αυτούς που επιχαίρουν να βλέπουν να αποτυγχάνει η Κυβέρνηση της πατρίδας μου. Εάν χρειαστεί οποιαδήποτε βοήθεια από εμάς, εγώ , μιλώντας για τον εαυτό μου, αλλά πιστεύω και εμείς, ως κόμμα, θα την χορηγήσουμε, μέσα βέβαια στο πλαίσιο της εντολής μας και της ιδεολογίας μας».

Για τον εάν θα ψήφιζε μία συμφωνία με νέα μέτρα στην Βουλή:

«Εξαρτάται από το τι θα περιέχει η συμφωνία. Δεν μπορεί κανείς να δώσει λευκή επιταγή σε κανέναν. Δεν μπορώ να σας πω πως οτιδήποτε φέρει κάποιος στη Βουλή με οποιαδήποτε μέτρα θα τα ψηφίσουμε αύριο το πρωί.

Αν όμως αυτά κρίνονται αναγκαία για τη σωτηρία και την επιβίωση της χώρας, αυτό είναι κάτι που πρέπει να το συζητήσουμε…

Αυτό το οποίο όμως συμβαίνει αυτή τη στιγμή προσεγγίζει τα όρια, με συγχωρείτε για την έκφραση, του “εγκληματικού”. Τρεις μήνες η οικονομία στενάζει και στενάζει από την απραξία, την αβουλία, την προσομοίωση διαπραγμάτευσης και δήθεν κόκκινων γραμμών».

Για το ενδεχόμενο εκλογών τον Ιούνιο:

«Εύχομαι ότι δεν θα υπάρξουν εκλογές τον Ιούνιο, διότι αυτό σημαίνει πάρα πολύ κακή εξέλιξη στα ευρύτερα ζητήματα που αφορούν τη χώρα. Αν με ρωτάτε όμως αν μπορώ να προβλέψω, δεν είμαι μάγος».

Για το εάν θα έπρεπε να ενώσουν τις δυνάμεις τους τα κόμματα με ευρωπαϊκό προσανατολισμό (Ποτάμι, ΠΑΣΟΚ) στην περίπτωση νέων εκλογών τον Ιούνιο:

«Αυτό είναι ένα υποθετικό σενάριο, δεν μπορώ να απαντήσω. Εάν με ρωτάτε, είναι συζητήσιμο, θεωρώ όμως ότι και μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ υπάρχουν φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις, όπως και μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ υπάρχουν αντιευρωπαϊκές δυνάμεις».

Για την τρομοκρατία, την Ασφάλεια, τη Δημόσια Τάξη και την πολιτική της κυβέρνησης

«Βλέπω ότι η κυβέρνηση διολισθαίνει σε ανοχή καταστάσεων που μας έχουν επιστρέψει σε καταστάσεις πριν από το 2012.

Υπάρχει συνολική ανομία στο κέντρο της πρωτεύουσας του κράτους και σιγά-σιγά άλλων αστικών κέντρων, μια “κατάληψη” των αστικών κέντρων από παράνομους μετανάστες και μια αντιμετώπιση απέναντι στο φαινόμενο της εγχώριας τρομοκρατίας, ιδιαίτερα περίεργη και με πολλά ερωτηματικά, για τις ηθικές αρχές που εκφράζει αυτή η αντιμετώπιση.

Δεν μπορώ να κατανοήσω τη λογική της κυβέρνησης. Θεωρώ δε ότι η διάταξη που επιχειρεί να περάσει (για την αποφυλάκιση Ξηρού) είναι στα όρια της ηθικής πρόκλησης απέναντι στην κοινωνία και στους συγγενείς των θυμάτων της τρομοκρατίας. Λυπάμαι πάρα πολύ.

Νομίζω ότι είναι μια πάρα πολύ περίεργη κατάσταση και δεν καταλαβαίνω γιατί κάνει αυτό το πράγμα ο ΣΥΡΙΖΑ».

Για το Μεταναστευτικό:

«Αυτή τη στιγμή το στενάχωρο στα θέματα της μετανάστευσης είναι ότι η Κυβέρνηση στερείται απολύτως πολιτικής. Απολύτως! Δεν είναι ότι αντιδρά στην πολιτική που ασκήσαμε εμείς, που ήταν ευρωπαϊκή πολιτική.

Ήταν πολιτική που είχε κυρωθεί (από την Ε.Ε.) έπειτα από ένα επιχειρησιακό σχέδιο που υποβλήθηκε από την προηγούμενη από εμάς Κυβέρνηση, το 2011.

Εμείς αυτή την πολιτική ακολουθήσαμε, του Νόμου 3907/2011, προσαρμόζοντας αυτήν ακολούθως. Αλλά η παρούσα Κυβέρνηση δεν έχει καμιά πολιτική. Φοβούμαι ότι σε μεγάλο βαθμό αγνοεί και το θέμα, ακόμη και το ερώτημα, ακόμη και τον τρόπο λήψης χρημάτων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αφού δεν έχει υποβάλλει κανένα σχέδιο και δεν κάνει τίποτα.

Εν πάση περιπτώσει το ερώτημα δεν είναι το πώς θα ασκήσουμε κριτική στην Κυβέρνηση, αυτό είναι εύκολο. Το ερώτημα είναι πώς θα βοηθήσουμε να λυθεί ένα πρόβλημα το οποίο ξαναδημιουργείται στη χώρα και αφού προηγουμένως είχε αντιμετωπιστεί».

Μετάβαση στο περιεχόμενο